Τα τελευταία χρόνια, το Χόλιγουντ είχε στερηθεί έναν από τους σημαντικότερους ηθοποιούς του. Το 2017, ο Ντένζελ Ουάσινγκτον κέρδισε για ένατη φορά μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου, με το ενδιαφέρον αλλά υποτιμημένο δράμα «Στα όρια» («Roman J. Israel, Esq.»). Εκτοτε, όμως, ο μεγαλύτερος σταρ της γενιάς του έλειψε από το σινεμά, με εξαίρεση την εμφάνισή του το 2018, στο μάλλον απογοητευτικό σίκουελ «The Equalizer 2». Έτσι, η παρουσία του και πάλι στην οθόνη με το θρίλερ «The Little Things», που προβάλλεται στο HBO Max, είναι γεγονός για τους θαυμαστές του. Υποδύεται έναν κουρασμένο πλην όμως εμμονικό ντετέκτιβ, που προσπαθεί να λύσει ένα μυστήριο. Παίζει εκπληκτικά, αν και η ίδια η ταινία δεν είναι αριστούργημα, γράφει ο Ντέιβιντ Σιμς στο Atlantic.
Ο Ουάσινγκτον έχει ερμηνεύσει τον ρόλο του αστυνομικού πολλές φορές στην καριέρα του, σκηνοθετημένος από τον Τόνι Σκοτ («Διά πυρός και σιδήρου», «Deja Vu: 4 Ημέρες, 6 Ώρες Πίσω»), τον Καρλ Φράνκλιν («Ο Διάβολος σε μπλε φόρεμα», «Εκτός χρόνου»), τον Φίλιπ Νόις («Συλλέκτης οστών»), και τον Σπάικ Λι («Ο υποκινητής») για το Netflix.
Ο «Συλλέκτης οστών» μοιάζει αρκετά με τα «Μικρά Πράγματα»: και οι δύο είναι ιστορίες κατά συρροή δολοφόνων, είδος «πολυφορεμένο», θα έλεγε κανείς, και βαρετό, ειδικά όταν πέφτει σε λάθος χέρια. Αποκτά, όμως, ιδιαίτερο ενδιαφέρον όταν παίζει ο Ουάσινγκτον. Τα «Μικρά Πράγματα» («The Little Things») είναι, μάλιστα, από εκείνες τις ταινίες που σου προκαλούν τη νοσταλγική επιθυμία να πας σινεμά μόνος ένα βράδυ και να γυρίσεις σπίτι σου με μια αίσθηση ικανοποίησης, γράφει ο Σιμς.
Ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης Τζον Λι Χάνκοκ, που έχει σκηνοθετήσει επιτυχίες μεσαίου προϋπολογισμού –μεταξύ άλλων τις ταινίες «The Rookie», «Μια σχέση στοργής» και «Ο ιδρυτής μιας αυτοκρατορίας»–, έγραψε το σενάριο της ταινίας το 1993, με σκοπό αρχικά να τη σκηνοθετήσει ο Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το σενάριο εξετάστηκε επίσης από τον Κλιντ Ιστγουντ και τον Γουόρεν Μπίτι, προτού τελικά –και με την έγκριση της Warner– αποφασίσει ο Χάνκοκ να το γυρίσει ο ίδιος. Το αποτέλεσμα είναι μια ταινία που δεν διακρίνεται για την πρωτοτυπία της ούτε για την ατμόσφαιρά της, μένει όμως αξέχαστη για τις ερμηνείες της, αλλά και για την έκπληξη της τελικής σκηνής, που προσφέρει έναν ζοφερό σχολιασμό για το είδος των θρίλερ με serial killers.
Με φόντο το Λος Άντζελες και τις πιο ερημικές τοποθεσίες των γουέστερν της Καλιφόρνια, η ταινία ακολουθεί δύο διαφορετικούς αστυνομικούς που ερευνούν μια σειρά από φόνους. Και χρονικά είναι τοποθετημένη στο 1990, όταν οι ερευνητές δεν μπορούν να επωφεληθούν από τα κινητά τηλέφωνα ή το Διαδίκτυο. Ο Ντένζελ Ουάσινγκτον υποδύεται τον Τζο Ντίκον, έναν μετριόφρονα σερίφη στην κομητεία Κερν, που κάποτε ήταν ένας από τους σταρ της αστυνομίας του Λ.Α., αλλά απομακρύνθηκε λόγω της εμμονής του με μια σειρά άλυτων ανθρωποκτονιών. Τον έχει αντικαταστήσει στα κεντρικά ο νεαρός Τζίμι Μπάξτερ, τον οποίο υποδύεται ο Ράμι Μάλεκ. Ο Μπάξτερ συνειδητοποιεί κάποια στιγμή ότι η δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας πιθανότατα συνδέεται με τις παγωμένες υποθέσεις του προκατόχου του. Μεγάλο μέρος της ταινίας επικεντρώνεται στη ένταση που υπάρχει μεταξύ τους. Ο βαριεστημένος κυνισμός του Ντίκον και η τάση του να αγνοεί τη διαδικασία προσκρούει στην τυπικότητα του Μπάξτερ.
«Δώσε βάση στα μικρά πράγματα» λέει στον νεαρό αντικαταστάτη του ο παλαιάς κοπής ντετέκτιβ, που εμπιστεύεται το ένστικτό του στις δύσκολες υποθέσεις. Και τα πράγματα θα έρρεαν καλύτερα αν υπήρχε λίγο περισσότερη χημεία ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές, όπως π.χ. με το ντουέτο Ντένζελ Ουάσινγκτον και Κριν Πάιν στο «Ασταμάτητο» (2010) του Τόνι Σκοτ.
Αλλά ο Μάλεκ είναι αρκετά μονοκόμματος στον ρόλο του, το σαγόνι του σφίγγεται συνεχώς και το βλέμμα του είναι κενό. Με τις ερμηνείες του σε ταινίες όπως το «Μικρά όμορφα πλάσματα» και «The Master», ο Μάλεκ έδειξε το συναρπαστικό ταλέντο του και δικαιώθηκε με τον ρόλο του Φρέντι Μέρκιουρι στη βιογραφική ταινία «Bohemian Rhapsody», που του χάρισε το 2018 τη Χρυσή Σφαίρα Α’ Ανδρικού Ρόλου σε Δραματική Ταινία, το Όσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου και το BAFTA Α’ Ανδρικού Ρόλου.
Δίπλα του, όμως, ο πάντα αξιόπιστος Ντένζελ Ουάσινγκτον ερμηνεύει τον Ντίκον με απόλυτη φυσικότητα. Με τους ώμους κυρτούς περπατάει σέρνοντας ελαφρώς τα πόδια του και μουρμουρίζει τις ατάκες του με καθηλωτική ειλικρίνεια. Το βασικό θέμα της ταινίας είναι ότι ο Ντίκον δεν μπορεί να ξεφύγει από τις δολοφονίες που απέτυχε να εξιχνιάσει, και ο Ουάσινγκτον βουτάει στην ενοχή του χαρακτήρα του χωρίς να θυσιάζει τη γοητεία του σταρ.
Το σενάριο αφορά μεν τον τρόπο με τον οποίο ο Ντίκον και ο Μπάξτερ προσπαθούν να εξιχνιάσουν μια υπόθεση, αλλά αναφέρεται επίσης στο γεγονός ότι το κυνήγι της δικαιοσύνης μπορεί να ακρωτηριάσει συναισθηματικά πολλά υποσχόμενους ανθρώπους, όπως ο Ντίκον, και να τους κάνει να ζουν μισή ζωή, στοιχειωμένοι από τα θύματα που δεν μπόρεσαν να σώσουν. Οταν ο Αλμπερτ Σπάρμα, τον οποίο ερμηνεύει ο Τζάρεντ Λέτο, εμφανίζεται περίπου στη μέση της ταινίας, το «The Little Things» μετατοπίζεται σε μια ηθικά διφορούμενη περιοχή.
Ο Λέτο παίζει τον Αλμπερτ με ανατριχιαστικό τρόπο. Είναι ένας μυστηριώδης μοναχικός τύπος με λιπαρά μαλλιά και παγωμένο άδειο βλέμμα, που περιφέρεται από ‘δώ κι από ‘κεί χωρίς σταθερή δουλειά ή κατοικία. Και γνωρίζει κάθε λεπτομέρεια γύρω από τα εγκλήματα που ερευνώνται. Είναι τόσο προφανής ύποπτος, ώστε αναρωτιέται κανείς προς τι η εμμονή των δύο αστυνομικών, οι οποίοι στο πρώτο μισό της ταινίας είναι τόσο αποφασισμένοι να λύσουν την υπόθεση.
Η ψυχολογική πολυπλοκότητα των χαρακτήρων, όμως, δίνει στην ταινία μια ελαφρώς πιο φρέσκια ματιά, σε αντίθεση με τα περισσότερα δράματα με serial killers, τα οποία επικεντρώνονται απλώς στην τοποθέτηση τελικά όλων των κομματιών του παζλ. Και η ερμηνευτική δεινότητα του Ντένζελ Ουάσινγκτον αρκεί για να κάνει ενδιαφέρουσες ακόμα και τις πιο συνηθισμένες σκηνές της ταινίας.