Για κάποιους αναλυτές ο Νετανιάχου (δεξιά), παρότι πρωθυπουργός, είναι το αδύναμο μέρος της σύμπραξης με τον Γκαντζ (πίσω του), καθώς χρεώνεται την εισβολή της Χαμάς | Shutterstock
Επικαιρότητα

Ισραήλ: Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας και το μέλλον του Νετανιάχου

To αντιπολιτευόμενο κόμμα Εθνική Ενότητα του Μπένι Γκαντζ συμφώνησε να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης - Ωστόσο πολλοί αναλυτές θεωρούν απίθανη την επιβίωση του κυβερνητικού σχήματος του Νετανιάχου, αλλά και του ίδιου στη θέση του πρωθυπουργού όταν θα τελειώσoυν ο πόλεμος και ο σκοπός της προσωρινής κυβέρνησης
Protagon Team

Καθώς το Ισραήλ εξαπολύει μαζική αντεπίθεση εναντίον της Χαμάς στη Γάζα, σκοτώνοντας παράλληλα και εκατοντάδες αμάχους, ο πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου προχώρησε σε συμφωνία για να μοιραστεί την εξουσία με τον κυριότερο πολιτικό του αντίπαλο, τον ηγέτη του αντιπολιτευόμενου κόμματος Εθνική Ενότητα, Μπένι Γκαντζ.

Οπως σημειώνει ο Στιβ Χέντριξ, επικεφαλής του γραφείου της Washington Post στην Ιερουσαλήμ, ο Γκαντζ εντάσσεται σε ένα πολεμικό υπουργικό συμβούλιο που θα περιλαμβάνει μόνο τον Νετανιάχου και τον υπουργό Αμυνας, Γιοάβ Γκαλάντ.

Παρά τη σύμπραξη αυτή, που θα διαρκέσει όσο διαρκεί ο πόλεμος, αναλυτές εκτιμούν ότι η αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς κατά του Ισραήλ κλονίζει συθέμελα την κυβέρνηση Νετανιάχου.

Οι καταστροφικές αποτυχίες του ισραηλινού στρατού, των υπηρεσιών πληροφοριών και της ισραηλινής κυβέρνησης που έδωσαν τη δυνατότητα στην Χαμάς να εκτελέσει την πρωτοφανή στην ιστορία του Ισραήλ επίθεση, εγείρουν αμφιβολίες για την επιβίωση του σημερινού κυβερνητικού σχήματος και του ίδιου του Νετανιάχου, όταν θα τελειώσει πόλεμος και ο σκοπός της προσωρινής κυβέρνησης.

Ο Γκαντζ τόνισε ότι η συνεργασία του με την κυβέρνηση δεν είναι πολιτική, αλλά μια συνεργασία που αφορά την τύχη της χώρας. «Ειναι μία από τις δυσκολότερες ώρες που έχει γνωρίσει ποτέ το Ισραήλ» σημείωσε.

Πριν από το Σάββατο και την επίθεση, το Ισραήλ βυθιζόταν στον βαθύτερο πολιτικό διχασμό στην ιστορία του, με μαζικές διαδηλώσεις που αμφισβητούσαν τα κυβερνητικά σχέδια για τον περιορισμό της εξουσίας της Δικαιοσύνης. Οπως εξηγεί ο Χέντριξ στην Washington Post (WP), τα κόμματα που είχαν εμπλακεί σε εντονότατους διαξιφισμούς μέχρι πριν από λίγες ημέρες, συμφώνησαν να κυβερνήσουν από κοινού, τουλάχιστον για ένα διάστημα.

Η συμφωνία θα ενισχύσει την κυβέρνηση με στρατιωτική εμπειρία δεκαετιών. Ο Γκάντι Εϊζενκοτ, πρώην αρχηγός του στρατιωτικού επιτελείου και μέλος του κόμματος Εθνικής Ενότητας, θα υπηρετήσει ως παρατηρητής στο πολεμικό συμβούλιο. Ο υπουργός Στρατηγικών Υποθέσεων, Ρον Ντέρμερ, πρώην πρέσβης του Ισραήλ στις ΗΠΑ, θα αναλάβει επίσης αντίστοιχο ρόλο.

Ο Χέντριξ εκτιμά ότι η κίνηση της προσθήκης προσώπων από την αντιπολίτευση στο κυβερνητικό σχήμα μπορεί να απαλύνει κάπως την ξαφνική κρίση εμπιστοσύνης της κοινής γνώμης προς τον κυβερνητικό συνασπισμό του Νετανιάχου, ο οποίος περιέχει και ακροδεξιά στοιχεία. Για πόσο όμως;

«Η παρουσία του Μπένι Γκαντζ στην κυβέρνηση θα μετριάσει ελαφρώς την πίεση προς τον πρωθυπουργό» πιστεύει και ο Ντάνιελ Μπενσιμόν, ειδικός σε θέματα ισραηλινής πολιτικής και πρώην βουλευτής του Εργατικού Κόμματος. Ωστόσο, υποστηρίζει ότι αυτό «δεν αλλάζει τίποτε επί της ουσίας: οι μέρες του Νετανιάχου είναι μετρημένες και το ξέρει. Δεν θα επιβιώσει αυτής της κρίσης. Η πολιτική του καριέρα έχει τελειώσει. Αυτό που συνέβη είναι πρωτοφανές από ιδρύσεως του κράτους, το 1948».

Ο Γκίντεον Ραχάτ, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ, θεωρεί ότι η σύμπραξη είναι μεν μια θετική εξέλιξη στα μάτια της κοινής γνώμης, ωστόσο το πολιτικό πρόβλημα για τον Νετανιάχου παραμένει. Διότι «η πρωταρχική λειτουργία οποιασδήποτε κυβέρνησης είναι να παρέχει στους πολίτες ασφάλεια, και αυτή απέτυχε πλήρως» από πλευράς του δικού του κυβερνητικού σχήματος.

Μάχονταν επί ώρες μόνοι με τους εισβολείς

Ο Νετανιάχου δέχεται οξύτατη κριτική από τη στιγμή που οι τρομοκράτες της Χαμάς πέρασαν απαρατήρητοι το Σάββατο τον φράκτη υψηλής τεχνολογίας και στη συνέχεια σφαγίασαν αμάχους και παιδιά σε πολλές ισραηλινές πόλεις. Ο ισραηλινός στρατός πάσχιζε να οργανώσει κάποια αντίδραση, την ώρα που απλοί πολίτες μάχονταν επί ώρες μόνοι τους με τους εισβολείς. Παράλληλα, πάνω από 100 ισραηλινοί όμηροι εκτιμάται ότι κρατούνται στη Γάζα.

Μετά τα γεγονότα, ο Γκαντζ, που μεταξύ άλλων έχει διατελέσει αρχηγός του ισραηλινού στρατού και υπουργός Αμυνας, είχε ζητήσει αμέσως να σχηματιστεί κυβέρνηση εθνικής ενότητας. Ο Νετανιάχου μπορεί να διαισθάνθηκε ότι δεν είχε περιθώριο να αρνηθεί, καθώς η δημόσια υποστήριξη για την ιδέα αυτή κέρδιζε έδαφος τις ημέρες που ακολούθησαν, όπως σημειώνεται στο άρθρο της Washington Post. Παράλληλα, οι επιθέσεις σήκωσαν ένα κύμα δημόσιας υποστήριξης προς τον ισραηλινό στρατό, με στόχο την ήττα της Χαμάς.

«Για πρώτη φορά είδαμε εσωτερική πίεση [προς τον Νετανιάχου] προερχόμενη από το εσωτερικό του κόμματός του, Λικούντ. Οι περισσότεροι από αυτούς είναι “yes men” για τον Μπίμπι» σχολιάζει ο Ραχάτ.

Τώρα, το μικρό (πολεμικό) υπουργικό συμβούλιο θα αναλάβει το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη διεξαγωγή της στρατιωτικής εκστρατείας εναντίον της Χαμάς. Ολες οι άλλες πολιτικές πρωτοβουλίες, με εξαίρεση τα ζωτικής σημασίας οικονομικά μέτρα, θα ανασταλούν. Για οτιδήποτε άλλο θα απαιτείται η έγκριση τόσο του Νετανιάχου όσο και του Γκαντζ.

Οπως σημειώνει ο Χέντριξ στην WP, μεταξύ των κυβερνητικών σχεδίων που μπαίνουν προς το παρόν στο ράφι είναι η διχαστική αναθεώρηση στο πεδίο της Δικαιοσύνης, η οποία θα περιόριζε τη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ επί των κυβερνητικών ενεργειών.

Ο Γκαντζ και ο Νετανιάχου επιχείρησαν μια παρόμοια συνεργασία έκτακτης ανάγκης το 2020, εν μέσω της πανδημίας του κορονοϊού. Ο τότε «γάμος» των αντιπάλων κράτησε μόλις έξι μήνες, πριν η κυβέρνηση καταρρεύσει, κυρίως επειδή ο Νετανιάχου είχε αρνηθεί να προωθήσει έναν προϋπολογισμό. Η κίνηση θεωρήθηκε σκόπιμος ελιγμός για τη διάλυση της κυβέρνησης και την πρόκληση εκλογών.

Πολιτικοί παρατηρητές ζυγίζουν, λοιπόν, αν ο Νετανιάχου θα επιβιώσει στο αξίωμά του μόλις ολοκληρωθεί ο πόλεμος και διαλυθεί η κυβέρνηση έκτακτης ανάγκης. Πολλά θα εξαρτηθούν, παραδέχονται, από το πώς θα εξελιχθούν τα ίδια τα γεγονότα. Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η φήμη που έχτιζε επί δεκαετίες ο ισραηλινός πρωθυπουργός για τις ικανότητές του στο πεδίο της ασφάλειας και της Αμυνας έχει υποστεί τεράστιο πλήγμα.

«Στα μάτια της κοινής γνώμης, ο Νετανιάχου είναι πλέον το πιο αδύναμο μέρος αυτής της σύμπραξης» σημειώνει ο Γιοχανάν Πλέσνερ, πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοκρατίας του Ισραήλ. «Επί των ημερών του έλαβε χώρα η μεγαλύτερη αποτυχία στον τομέα της ασφάλειας στην ιστορία της χώρας και ο Γκαντζ προστρέχει τώρα για να βοηθήσει» προσθέτει.

Παράλληλα, η είσοδος του Μπένι Γκαντζ στην κυβέρνηση εθνικής ενότητας περιθωριοποιεί τα ακροδεξιά της στοιχεία. Ο ακροδεξιός υπουργός Οικονομικών Μπεζαλέλ Σμότριχ και ο ανάλογων πεποιθήσεων υπουργός Εσωτερικής Ασφάλειας Ιταμάρ Μπεν Γκβιρ βρίσκονται επί της ουσίας εκτός παιχνιδιού.

Τα δυο αυτά μέλη της κυβέρνησης του Νετανιάχου αποκλείστηκαν από το πολεμικό υπουργικό συμβούλιο, παρότι, βάσει χαρτοφυλακίου, έχουν κάποιες αρμοδιότητες που σχετίζονται με την εποπτεία του στρατού και της αστυνομίας. «Η επιρροή τους έχει συρρικνωθεί δραματικά» σχολίασε ο Πλέσνερ. «Δεν έχουν εκδιωχθεί από την κυβέρνηση, αλλά έχουν εκδιωχθεί από το πιο σημαντικό τμήμα της, που διαχειρίζεται τον πόλεμο».