Ο γενικός εισαγγελέας του Ισραήλ απήγγειλε κατηγορίες εις βάρος του ακροδεξιού πρωθυπουργού της χώρας Μπενιαμίν Νετανιάχου για δωροδοκία, απάτη και παραβίαση της εμπιστοσύνης σε τρεις ξεχωριστές υποθέσεις.
Ο Νετανιάχου αρνείται το κατηγορητήριο και ισχυρίζεται ότι έπεσε θύμα των αριστερών πολιτικών αντιπάλων του και των ΜΜΕ τα οποία εγκαλεί ότι έχουν εξαπολύσει «κυνήγι μαγισσών». Τονίζει δε ότι δεν είναι νομικώς υποχρεωμένος να εγκαταλείψει τον θώκο του. Ωστόσο εκτιμάται ότι η σοβαρότητα των κατηγοριών περί διαφθοράς μπορεί να βλάψει τις προσπάθειές του να παραμείνει στην εξουσία
Η εισαγγελία ανακοίνωσε την Πέμπτη 21 Νοεμβρίου την απόφασή της έπειτα από τριετή έρευνα και σε μία χρονική στιγμή κατά την οποία ο Νετανιάχου μάχεται για την πολιτική επιβίωσή του ύστερα από δύο εκλογικές αναμετρήσεις χωρίς σαφή νίκη του μέσα στο 2019.
Η πρώτη περίπτωση, που είναι γνωστή και ως «υπόθεση 1.000», αφορά δωροληψία η οποία συνίσταται σε αποδοχή από πλευράς Νετανιάχου διαφόρων ειδών πολυτελείας (πούρα, σαμπάνιες, κοσμήματα). Τα αντικείμενα αυτά του τα είχαν δώσει επιχειρηματίες με αντάλλαγμα διάφορες εξυπηρετήσεις.
Η δεύτερη περίπτωση, η «υπόθεση 2.000», αφορά συμπαιγνία του Νετανιάχου με την εφημερίδα Yedioth Ahronoth και με διπλό σκοπό: αφ’ ενός τη στήριξη του εντύπου εις βάρος των ανταγωνιστών του και αφ’ ετέρου την προβολή του Νετανιάχου.
Η τρίτη περίπτωση, η «υπόθεση 4.000», θεωρείται και η σοβαρότερη: ο Νετανιάχου κατηγορείται ότι υποστήριξε τον πάροχο τηλεπικοινωνιών Bezeq με αντάλλαγμα την προσωπική και πολιτική προβολή του σε έναν ιστότοπο.
Νωρίτερα εφέτος, η σύζυγος του Νετανιάχου Σάρα καταδικάστηκε για κατάχρηση κρατικών κονδυλίων τα οποία σπατάλησε σε πλούσια γεύματα, ενώ και ένα άλλο πρόσωπο του περιβάλλοντος Νετανιάχου, ένας 60χρονος συνεργάτης του, κατηγορήθηκε επίσης για υπόθεση κακοποίησης, από τους υπαλλήλους του.
Το αμφίρροπο πολιτικό σκηνικό στο Ισραήλ δεν αποκλείεται να ξεκαθαρίσει με τρίτο εκλογικό γύρο.