Η αύξηση των περιφερειακών συγκρούσεων στον πλανήτη την τελευταία τριετία είναι ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός, με τεράστιες συνέπειες στην αναγκαστική μετανάστευση και στις συνθήκες διαβίωσης των οικονομικά ασθενέστερων. Ολα αυτά, όμως, είναι παράπλευρες απώλειες μπροστά στον αυξανόμενο χαμό ανθρώπινων ζωών.
Περισσότεροι από 238.000 άνθρωποι πέθαναν σε παγκόσμιες συγκρούσεις πέρυσι, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που κυκλοφόρησε την Τρίτη, σημειώνοντας μια τεράστια αύξηση, ύψους 96% από έτος σε έτος στους θανάτους που σχετίζονται με πολεμικές συγκρούσεις, σύμφωνα με ρεπορτάζ της Washington Post.
Ο τρομακτικός αυτός αριθμός, που καταγράφηκε στον ετήσιο Παγκόσμιο Δείκτη Ειρήνης του Ινστιτούτου για την Οικονομία και την Ειρήνη, αντανακλά ειδικότερα τον αντίκτυπο δύο πολύ θανατηφόρων πολέμων που ξέσπασαν μέσα στο 2022 – αυτών στην Αιθιοπία και στην Ουκρανία.
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία οδήγησε σε τουλάχιστον 82.000 θανάτους το 2022, εκτιμά η μελέτη. Αλλά ακόμη περισσότεροι θάνατοι αναφέρθηκαν στην Αιθιοπία –πάνω από 104.000– εξαιτίας του πολέμου μεταξύ της εθνικής κυβέρνησης της χώρας και των περιφερειακών δυνάμεων στην πόλη Τιγκράι.
Αυτό το τελευταίο ποσοστό, αναφέρει η μελέτη, σηματοδοτεί το χειρότερο έτος για θανάτους από πολεμικές συρράξεις σε μία χώρα, από την εποχή της γενοκτονίας της Ρουάντα, το 1994. Η έκθεση διαπιστώνει επίσης ότι υπήρξαν τρομακτικές αυξήσεις στους θανάτους από συγκρούσεις σε διάφορες άλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένων του Μάλι και της Μιανμάρ.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η καταμέτρηση των νεκρών σε οποιαδήποτε σύγκρουση συνιστά μια ανακριβή διαδικασία, επιφορτισμένη όχι μόνο με τις πρακτικές δυσκολίες συλλογής δεδομένων σε μια εμπόλεμη ζώνη, αλλά και με την πολιτική πίεση από τους «παίκτες» της κάθε διαμάχης. Υπάρχουν διάφορες άλλες δημοσιευμένες εκτιμήσεις για τους αριθμούς των νεκρών σε μεγάλες συγκρούσεις, που διαφέρουν από αυτές του Παγκόσμιου Δείκτη Ειρήνης.
Πολλοί χρησιμοποιούν διαφορετικούς ορισμούς και μεθοδολογίες, με αποτέλεσμα συχνά υψηλότερες ή χαμηλότερες εκτιμήσεις. Η Υπηρεσία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, για παράδειγμα, ανακοίνωσε τον Ιούνιο ότι είχε καταγράψει 9.083 θανάτους μεταξύ αμάχων στην Ουκρανία από την έναρξη της σύγκρουσης, αλλά σημείωσε ότι ο πραγματικός απολογισμός είναι πιθανώς σημαντικά υψηλότερος από τον αριθμό που μπορεί η ίδια να τεκμηριώσει επαρκώς.
Εν τω μεταξύ, ερευνητές στο Πανεπιστήμιο της Γάνδης υπολόγισαν πέρυσι ότι ο πόλεμος στο Τιγκράι ίσως να οδήγησε σε θάνατο έως και 600.000 ανθρώπους από τότε που ξεκίνησε, το 2020, συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο θανάτων που προκλήθηκαν άμεσα από τις συγκρούσεις, αλλά και εκείνων που προήλθαν από συναφείς επιπτώσεις, όπως είναι η πείνα και η απώλεια πρόσβασης σε υγειονομική περίθαλψη.
Αυτό που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό σχετικά με το τελευταίο ποσοστό, ωστόσο, είναι η γραμμή τάσης. Το Ινστιτούτο Οικονομικών και Ειρήνης, που εδρεύει στο Σίδνεϊ της Αυστραλίας, παράγει τον Δείκτη Ειρήνης από το 2009. Ο δείκτης του, ο οποίος κατατάσσει τις χώρες με βάση την ειρηνική τους κατάσταση, έχει βρει αυξανόμενα επίπεδα συγκρούσεων σε όλον τον πλανήτη, τα 13 από τα τελευταία 15 χρόνια.
Τα δεδομένα για τους θανάτους από πολεμικές συγκρούσεις, ωστόσο, βασίζονται στο Πρόγραμμα Δεδομένων Σύγκρουσης της Ουψάλα, το οποίο πηγαίνει πολύ πιο πίσω χρονικά. Το πρόγραμμα παρακολούθησης δεδομένων συγκρούσεων με βάση τη Σουηδία διαθέτει δεδομένα που χρονολογούνται δεκαετίες πίσω, τα οποία επίσης υποκατηγοριοποιεί, για να αποκαλύψει περισσότερες λεπτομέρειες.
Ο αριθμός των θανάτων από συγκρούσεις, για παράδειγμα, αυξήθηκε σε σχεδόν 800.000 το 1994, ως αποτέλεσμα της γενοκτονίας στη Ρουάντα, η οποία χαρακτηρίζεται ως μονόπλευρη βία. Ομως και πάλι, ορισμένες εκτιμήσεις για τους θανάτους που προκλήθηκαν από αυτή την επιχείρηση βίας, κατά την οποία μαχητικά μέλη των κυρίαρχων Χούτου στόχευσαν τη μειονότητα των Τούτσι και άλλους, είναι υψηλότερες. φθάνοντας περίπου τα 2 εκατομμύρια νεκρούς.
Αυτό που αυξήθηκε πέρυσι, πάντως, ήταν το επίπεδο της κρατικής βίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Προγράμματος Δεδομένων Σύγκρουσης της Ουψάλα – όπως αυτή που παρατηρείται τόσο στην Αιθιοπία όσο και στην Ουκρανία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, μία ή περισσότερες κυβερνήσεις παίζουν άμεσο ρόλο σε μια σύγκρουση μεταξύ δύο αντιμαχόμενων πλευρών.