27 Νοεμβρίου, Ντάκα: αστυνομικοί του Μπανγκλαντές συνοδεύουν στο δικαστήριο έναν από τους φονιάδες. Ο τζιχαντιστής, με κελεμπία και γενειάδα βαμμένη πορτοκαλί, χαμογελάει στον φακό με αυτάρεσκο ύφος | REUTERS/Stringer
Επικαιρότητα

Ιταλία: αδελφή θύματος τζιχαντιστών «τους χαρίζει τη ζωή»

Οι φανατικοί ισλαμιστές που το 2016 κατέσφαξαν τουρίστες σε ένα καφενείο του Μπανγκλαντές καταδικάστηκαν σε θάνατο την περασμένη Τετάρτη – Η αδελφή μιας Ιταλίδας που περιλαμβάνεται στα 22 θύματα της τρομοκρατικής επίθεσης δηλώνει ότι δεν επιθυμεί τον θάνατο του φονιά ή των φονιάδων
Protagon Team

Οπως και να τη σχολιάσει κανείς, δεν είναι και μικρό πράγμα τέτοια στάση, για να την πάρεις αψήφιστα: είναι οπωσδήποτε «κάτι» η συχώρεση του φονιά, και ας είναι ο συγκεκριμένος φονιάς ο φονιάς τής αδελφής σου και ας μην την ήξερε καθόλου και ας τη βασάνισε προτού τη σκοτώσει, όπως έδειξε η νεκροψία, με τα σύνεργα της «δουλειάς» του.

Τι δουλειά κάνει ο φονιάς; Είναι τζιχαντιστής.

Και ποια ακριβώς είναι η συχώρεση που δίνει ο συγγενής για το μακέλεμα του δικού του ανθρώπου; Είναι «απλώς» η άρνηση να αποδεχθεί τη θανατική ποινή στην οποία καταδικάστηκε ο φονιάς.

Διότι άλλο πράγμα το Μπανγκλαντές και άλλο η Ιταλία.

Η Πατρίτσια Ντ’ Αντόνα έκλαψε την αδελφή της Κλάουντια που την έσφαξαν οι τζιχαντιστές σε ένα καφενείο της Ντάκα το 2016. Ομως την Πέμπτη που ανακοινώθηκαν οι ποινές –και είναι «εις θάνατον»- δήλωσε ότι δεν θέλει να σκοτώσουν τον φονιά και τους υπόλοιπους φονιάδες της ισλαμιστικής γκρούπας, και ας είχαν άδικα βρει φρικτό θάνατο 22 άνθρωποι, Ιάπωνες, Αμερικανοί, Ινδοί, Ιταλοί αλλά και ντόπιοι.

Με την αποτρόπαια πράξη τους οι τζιχαντιστές ήθελαν να «φουντώσουν» τον τζιχαντισμό στην περιοχή, ταΐζοντάς τον με αίμα. Για την εισβολή στο καφενείο και για την εκτέλεση του σχεδίου τους χρησιμοποίησαν τα συνήθη όπλα της κοπιαστικής «δουλειάς» τους: τουφέκια και μαχαίρια.

Αλλος ένας από την ομάδα των τζιχαντιστών που αιματοκύλησαν το καφενείο: ξυρισμένος, ντυμένος κανονικά, με σκυμμένο κεφάλι προσάγεται στο δικαστήριο | REUTERS/Stringer

Η Repubblica ρώτησε την Πατρίτσια, η οποία είναι και δικηγόρος, πώς είδε την ποινή που επέβαλαν οι Μπαγκλαντεσιανοί στους τζιχαντιστές ομοεθνείς τους.

Απάντησε ως εξής: «Η πρώτη μου αντίδραση ήταν ότι δεν αλλάζει τίποτα, δεν σβήνει ο πόνος από τον χαμό της αδελφής μου. Ωστόσο είμαι νομικός, ορθολογίστρια. Είμαι χαρούμενη για την ταχύτητα με την οποία έκλεισε δικαστικώς η υπόθεση. Οσο για τη θανατική ποινή, δεν είναι στη δική μου πολιτισμική συγκρότηση. Στη νομοθεσία του Μπανγκλαντές ή των ΗΠΑ και άλλων χωρών μπορεί να υπάρχει, αλλά…»

Στην παρατήρηση της εφημερίδας ότι δεν μετάνιωσαν οι τζιχαντιστές για τα εγκλήματά τους, η Πατρίτσια είπε ότι θα προτιμούσε να είχαν μετανοήσει, να μη φωνάζουν «Αλλάχ ου άκμπαρ» για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους και ότι δεν μπορεί να ερμηνεύσει την απανθρωπιά τους.

«Τάχα το πρόβλημά τους έχει ψυχολογική βάση; Μήπως είναι ζήτημα καταναγκασμού; Η οφείλεται στην άγνοια;»

Για την Ιστορία να σημειωθεί ότι η ιατροδικαστική έρευνα απέδειξε ότι τα πτώματα των Ιταλών, ανδρών και γυναικών, έφεραν σημάδια βασανισμού που προκλήθηκαν από αιχμηρά όπλα, ενώ ορισμένα ήταν και ακρωτηριασμένα. Στη δίκη έγινε γνωστό ότι κατά τη διάρκεια της ομηρείας και προ των εκτελέσεων οι άτυχοι τουρίστες που έπεσαν στα χέρια των τζιχαντιστών εξαναγκάστηκαν να απαγγείλουν στίχους του Κορανίου.