Η πρώτη γνωριμία έγινε το 2017. Δύο χρόνια πριν, στην Κρήτη. Οινοποιεία, μοναστήρι, ξενοδοχεία και συνεταιρισμοί. Ολοι συμμετείχαν σε μια προσπάθεια να υιοθετήσουν στην πράξη αειφόρες μεθόδους. Στην τροφή και στον τουρισμό. Γιατί τα δύο είναι αλληλένδετα.
Καταλύτης για να το τολμήσουν ήταν το πιλοτικό πρόγραμμα του TUI Care Foundation, μια ενέργεια εταιρικής κοινωνικής ευθύνης του κορυφαίου ταξιδιωτικού οργανισμού σε έναν από τους μεγαλύτερους προορισμούς του, την Κρήτη. Στόχος, η σύνδεση του τουρισμού με τον αγροδιατροφικό τομέα στην κατεύθυνση της αυθεντικής εμπειρίας. Η στήριξη των μικρών παραγωγών, αλλά και των πρακτικών που σκέφτονται την επόμενη μέρα στο περιβάλλον.
Το θέμα της κλιματικής αλλαγής υπήρχε και τότε στη διεθνή ατζέντα, αλλά δεν ήταν τόσο διακριτό και επίκαιρο, όπως στις ημέρες μας, με τις ακραίες καιρικές διακυμάνσεις στην Ευρώπη, τις πυρκαγιές στη Σιβηρία, τις πλημμύρες, το χαλάζι. Και μόλις τη Δευτέρα, 29 Ιουλίου, ανακοινώθηκε ότι εξαντλήθηκαν οι φυσικοί πόροι του πλανήτη για φέτος.
Φιλοδοξία του προγράμματος, κατ’ επέκταση, είναι η αναβάθμιση του μείγματος των ταξιδιωτών στη χώρα. Μέσα από ερεθίσματα που θα δοθούν σε «ποιοτικούς επισκέπτες», ώστε να ανακαλύψουν τον τόπο πέρα από το ταξιδιωτικό πακέτο.
Αλλά και η προστιθέμενη αξία που παίρνει ένας τόπος με αυθεντικότητα και εμπειρίες. Γι’ αυτό και οι ώριμες τουριστικές αγορές πρέπει να επενδύσουν στην ποιότητα, τόνισε ο Senior Manager Media Relations International Markets της TUI Ευάγγελος Γεωργίου.
Στο πρόγραμμα «TUI Cares for Crete»: «Κρήτη: Πρώτα βήματα προς έναν βιώσιμο διατροφικό προορισμό», που ξεκίνησε το 2017, συμμετείχε ο αγροτικός συνεταιρισμός της Κριτσάς – με 1.350 ελαιοπαραγωγούς που καλλιεργούν περισσότερα από 300.000 ελαιόδεντρα – 192 καλλιεργητές σε αμπέλια και σιτηρά, η Ιερά Μονή Επανωσήφη που διαθέτει 22.000 στρέμματα γης, τρεις παραγωγοί τροφίμων και εννέα ξενοδοχειακές μονάδες, από πέντε αλυσίδες ξενοδοχείων. Τα προϊόντα είναι λάδι, κρασί και δημητριακά από συνολικά 3.000 στρέμματα γης που καλλιεργήθηκαν με παραδοσιακό τρόπο.
Ο σχεδιασμός του προγράμματος έγινε από την TUI Care Foundation σε συνεργασία με τον γερμανικό οργανισμό Futouris και τοπικό συνεργάτη τη Local Food Experts. Προέβλεπε τη συνεργασία παραγωγών, μεταποιητών και ξενοδόχων, ώστε να επιτευχθεί η στροφή στις παραδοσιακές καλλιέργειες. Αλλά και την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών στις ξενοδοχειακές υπηρεσίες.
«Ο τουρισμός είναι ένα εργαλείο. Είναι η χρήση του εργαλείου που το κάνει καλό ή κακό», σημείωσε ο συνιδρυτής της Local Food Experts, Κώστας Μπουγιούρης, με ειδίκευση στην Οικολογική Γεωργία. «Θέλουμε πρωτίστως να κάνουμε τους παραγωγούς μας να αισθανθούν ασφαλείς, ότι θα μπορέσουν να επιτύχουν τις παραγωγές, τις ποσότητες και τις τιμές που θέλουν», προσέθεσε. «Η βιώσιμη καλλιέργεια είναι καλή, αλλά οι παραγωγοί συχνά αισθάνονται ανασφάλεια». Οταν όμως ένας κορυφαίος ταξιδιωτικός οργανισμός το υποστηρίζει, πείθονται.
Οι άνθρωποι λοιπόν πρέπει να κινητοποιηθούν. Η αγροτική παραγωγή δεν είναι μόνο τροφή. Αλλά και άνθρωποι. Και ο τουρισμός είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για να αναδείξει τοπικές κοινωνίες.
Το κίνητρο για τη συμμετοχή των παραγωγών στο πρόγραμμα που χρηματοδότησε η TUI Care στην Κρήτη ήταν η διαβεβαίωση για την απορρόφηση του συνόλου της παραγωγής που θα προέκυπτε μέσα από την καλλιέργεια της γης χωρίς τη χρήση χημικών. Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται εφέτος το φθινόπωρο. Τότε θα γίνει και ο απολογισμός. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν οι παραγωγοί, οι επιχειρήσεις, οι συνεταιρισμοί, θα συνεχίσουν στο μονοπάτι που διδάχτηκαν.
Ουσιαστικά θα φανεί αν αυτό που επιχειρήθηκε με το πρόγραμμα, να αλλάξει τη νοοτροπία στους κατοίκους των αγροτικών περιοχών, επιτεύχθηκε.
Αρχές Ιουλίου βρεθήκαμε ξανά στην Κρήτη για να δούμε την εξέλιξη του προγράμματος.
Το TUI Care Foundation ιδρύθηκε το 2016 και το πρόγραμμά του στην Κρήτη είναι ένα από μια σειρά που πραγματοποιούνται σε επτά προορισμούς σε Ευρώπη, Τουρκία και Αφρική, με στόχο την προστασία του πολιτισμικού πλούτου και την ανάδειξη της γαστρονομικής κληρονομιάς, εξήγησε ο επικεφαλής Strategic Programmes του TUI Care Foundation Γιοστ Νιούμαν.
Δύο οινοποιεία συμμετείχαν στο πρόγραμμα: το Οινοποιείο Λυραράκη και το Κτήμα Μιχαλάκη. Το τελευταίο βρίσκεται στον Δήμο Αρχανών – Αστερουσίων και συνεργάζεται με 25 τοπικούς παραγωγούς. Πρόσφατα παρουσίασε το πρώτο του βιολογικό κρασί. Αλλά και οι εγκαταστάσεις έχουν προσαρμοστεί στις βιώσιμες πρακτικές. Οι δεξαμενές είναι σε κλειστό χώρο, επιτρέποντας την εξοικονόμηση ενέργειας, χωρίς να επιβαρύνεται το περιβάλλον. Ενώ έχει κατασκευαστεί τεχνητή λιμνοδεξαμενή που συλλέγει το βρόχινο νερό, ώστε εάν χρειαστεί να αρδεύονται τα αμπέλια τους καλοκαιρινούς μήνες.
Στο λάδι, στο πρόγραμμα συμμετέχει ο Αγροτικός Συνεταιρισμός Κριτσάς, που αριθμεί 1.350 μέλη – ελαιοπαραγωγούς. Κυρίως μικροκαλλιεργητές. Το ελαιόλαδο του Αγροτικού Συνεταιρισμού Κριτσάς προέρχεται από ελαιώνες που εφαρμόζουν βιώσιμες καλλιεργητικές και απορροφάται από τις εννέα ξενοδοχειακές μονάδες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα. Ποσοστό 30% εξάγεται.
Ομως η κλιματική αλλαγή έχει δείξει τα σημάδια της ήδη. Εξαιτίας της μείωσης των βροχοπτώσεων τον χειμώνα, έχει περιοριστεί και η παραγωγή λαδιού.
Ανάμεσα στα εννέα ξενοδοχεία που συμμετέχουν στο πρόγραμμα είναι το Agapi Beach και Blue Palace (Sbokos Group) και το Creta Maris (Metaxa Hospitality Group). Στο Agapi Beach, ο γενικός διευθυντής του ξενοδοχείου Δημήτρης Στρατίκης επισήμανε τα φωτοβολταϊκά πάνελ και τις αντλίες θερμότητας για εξοικονόμηση ενέργειας που χρησιμοποιεί η μονάδα, περιορίζοντας παράλληλα την κατανάλωση πλαστικών και αντικαθιστώντας το λευκό χαρτί υγείας με ανακυκλωμένο. Στο Creta Maris, o διευθυντής του ξενοδοχείου Νίκος Βλασσιάδης ξενάγησε την αποστολή στον βιολογικό λαχανόκηπο.
Λίγο νωρίτερα, στην ιστορική μονή Επανωσήφη, ο Ηγούμενος Βαρθολομαίος μας εξηγούσε πώς προσπαθεί να εμφυσήσει τις βιώσιμες πρακτικές στους καλλιεργητές της γης. Η Μονή συμμετέχει στο πρόγραμμα της TUI Care και διαθέτει εκτάσεις που υπολογίζονται στα 22.000 στρέμματα. Το 90% από αυτές καλλιεργούνται από ακτήμονες καλλιεργητές της περιοχής, ενώ 10% των εκτάσεων καλλιεργείται από τους μοναχούς. Η γη θρέφει το μοναστήρι τα τελευταία 200 χρόνια. «Πάντα οι μοναχοί έκαναν βιολογική καλλιέργεια, τη δίδασκαν ο ένας στον άλλο», ανέφερε ο Ηγούμενος Βαρθολομαίος. Ωστόσο, τα τελευταία 30 χρόνια «υπήρξε μια καμπή, ασκήθηκε πίεση για τη χρήση φυτοφαρμάκων». Είναι «δύσκολο να πείσουμε όλους τους υπόλοιπους να κάνουν το ίδιο», καθώς «οι άνθρωποι πρώτα βλέπουν τις οικονομικές απολαβές και έχουν την ανάγκη να ξέρουν ότι η παραγωγή τους δεν θα μείνει».
Θα πειστούν αυτοί οι άνθρωποι; Και αν πειστούν και αλλάξουν, χρησιμοποιώντας μεθόδους βιώσιμης καλλιέργειας, θα βρουν ανταπόκριση, ώστε να επιβιώσουν στην καθημερινότητά τους;
Αυτό είναι το στοίχημα. Και εδώ η ευθύνη είναι συλλογική.
Είναι καιρός να σκεφτούμε όλοι ποιο είναι το αύριο που θα καλλιεργήσουμε.