Είναι μεγάλη υπόθεση να παίρνεις ισοπαλία από την Τότεναμ του Κέιν, του Μόουρα, του Ντέλε Αλι, του Ερικσεν και του Ντομπελέ, που έχει την πολυτέλεια να αφήνει στον πάγκο των αναπληρωματικών «παιχταράδες» όπως ο Σον, ο Σισοκό και ο Λαμέλα. Μα, ακόμη πιο σπουδαίο είναι να βρίσκεσαι πίσω στο σκορ (με δύο γκολ σε ένα πεντάλεπτο), και να μην παραδίδεσαι. Να πιστεύεις ότι μπορείς να βάλεις τρία, στην ομάδα που πριν από μερικούς μήνες έπαιξε στον τελικό του Champions League.
Το πόσο πολύ έχει μεγαλώσει ο Ολυμπιακός στην Ευρώπη, φάνηκε ακόμη περισσότερο την ώρα που το γιορτινό «Γεώργιος Καραϊσκάκης» άδειαζε από κόσμο, το βράδυ της Τετάρτης. Παλιά, οι οπαδοί του θα πανηγύριζαν την αποφυγή μιας -σχεδόν βέβαιης- ήττας. Διότι η τελευταία φορά που η ομάδα τους είχε βρεθεί να χάνει με δύο γκολ διαφορά, αλλά στο τέλος κατάφερε να μην ηττηθεί σε ευρωπαϊκό της αγώνα, ήταν το 2002. Τώρα, όμως, κοιτούσαν το 2-2 στον ηλεκτρονικό πίνακα του γηπέδου, και έβλεπαν τη χαμένη ευκαιρία για έναν θρίαμβο στην εφετινή πρεμιέρα του Champions League.
Οι «ερυθρόλευκοι» δέχτηκαν δύο γκολ κόντρα στη ροή του αγώνα, ενώ το δοκάρι του Γιορίς τούς στέρησε ένα δικό τους τέρμα (Γκερέρο). Κατάφεραν να ισοφαρίσουν (Ποντένσε, Βαλμπουενά με πέναλτι), δημιούργησαν επτά τελικές ευκαιρίες περισσότερες από τους φημισμένους αντιπάλους τους (17-10) και διεκδίκησαν τη νίκη μέχρι το τελευταίο λεπτό. Δεν έπαιξαν με… φουστανέλα, υπερβολικό πάθος και «τσαμπουκά», αλλά μπάλα κανονική, σύγχρονη, θεαματική και -ταυτοχρόνως- αποτελεσματική. Επιπέδου Champions League. Με ένταση και στα 90 λεπτά, πράγμα σπάνιο για ελληνική ομάδα. Καμία σχέση με την περσινή ΑΕΚ, ή τον προπέρσινο Ολυμπιακό, που «παρακαλούσαν» να τελειώσουν τα παιχνίδια τους στους ομίλους χωρίς να υποστούν κάποια εξευτελιστική συντριβή.
Το ματς με την Τότεναμ ήταν η κορυφαία -μέχρι στιγμής- απόδειξη πως το νέο ποδοσφαιρικό project του Ολυμπιακού, που μπήκε σε εφαρμογή το καλοκαίρι του 2018, βρίσκεται σε πολύ καλό δρόμο. Πως κάτι σπουδαίο φτιάχνει στον Πειραιά ο Πέδρο Μαρτίνς. Είχε φανεί, ήδη, από τους καλοκαιρινούς προκριματικούς, που υπήρξαν μια διαρκής (ευχάριστη) έκπληξη. Αγώνα με τον αγώνα, η ομάδα δεν κέρδιζε μόνον τις προκρίσεις, που την έβαλαν πάλι στους Ομίλους, αλλά και την εμπιστοσύνη των -ανικανοποίητων- οπαδών της. Ο πορτογάλος τεχνικός κατόρθωσε να «δέσει» τους παλιούς με τους νέους παίκτες σε ένα ομοιογενές σύνολο και, κυρίως, να ξεπεράσει το «σοκ» του σοβαρού τραυματισμού του Κώστα Φορτούνη, πάνω στον οποίο είχε σχεδιάσει τον Ολυμπιακό της νέας σεζόν.
Το πώς θα παίζει η ομάδα όταν ο φυσικός της ηγέτης επιστρέψει, θα το μάθουμε μετά τον προσεχή Φεβρουάριο. Αλλά, προς το παρόν, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι χωρίς τον Κώστα είναι υπέροχα διαφορετική. Για να αναπληρώσουν το κενό του, οι συμπαίκτες του τρέχουν περισσότερο (και χωρίς την μπάλα), σουτάρουν πιο συχνά και εκμεταλλεύονται τις στατικές φάσεις όσο ποτέ άλλοτε.
Ο Μαρτίνς (πέρα από τις αδιαμφισβήτητες ικανότητές του) στάθηκε τυχερός, που ο Ματιέ Βαλμπουενά είπε το «ναι» στον Ολυμπιακό. Ο Γάλλος έχει ποιότητα που σπανίως βλέπουμε στα ελληνικά γήπεδα. Αλλά και… φιλότιμο, συγχρόνως. Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, στο γήπεδο «τα δίνει όλα», σε κάθε παιχνίδι. Για 60, 70, ή 80 λεπτά – όσο αντέξει. Στο ματς με την Τότεναμ σέρβιρε το πρώτο γκολ στον Ποντένσε, σκόραρε το δεύτερο (με πέναλτι, το οποίο κέρδισε ο ίδιος) και έδωσε 17 (στις 18) σωστές πάσες. Σε εννέα αγώνες μετράει έξι γκολ και τρεις ασίστ!
Ο προπονητής του Ολυμπιακού έχει, δικαίως, κερδίσει την εκτίμηση των φίλων της ομάδας. Η ερυθρόλευκη εξέδρα είχε πολύ καιρό να εκδηλωθεί υπέρ κάποιου τεχνικού, φωνάζοντας συνθήματα με το όνομά του. Το έκανε με τον Μαρτίνς, που καταρρίπτει τα ρεκόρ του συλλόγου στην Ευρώπη, το ένα μετά το άλλο. Σε 19 ευρωπαϊκά της ματς υπό την καθοδήγησή του, η ομάδα του Πειραιά μετρά 11 νίκες, 5 ισοπαλίες και 3 ήττες. Απέναντι σε αντιπάλους όπως η Τότεναμ, η Μίλαν, η Μπέτις, η Κράσνονταρ… Σε ποσοστό, οι νίκες προσεγγίζουν το 58%. Ο Βαλβέρδε είχε 55%. Ο Μίτσελ 44%. Ο Μπάγεβιτς σχεδόν 39%. Ο Μάρκο Σίλβα 37,5%.
Τέτοιες μέρες το 1997 (17 Σεπτεμβρίου) ο Στέλιος Γιαννακόπουλος πετύχαινε το πρώτο τέρμα του Ολυμπιακού στο Champions League (1-0 την Πόρτο στο «Καραϊσκάκη»). Ηταν η μοναδική του νίκη στη φάση των ομίλων εκείνη τη χρονιά. Ακολούθησαν αρκετοί -σποραδικοί- θρίαμβοι, και ακόμη περισσότερες απογοητεύσεις. Οι αποτυχίες της ομάδας στα εκτός έδρας ευρωπαϊκά της παιχνίδια ήταν παροιμιώδεις, για καιρό. Ωσπου ήρθαν και οι νίκες μακριά από το Φάληρο, η βαθμολογική συγκομιδή μεγάλωσε, οι αξέχαστες βραδιές στην Ευρώπη έγιναν πιο συχνές. Με επενδύσεις σε ακριβούς παίκτες (που άλλοι «έπιασαν» και άλλοι όχι), με πειράματα (που άλλα πέτυχαν και άλλα όχι), μα πάντοτε με όραμα και επιμονή.
Σε αυτήν την πορεία των δύο δεκαετιών, ο Ολυμπιακός ψήλωσε ως ευρωπαϊκό μέγεθος. Το βλέπεις στα αποτελέσματα και τις προκρίσεις του. Στο ranking του. Πρωτίστως, όμως, στο παιχνίδι του. Θα κερδίσει, ή θα χάσει. Αλλά, πλέον, δεν υπάρχει αντίπαλος που θα τον τρομάξει.