Συνέπεσε με τον πόλεμο των 48 ωρών στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο και τα γεγονότα που ακολούθησαν, γι’ αυτό πέρασε «στα ψιλά». Αλλά η απόλυση του Ζοσέ Μουρίνιο (και) από την Τότεναμ προστέθηκε ως νέο κεφάλαιο σε ένα από τα μεγάλα μυστήρια του ποδοσφαίρου: πώς είναι δυνατόν, ένας προπονητής που επί μιάμιση δεκαετία «σάρωσε» τα τρόπαια (δύο Τσάμπιονς Λιγκ, δύο Γιουρόπα Λιγκ, οκτώ πρωταθλήματα και κάμποσα Κύπελλα, το όλον 25), με πέντε διαφορετικούς συλλόγους σε τέσσερις διαφορετικές χώρες, να αποτυγχάνει διαρκώς -και παταγωδώς- την τελευταία εξαετία;
Την καριέρα του στα γήπεδα τη ζήλεψαν όλοι οι συνάδελφοί του. Τη συνεργασία του την πόθησαν οι πλουσιότεροι σύλλογοι της Ευρώπης. Το όνομά του ήταν εγγύηση επιτυχίας. Ωσπου, το 2015, άρχισε ο «κατήφορος».
Στις 17 Δεκεμβρίου εκείνης της χρονιάς απολύθηκε από την Τσέλσι, η οποία είχε ηττηθεί σε 9 από τα 16 παιχνίδια του πρώτου γύρου της Πρέμιερ Λιγκ. Αποχώρησε με ποσοστό νικών 59%, 28 μήνες μετά την πρόσληψή του.
Στις 18 Δεκεμβρίου 2018 απολύθηκε από τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία επί των ημερών του είχε δαπανήσει για νέους παίκτες πάνω από 400 εκατομμύρια ευρώ. Πολλά λεφτά για να είναι ικανοποιημένη με το τρόπαιο του Γιουρόπα Λιγκ, το οποίο είχε κατακτήσει τον Μάιο του 2017 στη Στοκχόλμη (ο τελευταίος τίτλος του Μουρίνιο μέχρι σήμερα). Τα άσχημα αποτελέσματα, η απογοητευτική εικόνα της ομάδας στο χορτάρι και η ρήξη του προπονητή με πρωτοκλασάτους ποδοσφαιριστές της, δεν του επέτρεψαν να εξαντλήσει τη χρονική διάρκεια του συμβολαίου του. Αποχώρησε με ποσοστό νικών 58%, 28 μήνες μετά την πρόσληψή του.
Το καλοκαίρι του 2019 ο άλλοτε περιζήτητος προπονητής δέχτηκε μόνο μια (σοβαρή) επαγγελματική πρόταση – και αυτή από την Κίνα (Γκουαντζού Εβεργκράντε). Την απέρριψε. Και λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο, του «χτύπησε την πόρτα» η Τότεναμ. Εμοιαζε μεγάλη ευκαιρία να αποκαταστήσει το status και τη φήμη του. Ο Μαουρίσιο Ποτσετίνο είχε αφήσει πίσω του μια ανταγωνιστική ομάδα, η οποία είχε φτάσει στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ (έχασε το τρόπαιο από τη Λίβερπουλ). Επιπλέον, ο σύλλογος του Βόρειου Λονδίνου δεν είχε τις απαιτήσεις, ούτε της Τσέλσι, ούτε της Γιουνάιτεντ. Το τελευταίο του «παράσημο» στην Αγγλία ήταν η συμμετοχή του στον τελικό του Λιγκ Καπ το 2015, όπου γνώρισε την ήττα από την Τσέλσι.
Λίγοι μπορούσαν να φανταστούν οτι, εκεί, η αποτυχία του Μουρίνιο θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Με τη… φόρα που είχε, τον Σον να σκοράρει ακατάπαυστα και τον Χάρι Κέιν καταπληκτικό ως δημιουργό, τον περασμένο Δεκέμβριο η Τότεναμ βρισκόταν στην πρώτη θέση της Πρέμιερ Λιγκ. Εστω, με αρκετή δόση τύχης. Είχε νικήσει τη Μάντσεστερ Σίτι (2-0) με μόνο δύο σουτ προς την αντίπαλη εστία. Και την Αρσεναλ, με το ίδιο σκορ, με τρία σουτ. Αλλά αυτό δεν ήταν δυνατόν να συνεχιστεί για πολύ. Από τις 13 Δεκεμβρίου έως τις 18 Απριλίου, τα «Σπιρούνια» γνώρισαν εννέα ήττες και κατρακύλησαν στην 7η θέση. Ο «Special One» αποχώρησε με ακόμη μικρότερο ποσοστό νικών (51%), 17 μήνες μετά την πρόσληψή του.
Αφησε τους Λονδρέζους σε πολύ χειρότερη κατάσταση από εκείνη στην οποία τους είχε βρει. Στο περυσινό Τσάμπιονς Λιγκ αποκλείστηκαν στην πρώτη τους νοκ-άουτ αναμέτρηση, με δύο ήττες από τη Λειψία. Η 6η θέση που κατέλαβαν στην Πρέμιερ Λιγκ, δεν τους έδωσε το δικαίωμα να συμμετάσχουν στην εφετινή διοργάνωση. «Ξέπεσαν» στο Γιουρόπα Λιγκ, όμως κι εκεί τους περίμενε μια αναπάντεχη ταπείνωση: έχασαν στο Ζάγκρεμπ από την Ντινάμο με 3-0 και δεν έφτασαν ούτε στους «8». Για πρώτη φορά μετά το 2003 ο Μουρίνιο ολοκλήρωσε τη συνεργασία του με έναν σύλλογο χωρίς να κατακτήσει ούτε ένα, τόσο δα, Κυπελλάκι. Αλλά το χειρότερο είναι οτι στα χέρια του η Τότεναμ, που επί Ποτσετίνο χαιρόσουν να τη βλέπεις, μεταμορφώθηκε σε μια αργή, φοβική, αποκρουστική ομάδα, χωρίς ομαδικότητα και χωρίς μαχητικότητα.
Από το 2002, που ανέλαβε την Πόρτο, έως το τέλος της σεζόν 2014-2015, που πήρε το πρωτάθλημα Αγγλίας με την Τσέλσι, ο «Mou» έγραψε ένα πολύ ξεχωριστό κεφάλαιο στο βιβλίο της ιστορίας του ποδοσφαίρου. Ακόμη κι αν διαφωνούσες με τον τρόπο του, ο τρόπος του ήταν αποτελεσματικός. Εφερνε νίκες, προκρίσεις και τρόπαια. Ηταν ο «κυρίαρχος του παιχνιδιού», αλλά σε μια εποχή που το παιχνίδι ήταν εντελώς διαφορετικό από το σημερινό. Με το «ταμπούρι» σήκωσε η Ελλάδα το Euro του 2004, με το «ταμπούρι» και η Ιταλία το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2006. Ωσπου η Μπαρτσελόνα του Γκουαρντιόλα άλλαξε τα δεδομένα, παρουσιάζοντας ένα «άλλο» ποδόσφαιρο που (σχεδόν) όλοι προσπάθησαν να μιμηθούν. Ολοι, εκτός από τον Πορτογάλο. Αυτός δεν πίστεψε ποτέ οτι υπάρχει συνταγή επιτυχίας καλύτερη από τη δική του.
Οσο πιο επιθετικό γινόταν το ποδόσφαιρο, τόσο πιο φοβικά αντιμετώπιζε τους αντιπάλους του ο Μουρίνιο, αρνούμενος πεισματικά να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες. Οι τακτικές του έμοιαζαν πρωτόγονες και ξεπερασμένες από καιρό, όμως, πλέον, δεν ήταν μόνο ζήτημα αισθητικής. Οι ομάδες του έπαψαν να εντυπωσιάζουν, ακόμη και στην ανασταλτική τους λειτουργία που ήταν το «φόρτε» τους, επειδή καμια άμυνα, πια, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες επιθέσεις. Το αντίδοτο στην επιθετικότητα είναι η κατοχή μπάλας, κι όχι το κυνήγι της στα πόδια των «απέναντι».
Ο Μουρίνιο επιμένει να διδάσκει την μπάλα που τον έκανε πλούσιο και διάσημο, αλλά σήμερα αυτός ο τρόπος παιχνιδιού δεν έχει την παραμικρή τύχη. Η δική του Τότεναμ ήταν η ομάδα που κρατούσε την μπάλα στο 1/3 του αντιπάλου, λιγότερο από κάθε άλλη ομάδα της εφετινής Πρέμιερ Λιγκ. Διόλου τυχαία, έχασε τους περισσότερους βαθμούς σε παιχνίδια στα οποία είχε προηγηθεί στο σκορ. Ποια ήταν η «απάντηση» του Πορτογάλου στο πρόβλημα; Η διαρκής αλλαγή προσώπων στο κέντρο της άμυνας, και το δημόσιο ανάθεμα στους παίκτες του, το οποίο διαλύει κάθε ψυχικό δεσμό τους με τον προπονητή τους.
Πολλοί πιστεύουν οτι μετά τις τρεις διαδοχικές του αποτυχίες, στην Τσέλσι, τη Γιουνάιτεντ και την Τότεναμ, ο 58χρονος Μουρίνιο δεν θα έχει άλλη ευκαιρία να προπονήσει αγγλική ομάδα, ή ακόμη και κάποιο από τα club της ευρωπαϊκής «ελίτ». Λογική σκέψη, για έναν τεχνικό που έφτασε να κερδίζει περισσότερα από τις αποζημιώσεις του λόγω απόλυσης (η Independent εκτιμά οτι ξεπερνούν τα 70 εκατ. ευρώ), παρά από τις αμοιβές για την εργασία του.
Είναι κάτι που θα το δείξει ο χρόνος. Προς το παρόν, θα επιστρέψει σε μια άλλη δουλειά, στην οποία τα καταφέρνει περίφημα: του ποδοσφαιρικού αναλυτή. Οπως ανακοινώθηκε σήμερα, συμφώνησε με το TalkSport, τον αθλητικό ραδιοφωνικό σταθμό που μεταδίδει τα ματς της Πρέμιερ Λιγκ στη Βρετανία, να σχολιάζει στη συχνότητά του αγώνες του Euro το προσεχές καλοκαίρι.