Ο Τραμπ στολίζει το έλατο με μπάλες του φυλακόβιου: οι δικαστικές του περιπέτειες αρχίζουν να τον απειλούν σοβαρά | TheTimes/Twitter/@Peter Brookes
Επικαιρότητα

Κι άλλες Πολιτείες θα συζητήσουν τον νομικό αποκλεισμό του Τραμπ από τις εκλογές

Μετά την ιστορική απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου του Κολοράντο, σειρά παίρνει το Μίσιγκαν που θεωρείται κλειδί στις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου του 2024. Τι απάντησε ο Τραμπ, πώς αντέδρασαν οι άλλοι Ρεπουμπλικανοί, πώς σχολίασε το ζήτημα ο Τζο Μπάιντεν και τι θα πράξει τελικά το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ
Protagon Team

Η αρχή έγινε από το Κολοράντο που –σε μια ιστορική απόφαση του τοπικού ανώτατου δικαστηρίου– έβγαλε τον Ντόναλντ Τραμπ εκτός εκλογικών καταλόγων κρίνοντας ότι είχε καταλυτικό ρόλο στην εισβολή των οπαδών του στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021, προκειμένου τότε να ανατρέψουν το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών του 2020 και ουσιαστικά να καταλύσουν το πολίτευμα.

Τώρα και παρά τις αντιδράσεις του Τραμπ και των υποστηρικτών του που λένε ότι θα πάνε την υπόθεση ως το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ καθώς έτσι υπονομεύεται η προσπάθειά του να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο, σειρά παίρνουν και άλλες Πολιτείες: όπως ανέφεραν και οι λονδρέζικοι Times, είναι το ανώτατο δικαστήριο του Μίσιγκαν, Πολιτείας-κλειδί για τις προεδρικές εκλογές, που καλείται να κρίνει αν ο Τραμπ θα πρέπει να περιλαμβάνεται στο ψηφοδέλτιο του 2024 ή θα πρέπει να αποκλειστεί.

Στην Πολιτεία του Κολοράντο, με μια οριακή πλειοψηφία (4-3) οι ανώτατοι δικαστές ανακήρυξαν τον Τραμπ ως ακατάλληλο για να είναι υποψήφιος για την προεδρία –δεν έχει ξανασυμβεί κάτι τέτοιο. Η απόφαση του πολιτειακού ανώτατου δικαστηρίου βασίστηκε στην ερμηνεία της 14ης Τροπολογίας του Συντάγματος των ΗΠΑ η οποία απογορεύει σε αξιωματούχους που συμμετείχαν «σε εξέγερση ή ανταρσία» από το να διεκδικούν ή να κατέχουν αξιώματα.

Η πλευρά του Τραμπ, ο οποίος ήδη δίνει προεκλογικό αγώνα για να κερδίσει το προεδρικό χρίσμα των Ρεπουμπλικανών και προηγείται στις δημοσκοπήσεις, απάντησε ότι θα προσφύγει άμεσα στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, όπου τα περισσότερα μέλη θεωρούνται δεξιοί ή συνηρητικοί. Την ίδια ώρα όμως, πολλοί πολέμιοι του Τραμπ εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε να του απαγορευτεί η συμμετοχή στις προεδρικές εκλογές και σε άλλες Πολιτείες – κάθε μία έχει τους δικούς της κανόνες–, τορπιλίζοντας έτσι την καμπάνια του.

Ο Τζο Μπάιντεν, 46ος πρόεδρος των ΗΠΑ και διάδοχος του Τραμπ στον Λευκό Οίκο μετά από εκείνη την ιστορική αλλά και επεισοδιακή τελικά εκλογή του το 2020, δεν έχασε ευκαιρία και σχολίασε πως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο προκάτοχός του ήταν υπεύθυνος ως καθοδηγητής της εξέγερσης κατά του Καπιτωλίου στις 6 Ιανουαρίου του 2021 –αυτό ήταν εξάλλου και ένα από τα βασικά επιχειρήματα των δικαστών του Κολοράντο.

«Είναι αυταπόδεικτο, το είδατε όλοι», είπε από το Γουισκόνσιν ο Τζο Μπάιντεν, ο οποίος παρά τα 81 του χρόνια θέλει να διεκδικήσει την επανεκλογή του σε 11 μήνες. Ο ίδιος προσέθεσε: «Τώρα αν είναι θέμα της 14ης Τροπολογίας, αυτό είναι ζήτημα που θα κρίνουν τα δικαστήρια».

Κατά τους Times, πολλοί νομικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δύσκολα θα διαπιστώσει ότι ο Τραμπ πληροί τα κριτήρια της εμπλοκής του σε εξέγερση, επειδή δεν έχει κατηγορηθεί ευθέως για κάτι τέτοιο, ούτε φυσικά καταδικαστεί.

Σε κάθε περίπτωση, η απόφαση του Κολοράντο αναζωπύρωσε τα ήδη οξυμένα πολιτικά πάθη στις ΗΠΑ, εν όψει των προκριματικών αλλά και των προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεμβρίου 2024. Η παράταξη του Τραμπ επιχείρησε πάλι να καλλιεργήσει το σενάριο περί δίωξης του πρώην προέδρου από το «σύστημα» των Δημοκρατικών, το οποίο περιλαμβάνει και τη δικαιοσύνη. Το γεγονός ότι οι ανώτατοι δικαστές του Κολοράντο είχαν διοριστεί από έναν κυβερνήτη που ανήκει στο Δημοκρατικό Κόμμα βοήθησε στη συνωμοσιολογία.

«Δεν παίρνουμε τέτοιες αποφάσεις ελαφρά τη καρδία. Κατανοούμε το μέγεθος και το βάρος των ερωτημάτων που τίθενται ενώπιόν μας. Αλλά επίσης κατανοούμε τη σοβαρότητα του καθήκοντός μας να εφαρμόσουμε τον νόμο, χωρίς φόβο ή εύνοια, και χωρίς να επηρεαζόμαστε από τις αντιδράσεις του κοινού στις αποφάσεις που ο νόμος μας επιβάλει να καταλήξουμε», ανέφεραν οι ανώτατοι δικαστές του Κολοράντο.

Οι αντιδράσεις των Ρεπουμπλικανών ποικίλουν

Το ίδιο βράδυ της απόφασης πάντως, ο Τραμπ είχε προεκλογική συγκέντρωση στην Αϊόβα –πρώτο σταθμό των προκριματικών εκλογών– και απέφυγε να αναφερθεί στο θέμα. Ομως έγραψε στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης Truth Social: «Τι ντροπή για τη χώρα μας!!! Μια θλιβερή μέρα για την Αμερική!!!».

Ο Νόα Μπούκμπαϊντερ, πρόεδρος της ομάδας Citizens for Responsibility and Ethics στην Ουάσιγκτον, που άσκησε τη μήνυση στο Κολοράντο για λογαριασμό Ρεπουμπλικανών και ανεξάρτητων ψηφοφόρων, επαίνεσε την απόφαση. Ηταν, είπε, «όχι μόνο ιστορική και δικαιολογημένη, αλλά και απαραίτητη για την προστασία του μέλλοντος της δημοκρατίας στη χώρα μας».

«Το σύνταγμά μας ορίζει ξεκάθαρα ότι όσοι παραβιάζουν τον όρκο τους επιτίθενται στη δημοκρατία μας και απαγορεύεται να υπηρετήσουν στην κυβέρνηση», πρόσθεσε, σύμφωνα με τον Guardian.

Οι Ρεπουμπλικάνοι στην πλειονότητά τους παρατάχθηκαν στο πλευρό του Τραμπ, διαφωνώντας με την απόφαση και κάνοντας λόγο για παραβίαση του δικαιώματος των Αμερικανών να επιλέγουν τους ηγέτες τους.

Η Ελίζε Στεφάνικ, εκπρόσωπος των Ρεπουμπλικάνων από τη Νέα Υόρκη, δήλωσε: «Οι Δημοκρατικοί φοβούνται τόσο πολύ ότι ο πρόεδρος Τραμπ θα κερδίσει στις 5 Νοεμβρίου 2024 που προσπαθούν παράνομα να τον βγάλουν από το ψηφοδέλτιο».

Ο Ρεπουμπλικανός υποψήφιος για την προεδρία Βίβεκ Ραμασβάμι δεσμεύτηκε να απέχει από τις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών στο Κολοράντο, ασκώντας πίεση στους συνυποψηφίους του να κάνουν το ίδιο.

Ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ΝτεΣάντις, ο οποίος επίσης διεκδικεί το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, είπε ότι η απόφαση του Κολοράντο ήταν στην πραγματικότητα μια κίνηση από τους Δημοκρατικούς για να συσπειρώσουν τη βάση του Τραμπ και να τον βοηθήσουν να κερδίσει τις προκριματικές. «Κι αν συμβεί αυτό, ο Μπάιντεν θα κάνει περίπατο», προέβλεψε με νόημα.

Τους τελευταίους μήνες, ο Τραμπ χρησιμοποιεί τις 91 ποινικές κατηγορίες που αντιμετωπίζει για να προωθήσει το αφήγημα ότι η Ουάσιγκτον συνομωτεί εναντίον του, καλώντας τη βάση του σε οικονομική υποστήριξη. Εκανε το ίδιο με την απόφαση του Κολοράντο, αναρτώντας στο Truth Social τη φράση «Εκτακτη ανάγκη: Το Κολοράντο μόλις με έβγαλε από το ψηφοδέλτιο! Δώστε χρήματα τώρα».

Το δικαστήριο του Κολοράντο ανέβαλε την εφαρμογή της απόφασής του μέχρι τις 4 Ιανουαρίου, δίνοντας χρόνο στον Τραμπ να προσφύγει στο ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ. Ο Στίβεν Τσουνγκ, εκπρόσωπος της εκστρατείας του Τραμπ, δήλωσε το βράδυ της Τρίτης: «Πιστεύουμε ότι το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ θα αποφανθεί γρήγορα υπέρ μας και τελικά θα βάλει τέλος σε αυτές τις αντιαμερικανικές αγωγές».

Οι νομικές αντιδράσεις στην απόφαση του Κολοράντο, όμως, δεν δείχνουν κάτι τόσο ξεκάθαρο.

Ο Τζόναθαν Τέρλεϊ, συντηρητικός καθηγητής Νομικής στο Πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον, εμφανίστηκε ως μάρτυρας των Ρεπουμπλικανών της Βουλής των Αντιπροσώπων που κατηγορούνν τον Μπάιντεν για νεφελώδεις ισχυρισμούς. Ομως, ο Τέρλεϊ είπε ότι αν και πιστεύει ότι το δικαστήριο του Κολοράντο έκανε λάθος, «η 6η Ιανουαρίου ήταν πολλά πράγματα και τα περισσότερα από αυτά δεν ήταν καλά. Κατά την άποψή μου, δεν ήταν εξέγερση. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι υπεύθυνοι για εκείνη την ημέρα δεν πρέπει να λογοδοτήσουν».

Το ανώτατο δικαστήριο του Κολοράντο έκρινε ότι το άρθρο 3 της 14ης Τροποποίησης του αμερικανικού Συντάγματος αποκλείει τον Τραμπ από το αξίωμα επειδή απαγορεύει σε οποιονδήποτε να κατέχει πολιτικό αξίωμα «εμπλακεί» σε «εξέγερση εναντίον του Συντάγματος στο οποίο έχει ορκιστεί». Το άρθρο συμπεριλήφθηκε στο Σύνταγμα μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο (1861-1865) για να απαγορεύσει στους ηγέτες της Συνομοσπονδίας να κατέχουν αξιώματα στην κυβέρνηση εναντίον της οποίας είχαν επαναστατήσει.

Ενα μεγάλο ερώτημα παραμένει η στάση που θα τηρήσει το Ανώτατο Δικαστήριο, το οποίο ιστορικά προσπαθεί να κρατήσει τον εαυτό του ως ουδέτερο διαιτητή του νόμου. Ο Τραμπ διόρισε τρεις από τους εννέα σημερινούς δικαστές του, ενισχύοντας μια συντηρητική πλειοψηφία έξι προς τρεις στο δικαστήριο που ανέτρεψε νόμο περί αμβλώσεων. Ο δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου Κλάρενς Τόμας έχει επίσης αντιμετωπίσει επικρίσεις τον τελευταίο χρόνο για δώρα που έλαβε από δισεκατομμυριούχους, καθώς και για τον συντηρητικό ακτιβισμό της συζύγου του, Τζίνι Τόμας.