Μία καντίνα που απέχει ελάχιστα από το μέτωπο του Ντονμπάς επισκέπτονται οι ουκρανοί στρατιώτες στα διαλείμματα της μάχης, κάνοντας ολιγόλεπτο ρεπό – τόσο όσο διαρκεί ένας «αμερικανικός καφές» σε χάρτινο ποτήρι. Το μαγαζάκι αυτό τους εφοδιάζει επίσης με ξηρά τροφή και με ένα ρόφημα που περιέχει ταυρίνη, δηλαδή τη βασική ουσία των λεγόμενων ενεργειακών ποτών που τονώνουν το κεντρικό νευρικό σύστημα. Ο δημοσιογράφος Φάμπιο Τονάτσι επισκέφθηκε το μέρος για λογαριασμό της Repubblica.
Ο Ιταλός, μαθημένος στον εσπρέσο, αποκάλεσε «αμερικανικό» τον καφέ φίλτρου από συνήθεια ίσως, όπως ακριβώς λέγεται στην πατρίδα του αυτή η κατηγορία καφέδων (την οποία, εννοείται, απαξιώνουν και δεν καταναλώνουν οι Ιταλοί – τη θεωρούν «νεροζούμι» και την έχουν για τους ξένους). Ωστόσο μπορεί να έκανε και πολύ διακριτικό μπλακ χιούμορ. Εξάλλου και η καντίνα ονομάστηκε σκωπτικά «Lucky Café», το τυχερό καφενείο σαν να λέμε, διότι μόνο όποιος είναι τυχερός και δεν έχει σκοτωθεί στο μέτωπο πίνει εκεί ένα καφεδάκι. Ο σαρκασμός πλανάται στον αέρα, λοιπόν.
Μίλησε με διαφόρους ο Τονάτσι. Ολοι πέρναγαν από εκεί, από «το τελευταίο κομμάτι του Λουγκάνσκ που μπορεί ακόμα να ονομάζεται Ουκρανία», προερχόμενοι από το μέτωπο του Σεβεροντονέτσκ, «του πιο επικίνδυνου μέρους στον κόσμο αυτή την ώρα». Ολοι οι φαντάροι τού μίλησαν για τις μεγάλες απώλειες της ουκρανικής πλευράς, αφού «ο ρωσικός στρατός έχει αναπτύξει τα πιο θανατηφόρα όπλα».
Κάποιος Αρτέμ, ρουφώντας τον «αμερικανικό» του, μονολογούσε ψιθυριστά: «Μακάρι να μην τελειώσει ποτέ [ο καφές, όχι ο πόλεμος]… Είμαι 30 χρόνων, έχω δύο παιδιά και σύζυγο, δεν θέλω να πεθάνω…» Τα μάτια του είναι γεμάτα θυμό για τη Δύση που καθυστερεί, έγραψε ο Τονάτσι: «Γιατί πεθαίνουμε εκεί πέρα; Πρέπει να πούμε την αλήθεια: πεθαίνουμε σωρηδόν. Μας σφάζουν με το Πυροβολικό. Τι διάολο περιμένετε εσείς οι Δυτικοί για να μας στείλετε βλήματα μεγάλου βεληνεκούς;»
Το «Lucky Café» είναι το μοναδικό ανοιχτό καφενείο στην έρημη πόλη Μπαχμούτ. Πελάτες του είναι μόνο οι ουκρανοί φαντάροι, «κουρασμένοι και βρώμικοι, με τα χέρια τους μαυρισμένα από τα χώματα και τα λιπαντικά των Καλάσνικοφ». Ακουμπούν στον πάγκο και «ανάβουν ένα Marlboro». Αστειεύονται με τον τρελό του χωριού που περιφέρεται ασκόπως βρίζοντας χυδαία ενώ κοιτάζει τον ουρανό.
Οσα είπε ο Αρτέμ ενόχλησαν κάποιους άλλους. «Ορισμένα πράγματα δεν πρέπει να λέγονται, καταρρακώνουν το ηθικό του στρατεύματος» είπαν, παραδεχόμενοι ωστόσο ότι «αυτές τις ημέρες το ηθικό δεν είναι και πολύ υψηλό». Κανείς δεν αντέτεινε, πάντως, ότι ο Αρτέμ λέει ψέματα. «Στην ομάδα μου ήταν 700 άτομα, τώρα είμαστε 120». Ο ίδιος γλίτωσε επειδή φορούσε αλεξίσφαιρο γιλέκο. «Χωρίς αυτό δεν θα ήμουν τώρα εδώ. Αντέχουμε, αλλά δεν ξέρω για πόσο καιρό θα μπορέσουμε να κρατήσουμε τη γραμμή του Σεβεροντονέτσκ. Ισως μία εβδομάδα, όχι περισσότερο».
Το «Lucky Café» έχει, βέβαια, άλλη ονομασία – ο Ιταλός δεν την αποκάλυψε για λόγους ασφαλείας. Το δουλεύει «η γενναία κυρα-Ολγα», το άτομο που μοιράζει τα προαναφερθέντα κρύα σάντουιτς και τα ροφήματα με την ταυρίνη. «Πώς νομίζεις ότι στεκόμαστε όρθιοι;» είπε κάποιος Στανισλάβ στον δημοσιογράφο, αρκετά απότομα κιόλας, προτού χωθεί σε ένα αυτοκίνητο με το σύνθημα «Θάνατος στους Ρώσους» γραμμένο στην πόρτα του.
«Οι ουκρανοί φαντάροι που πολεμούν εδώ, τόσο μακριά από το Κίεβο και από την προπαγάνδα του, είναι ένα αξιόπιστο δείγμα για να αντιληφθούμε πώς πραγματικά εξελίσσεται ο πόλεμος. Οι περισσότεροι από δαύτους θεωρούν δεδομένη την απώλεια του Λουγκάνσκ, κρίνουν ότι ο πραγματικός τακτικός στόχος είναι η επιβράδυνση της ρωσικής προέλασης έως ότου αναδιοργανωθεί η ουκρανική άμυνα με τη βοήθεια του ΝΑΤΟ. Θέλουν βλήματα μεγάλου βεληνεκούς. Λένε όμως ότι δεν υποχώρησαν και ότι η αντεπίθεσή τους θα αρχίσει περί τα μέσα του Ιουνίου» έγραψε ο Τονάτσι.
Εδωσε και μερικά επιπλέον στοιχεία, ακριβώς όπως του τα μετέφεραν οι ουκρανοί στρατιώτες: «Οι Ρώσοι έχουν τρεις μεραρχίες Πυροβολικού. Κάθε μεραρχία έχει 18 πυροβόλα, κάθε όπλο εκτοξεύει 160 βολές. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μέρα είναι ικανοί να ρίχνουν 8.000 βλήματα σε μια περιοχή τεσσάρων τετραγωνικών χιλιομέτρων. Εμείς, χωρίς τα βαριά όπλα της Δύσης, δεν μπορούμε να τους σταματήσουμε…». Ο Τονάτσι πρόλαβε και έγραψε άλλες δύο αράδες και έκλεισε το ρεπορτάζ του: «Η καντίνα έκλεισε ξαφνικά, αφού το ηλεκτροπαραγωγικό εργοστάσιο της περιοχής βομβαρδίστηκε, και τώρα δεν υπάρχει ρεύμα…».