Τα γερασμένα πρόσωπα των επτά Ιταλών – ήδη καταδικασθέντων από την ιταλική Δικαιοσύνη – πρώην τρομοκρατών που συνελήφθησαν τα ξημερώματα της Τετάρτης στο Παρίσι, επαναφέρουν την Ιταλία και τους πολίτες της στα περιβόητα και αιματηρά «Μολυβένια Χρόνια» (Anni di Piombo), δηλαδή σε μία τραγωδία που εκτυλίχθηκε από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 έως τις αρχές της δεκαετίας του 1980, με το δημόσιο βίο της χώρας να σημαδεύεται από την αποκαλούμενη «στρατηγική της έντασης» και πάμπολλες τρομοκρατικές ενέργειες από ακροαριστερές και ακροδεξιές οργανώσεις.
Οι συλληφθέντες της Τετάρτης ανήκουν ή μάλλον ανήκαν όλοι στον χώρο της ακροαριστεράς. Στο πλαίσιο της επιχείρησης «Ombre Rosse» (Κόκκινες Σκιές) συνελήφθησαν επτά άνθρωποι, πέντε άνδρες και δύο γυναίκες, που παρότι έχουν καταδικαστεί για τα εγκλήματά τους, ζούσαν επί δεκαετίες ελεύθεροι στη Γαλλία.
Ο πιο γνωστός από τους συλληφθέντες είναι μάλλον ο Τζόρτζο Πιετροστεφάνι, ο οποίος, ωστόσο, δεν ανήκε σε κάποια τρομοκρατική οργάνωση, αλλά στη «Lotta Continua», μια ακροαριστερή εξωκοινοβουλευτική ομάδα που δρούσε φανερά. Εχοντας συμπληρώσει 77 χρόνια ζωής, είναι ο πιο ηλικιωμένος μεταξύ των συλληφθέντων και καλείται να εκτίσει ποινή κάθειρξης 14 ετών.
Μαζί με άλλους τρεις συντρόφους του καταδικάστηκε για τη δολοφονία, τον Μάιο του 1972, ενός επιθεωρητή της Αστυνομίας τον οποίο η «Lotta Continua» είχε κρίνει ένοχο για τον θάνατο ενός αναρχικού τον Δεκέμβριο του 1969. «Επρόκειτο για ένα πολιτικό έγκλημα που έλαβε χώρα πριν οι Ερυθρές Ταξιαρχίες αρχίσουν να αναλαμβάνουν την ευθύνη των δολοφονιών τους το 1974», εξηγεί ο Τζοβάνι Μπιανκόνι στην έντυπη έκδοση της Corriere della Sera.
Κυρίες με υψηλές γνωριμίες…
Οι καταδικασθείσες σε ισόβια κάθειρξη Μαρίνα Πετρέλα και Ρομπέρτα Καπέλι, ηλικίας 66 και 65 ετών αντίστοιχα, ανήκαν στο δίκτυο των Ερυθρών Ταξιαρχιών στη Ρώμη, και κρίθηκαν ένοχες, μεταξύ άλλων, και για τη δολοφονία ενός αξιωματικού των Καραμπινιέρων τον Δεκέμβριο του 1980. Η Μαρίνα Πετρέλα συμμετείχε και στην απαγωγή ενός εισαγγελέα ενώ αρκετά χρόνια μετά την καταφυγή της στη Γαλλία το 1993, συνελήφθη το 2008 και λίγο έλειψε να εκδοθεί στην Ιταλία.
Ο Νικολά Σαρκοζί αποφάσισε την τελευταία στιγμή να μην την παραδώσει στις ιταλικές αρχές, λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της υγείας της αλλά και το έντονο ενδιαφέρον της κουνιάδας του, της ηθοποιού Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι, αδελφής της Κάρλα Μπρούνι, η οποία είχε μάλιστα επισκεφτεί την πρώην τρομοκράτισσα στη φυλακή.
Στις τάξεις των Ερυθρών Ταξιαρχιών ανήκαν επίσης o 65χρονος Τζοβάνι Αλιμόντι (κάθειρξη 11 ετών), ο 66χρονος Εντσο Καλβίτι (18 χρόνια) και ο 63χρονος Σέρτζο Τορνάγκι (ισόβια) ο οποίος είχε συλληφθεί το 1985 από τις γαλλικές αρχές αλλά αφέθηκε ελεύθερος αφότου απορρίφθηκε το αίτημα έκδοσής του στην Ιταλία.
Ο έβδομος από τους συλληφθέντες του Παρισιού είναι ο Ναρτσίζο Μανέντι, ηλικίας 63 ετών που ανήκε στην ακροαριστερή ένοπλη οργάνωση Nuclei Armati Contropotere Territoriale και έχει καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για τη δολοφονία ενός καραμπινιέρου τον Μάρτιο του 1979, στην αίθουσα αναμονής ενός ιατρείου, μπροστά στα μάτια του δεκάχρονου γιου του.
Ολοι οι συλληφθέντες κατηγορούνται για εγκλήματα που σημειώθηκαν κυρίως την περίοδο 1972 –1982, όταν η ένοπλη πάλη είχε λάβει τρομακτικές διαστάσεις στην Ιταλία – υπενθυμίζεται ότι την 9η Μαΐου του 1978 οι Ερυθρές Ταξιαρχίες δολοφόνησαν τον πρωθυπουργό Αλντο Μόρο.
«Πρώην επαναστάτες που έγιναν Bobò»
Ολοι οι συλληφθέντες είναι επίσης ηλικιωμένοι «πρώην επαναστάτες που έγιναν Bobò, bourgeois-bohème», μποέμ αστοί δηλαδή, όπως επισημαίνεται στο σχετικό ρεπορτάζ της La Repubblica. Ζούσαν στις πιο γνωστές και αριστοκρατικές γειτονιές της γαλλικής πρωτεύουσας, έχοντας καταφέρει να αρχίσουν και να ζήσουν μία δεύτερη ζωή.
Ο Εντσο Καλβίτι, για παράδειγμα, βγήκε στη σύνταξη πριν από έξι μήνες έπειτα από είκοσι χρόνια κατά τα οποία εργάστηκε ως ψυχοθεραπευτής σε ένα κέντρο νεότητας ενός από τα πολλά υποβαθμισμένα προάστια (banlieues). Πριν ανοίξει την πόρτα του σπιτιού του (μία γκαρσονιέρα όχι μακριά από το Ελιζέ) στους ανθρώπους που επρόκειτο να το συλλάβουν, κοιμόταν μαζί με τη σύζυγό του, μία χήρα ενός πρώην μέλους των Ερυθρών Ταξιαρχιών.
Με τις πιτζάμες της άνοιξε την πόρτα και η Ρομπέρτα Καπέλι. Αφότου κατέφυγε στη Γαλλία, μαζί με τον σύζυγό της το 1993, αρχικά εργάστηκε σε έναν εκδοτικό οίκο ενώ στη συνέχεια ασχολήθηκε με την αρχιτεκτονική. Κατέληξε επίσης να είναι μία αφοσιωμένη μητέρα και σεβαστή εκπρόσωπος του συλλόγου γονέων του σχολείου του παιδιού της.
Ο Ναρτσίζο Μανέντι παντρεύτηκε μία Γαλλίδα, έγινε πατέρας τρεις φορές και άνοιξε μία τεχνική εταιρεία. Ειδικευόταν στις ηλεκτρικές και υδραυλικές εγκαταστάσεις και περηφανευόταν πως μεταξύ των πελατών του συγκαταλέγονταν και πολλοί ηλικιωμένοι τους οποίους στήριζε ποικιλοτρόπως.
Νέα αρχή στη Γαλλία
Οι συλληφθέντες δεν εξέτισαν τις ποινές που τους επιβλήθηκαν και κατάφεραν να κάνουν μία νέα αρχή στην Γαλλία επειδή το Παρίσι μπλοκάρει ή μάλλον μπλόκαρε τις εκδόσεις ατόμων που έχουν καταδικαστεί σε χώρες με δικαστικά συστήματα που δεν «συνάδουν με την ιδέα της Γαλλίας περί ελευθεριών», εξηγεί σε άρθρο του ο Ετσιο Μάουρο, πρώην διευθυντής και νυν αρθρογράφος της La Repubblica.
Ο ιταλός δημοσιογράφος αναφέρεται στο περίφημο «δόγμα Μιτεράν» το οποίο ο σοσιαλιστής πρόεδρος της Γαλλίας εξέφρασε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο το 1985: «Ενημέρωσα την ιταλική κυβέρνηση ότι οι ιταλοί πρόσφυγες που πρωταγωνίστησαν σε τρομοκρατικές ενέργειες και έκοψαν τους δεσμούς τους με αυτό το διαβολικό μηχανισμό, ξεκίνησαν μία δεύτερη φάση της ζωής τους κα εντάχθηκαν στη γαλλική κοινωνία, είναι ασφαλείς από κάθε αίτημα έκδοσης».
Πέρα από την «ελευθεριακή παράδοση της Γαλλίας», στο να προσφέρει άσυλο ο Μιτεράν στους (ακροαριστερούς) τρομοκράτες της Ιταλίας συνέβαλε το γεγονός πως υφίστατο μία προκατάληψη επί πολλά χρόνια όσον αφορά τους νόμους που θέσπισε και τα μέτρα που υιοθέτησε η Ιταλία για να αντιμετωπίσει την τρομοκρατία, «ωσάν να επρόκειτο για νομοθεσίες “κατάστασης έκτακτης ανάγκης”, εκτός του ευρωπαϊκού πλαισίου και του δυτικού κανόνα περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δημιουργήθηκε έτσι ένας γαλλικός διάδρομος τον οποίο άνοιξε η δυσπιστία προς τη δικαιοδοσία της χώρας μας και η φιλανθρωπία προς φυγάδες που έχουν καταδικαστεί για τρομοκρατικές ενέργειες, οι οποίοι μέσα σε αυτήν την δυσπιστία αναζήτησαν προστασία, βρίσκοντάς την τελικά. Αυτή η πολιτισμική δομή, που βασιζόταν σε μία ιδέα και όχι σε κάποιον κανόνα και αντιστάθηκε για περισσότερα από τριάντα χρόνια υπό προέδρους της Δεξιάς και της Αριστεράς, διαλύθηκε οριστικά», εξηγεί και υποστηρίζει ο Μάουρο.
Οι Περσικέτι και Μπατίστι
Είχαν προηγηθεί η έκδοση του Πάολο Περσικέτι, πρώην μέλους των Ερυθρών Ταξιαρχιών, το 2002, και του Τσέζαρε Μπατίστι, μέλους της οργάνωσης «Ενοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό» (Proletari Armati per il Comunismo). Κάποια στιγμή παρενέβησαν και το Συμβούλιο της Επικρατείας της Γαλλίας αρνούμενο κάθε νομική ισχύ στο δόγμα Μιτεράν και το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, υπενθυμίζοντας πως δεν είναι αρμοδιότητα των γάλλων δικαστών να κρίνουν το σύστημα απόδοσης δικαιοσύνης μίας άλλης χώρας που εγγυάται το δικαίωμα σε μία δίκαιη δίκη.
«Ο Εμανουέλ Μακρόν βασίζεται στην παράδοση αλλά θέλει να την απαλλάξει από την ιδεολογία. Αντικατέστησε, οπότε, το δόγμα Μιτεράν με μία μορφή ευρωπαϊκής συνυπευθυνότητας ενώπιον της δικαιοσύνη και με μία αναγνώριση από την πλευρά της Γαλλίας “του τραύματος που τα μολυβένια χρόνια αποτέλεσαν για την Ιταλία” και της απόλυτης ανάγκης να δικαιωθούν τα θύματα», υποστηρίζει ο Μάουρο. Ομως λαμβάνοντας υπόψη την περίπτωση του Τζόρτζο Πιετροστεφάνι ο οποίος είναι 77 χρονών και άρρωστος, διερωτάται κατά πόσο έχει νόημα η απόδοση δικαιοσύνης μετά από τόσα χρόνια.
Αναφέρει καταρχάς πως οι γάλλοι διανοούμενοι που υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή ζητώντας την επαναβεβαίωση του «δόγματος Μιτεράν», υποστηρίζουν πως αποτελεί τον κύριο δρόμο που μπορεί να οδηγήσει στην αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης και της ενότητας στην Ιταλία και επιμένουν πως οι πρώην τρομοκράτες «αναζητούσαν το καλό, τη δικαιοσύνη, την ισότητα, την αλληλεγγύη και βρήκαν την τραγωδία».
Ο Μάουρο, ωστόσο, πιστεύει πως ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί, ούτως ώστε να επουλωθεί το τραύμα των Μολυβένιων Χρόνων, είναι άλλος και σχετίζεται στενά με «μία κοινή ανάγνωση της τρομοκρατικής έξαρσης η οποία είναι απαραίτητη για την αποκήρυξη της. Ούτως ώστε να καθοριστεί επιτέλους ότι εκείνη την περίοδο μία ιδεολογία παραφρόνησε στη μισή αριστερά, ωθώντας, όποιον επιδίωκε την επανάσταση στην καρδιά της ελεύθερης Ευρώπης, να σκοτώνει ανήμπορους ανθρώπους που πίστευαν ότι ζούσαν ειρηνικά σε μία δημοκρατική χώρα».
Σύμφωνα με τον ιταλό αρθρογράφο «η σύλληψη ανδρών και γυναικών ηλικιωμένων, κάποιοι από τους οποίους έχουν εγγόνια, για τις επαίσχυντες πράξεις στις οποίες προέβησαν παρασυρόμενοι από την επαναστατική παραφροσύνη της νεότητας, αποτελεί την επιτέλεση ενός καθήκοντος, καταρχάς προς τις οικογένειες των θυμάτων».
Δύο παραδόθηκαν κι ένας μετράει… μέρες
Κατά την επιχείρηση της Τετάρτης οι καταζητούμενοι από τις αρχές ήταν δέκα συνολικά. Οι επτά συνελήφθησαν ενώ οι τρεις διέφυγαν τη σύλληψη. Την επομένη, ωστόσο, δύο από αυτούς, ο Λουίτζι Μπεργκαμίν και ο Ραφαέλε Βεντούρα, παραδόθηκαν αυτοβούλως στις δικαστικές αρχές συνοδευόμενοι από τους δικηγόρους τους.
Ο Λουίτζι Μπεργκαμίν, εκ των ιδρυτών της οργάνωσης «Ενοπλοι Προλετάριοι για τον Κομμουνισμό» έχει καταδικασθεί σε κάθειρξη 16 ετών ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του Αντόνιο Σαντόρο, επικεφαλής των σωφρονιστικών υπαλλήλων στις φυλακές του Ούντινε, τον Ιούνιο του 1978. Συνελήφθη δύο φορές κατά το παρελθόν στη Γαλλία, το 1985 και το 1990, αλλά αφέθηκε ελεύθερος χάρη στο δόγμα Μιτεράν.
Ο Ραφαέλε Βεντούρα, μέλος της οργάνωσης «Μάχιμοι Κομμουνιστικοί Σχηματισμοί» (Formazioni comuniste combattenti) καλείται να εκτίσει ποινή κάθειρξης 24 ετών για πλήθος εγκλημάτων, μεταξύ των οποίων και η δολοφονία ενός στρατιωτικού.
Από τους καταζητούμενους στο πλαίσιο της επιχείρησης «Κόκκινες Σκιές» εξακολουθεί να διαφεύγει ο 60χρονος Μαουρίτσιο ντι Μάρτσο, πρώην μέλος των Ερυθρών Ταξιαρχιών. Σύντομα η ποινή του (ακόμη πέντε χρόνια στη φυλακή) πρόκειται να διαγραφεί και στην περίπτωση που δεν συλληφθεί ή παραδοθεί έως την 10η Μαΐου, θα είναι οριστικά ελεύθερος.
Ελεύθεροι με δικαστική εντολή
Ολοι οι συλληφθέντες στο Παρίσι Ιταλοί αφέθηκαν ελεύθεροι με δικαστική εντολή, αφού τα σχετικά αιτήματα των δικηγόρων τους έγιναν αποδεκτά από το γαλλικό δικαστήριο. Σε αυτό το πλαίσιο, της υπό δικαστική επιτήρηση ελευθερίας, το Εφετείο της γαλλικής πρωτεύουσας θα αρχίσει να εξετάζει λεπτομερώς τις αιτήσεις έκδοσης που υπέβαλε το ιταλικό κράτος, κατά περίπτωση φυσικά. Η πρώτη δημόσια ακρόαση προγραμματίστηκε για την Τετάρτη 5 Μαΐου. Η όλη διαδικασία θα αποβεί χρονοβόρα, έτσι υπολογίζεται ότι η τυχόν έκδοση είναι υπόθεση «δύο ή τριών ετών», όπως έγραψαν τα ιταλικά Μέσα, επικαλούμενα πηγές στο περιβάλλον της γαλλικής κυβέρνησης.
Και «έκκληση» στον Μακρόν
Παράλληλα με τη δικαστική εξέλιξη, εκδηλώθηκε ήδη κύμα συμπαράστασης προς τους συλληφθέντες, από διανοουμένους και καλλιτέχνες. Η αριστερόστροφη εφημερίδα Libération δημοσίευσε μία «Εκκληση»: απευθύνεται στον πρόεδρο της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και την υπογράφουν πασίγνωστες προσωπικότητες, όπως η σκηνοθέτρια, ηθοποιός και σεναριογράφος Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι (αδελφή της Κάρλα Μπρούνι, της συζύγου του πρώην προέδρου της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω), η συγγραφέας Ανί Ερνό, ο βετεράνος σκηνοθέτης Ζαν-Λικ Γκοντάρ, και άλλες διασημότητες.