| Shutterstock
Επικαιρότητα

Η υγεία του πλανήτη καταρρέει σε 7 από 8 τομείς

Η σχετική έρευνα της Earth Commission επιχειρεί να μας ευαισθητοποιήσει στην ολιστική υγεία του πλανήτη και των κατοίκων του, χωρίς δηλαδή να περιορίζεται μόνο στην κλιματική κρίση, επεκτεινόμενη σε άλλες τις πτυχές: την υγεία των οικοσυστήματων, του αέρα και των υδάτων
Protagon Team

Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει προκαλέσει τεράστια ζημιά στον πλανήτη. Για να υπολογίσει το εύρος της καταστροφής αλλά και την ευημερία της Γης, η Earth Commission όρισε οκτώ δείκτες πλανητικής ασφάλειας και ισορροπίας. Διαπίστωσε ότι αποτυγχάνουμε στους επτά από αυτούς.

Η έκθεση, που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό Nature, δεν εστιάζει αυστηρά στην κλιματική κρίση, ό,τι αφορά δηλαδή στην υπερθέρμανση του πλανήτη και τις συνέπειές της, όπως είναι η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, η ξηρασία, οι πλημμύρες και τα ακραία καιρικά φαινόμενα κ.λπ.

Η κλιματική κρίση δεν είναι η μοναδική κρίση στον πλανήτη που θα πρέπει να μας απασχολεί. Στην έκθεση παρουσιάζονται ανησυχητικά στοιχεία για μια σειρά από τομείς: το διαθέσιμο νερό, τα οικοσυστήματα, ο ευτροφισμός και η αέρια ρύπανση, μεταξύ άλλων.

Η δημιουργία αυτών των δεικτών είναι, σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian, μια ριζοσπαστική προσέγγιση για το περιβάλλον, αλλά και η πιο φιλόδοξη προσπάθεια να συνδυαστούν ζωτικά σημάδια της υγείας του πλανήτη με δείκτες ανθρώπινης ευημερίας.

Ο καθηγητής Γιόχαν Ρόκστρομ, ένας από τους κύριους ερευνητές, δήλωσε: «Πρόκειται για μια προσπάθεια διεπιστημονικής αξιολόγησης ολόκληρου του συστήματος “άνθρωπος-πλανήτης”, κάτι απαραίτητο δεδομένων των κινδύνων που αντιμετωπίζουμε. Εχουμε φτάσει σε αυτό που ονομάζω “σημείο κορεσμού”, δηλαδή στο ανώτατο όριο της βιοφυσικής ικανότητας του συστήματος της Γης να παραμείνει σε σταθερή κατάσταση. Πλησιάζουμε σε σημεία καμπής, βλέπουμε όλο και περισσότερες μόνιμες βλάβες των συστημάτων υποστήριξης της ζωής σε παγκόσμια κλίμακα».

Το Earth Commission, που έχει συσταθεί από δεκάδες κορυφαία ερευνητικά ιδρύματα του κόσμου, επιθυμεί αυτή η ανάλυση, η οποία βλέπει πέρα από τα αυστηρά όρια του κλίματος, συμπεριλαμβάνοντας δείκτες όπως η περιβαλλοντική δικαιοσύνη, να γίνει η βάση της επόμενης γενιάς στόχων βιωσιμότητας.

Η μελέτη καθορίζει μια σειρά από «ασφαλή και δίκαια» σημεία αναφοράς για τον πλανήτη, για κάθε έναν από τους οκτώ δείκτες οι οποίοι μπορούν να συγκριθούν με τα ζωτικές λειτουργίες του ανθρώπινου σώματος.

Αντί για τους σφυγμούς, τη θερμοκρασία και την αρτηριακή πίεση, εξετάζει δείκτες όπως η ροή του νερού, η χρήση φωσφόρου και η μετατροπή των εδαφών, και «βαθμολογεί» την παρούσα κατάσταση του πλανήτη ως προς αυτούς, σε σχέση με τα ασφαλή και τα δίκαια επίπεδα.

Οι οκτώ δείκτες

Η κατηγορία στην οποία τα πράγματα πάνε κάπως καλά (είναι εντός των ασφαλών, αλλά όχι των καλών επιπέδων) είναι το κλίμα. Αυτό συμβαίνει γιατί ο κόσμος έχει ήδη υιοθετήσει έναν στόχο για τη διατήρηση της θερμοκρασίας όσο το δυνατόν χαμηλότερα, δηλαδή μεταξύ 1,5°C και 2°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα.

Παραμένουμε όμως σε «μη δίκαια» επίπεδα, καθώς οι 1,2°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι πλήττονται σοβαρά από ακραία ζέστη, ξηρασίες και πλημμύρες.

Ενας πραγματικά ασφαλής και δίκαιος κλιματικός στόχος θα ήταν, σύμφωνα με την έκθεση, o 1°C. Κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε μια τεράστια προσπάθεια για την απομάκρυνση του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα και θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί χωρίς την προστασία των οικοσυστημάτων.

Για να επιτευχθεί αυτό το «ασφαλές και δίκαιο» όριο θα πρέπει το 50%-60% του πλανήτη να φιλοξενεί κυρίως φυσικά οικοσυστήματα, στα οποία αφορά ο επόμενος δείκτης. Στην πραγματικότητα, όμως, μόνο ένα 45%-50% του πλανήτη καλύπτεται από άθικτα οικοσυστήματα.

Σε περιοχές που έχουν αλλοιωθεί από τον άνθρωπο, όπως τα αγροκτήματα, οι πόλεις και τα βιομηχανικά πάρκα, η επιτροπή αναφέρει ότι τουλάχιστον το 20%-25% της γης πρέπει να αφιερωθεί σε ημι-φυσικούς βιότοπους, όπως πάρκα, αγροτεμάχια και συστάδες δέντρων.

Μόνο έτσι μπορούν να διατηρηθούν οι λειτουργίες του οικοσυστήματος, όπως η επικονίαση, η ρύθμιση της ποιότητας του νερού, ο έλεγχος των παρασίτων και των ασθενειών, καθώς και τα οφέλη για την υγεία και την ψυχική υγεία που παρέχει η πρόσβαση στη φύση. Ομως περίπου τα δύο τρίτα των τροποποιημένων τοπίων αποτυγχάνουν να επιτύχουν αυτόν τον στόχο.

Ενας άλλος δείκτης αφορά τη ρύπανση από αερολύματα, η οποία συσσωρεύεται από τις εξατμίσεις των αυτοκινήτων, τα εργοστάσια και τους σταθμούς παραγωγής ενέργειας από άνθρακα, πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η έκθεση επικεντρώθηκε στην ελαχιστοποίηση της ανισορροπίας των συγκεντρώσεων αερολυμάτων μεταξύ του βόρειου και του νότιου ημισφαιρίου, η οποία μπορεί να διαταράξει την εποχή των μουσώνων και άλλα καιρικά πρότυπα.

Σε τοπικό επίπεδο, π.χ. στις πόλεις, ακολουθεί τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ο οποίος καθόρισε ως όριο τα 15 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο στη μέση ετήσια έκθεση σε μικρά αιωρούμενα σωματίδια, γνωστά ως PM2,5, τα οποία μπορούν να βλάψουν τους πνεύμονες και την καρδιά.

Πρόκειται για ένα ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης, διότι συνήθως οι φτωχότερες κοινότητες τείνουν να υφίστανται τις χειρότερες συνέπειες από τον μολυσμένο αέρα, καθώς πολλές  βρίσκονται σε ευάλωτες περιοχές.

Το κριτήριο αναφοράς για τα επιφανειακά ύδατα είναι ότι δεν πρέπει να εμποδίζεται περισσότερο από το 20% της ροής των ποταμών και των ρεμάτων σε οποιαδήποτε λεκάνη απορροής, διότι αυτό οδηγεί σε μείωση της ποιότητας των υδάτων και σε απώλεια συνήθειας για τα ζωικά είδη γλυκού νερού. Αυτό το «ασφαλές όριο» έχει ήδη ξεπεραστεί στο ένα τρίτο του πλανήτη από υδροηλεκτρικά φράγματα, συστήματα αποχέτευσης και κατασκευές.

Η κατάσταση είναι εξίσου κακή και για τα υπόγεια υδάτα, που αποτελούν έναν ακόμα δείκτη. Το ασφαλές όριο είναι να μην εξαντλούνται οι υπόγειοι υδροφορείς ταχύτερα από ό,τι μπορούν να αναπληρωθούν. Ωστόσο, το 47% των λεκανών απορροής ποταμών στον κόσμο εξαντλείται με ανησυχητικό ρυθμό. Αυτό είναι μεγάλο πρόβλημα σε πόλεις με μεγάλο πληθυσμό όπως η Πόλη του Μεξικού και σε περιοχές με εντατική γεωργία όπως η πεδιάδα της Βόρειας Κίνας.

Τέλος, τα θρεπτικά συστατικά είναι ένας ακόμη τομέας ανησυχίας. Οι αγρότες στις πλουσιότερες χώρες ψεκάζουν περισσότερο άζωτο και φώσφορο (οι δύο τελευταίοι δείκτες) από όσο μπορούν να απορροφήσουν τα φυτά και η γη.

Αυτό αυξάνει προσωρινά τις αποδόσεις αλλά οδηγεί σε απορροές στα υδάτινα συστήματα, που ασφυκτιούν από την άνθιση των φυκιών στην επιφάνεια των σωμάτων νερού, και είναι ανθυγιεινά για τον άνθρωπο, οδηγούνται δηλαδή στο φαινόμενο του ευτροφισμού.

Η παγκόσμια ισότητα είναι το κλειδί εδώ, εξηγεί η έκθεση. Τα φτωχότερα έθνη χρειάζονται περισσότερα λιπάσματα, ενώ τα πλούσια έθνη πρέπει να μειώσουν το πλεόνασμα. Με την εξισορρόπηση, το «ασφαλές και δίκαιο όριο» σε αυτή την περίπτωση είναι ένα παγκόσμιο πλεόνασμα 61 εκατ. τόνων αζώτου και περίπου 6 εκατ. τόνων φωσφόρου.

«Ενας γιατρός θα έλεγε ότι η Γη είναι πολύ άρρωστη»

Για τα δυσοίωνα αποτελέσματα της έρευνας οι συγγραφείς λένε πως, παρά το γεγονός ότι η διάγνωση του πλανήτη είναι ζοφερή, δεν είναι απελπιστική. Ο χρόνος όμως για θεραπεία τελειώνει.

Η Τζοϊίτα Γκούπτα, συμπρόεδρος του Earth Commission και καθηγήτρια Περιβάλλοντος και Ανάπτυξης στον Παγκόσμιο Νότο στο Πανεπιστήμιο του Αμστερνταμ, δήλωσε, σύμφωνα με τον Guardian: «Ο γιατρός μας θα έλεγε ότι η Γη είναι πραγματικά άρρωστη αυτή τη στιγμή, σε πολλούς τομείς. Και αυτό επηρεάζει τους ανθρώπους που ζουν στη Γη. Δεν πρέπει να αντιμετωπίσουμε μόνο τα συμπτώματα, αλλά και τις αιτίες».

Ο Ντέιβιντ Ομπούρα, ένα άλλο μέλος της επιτροπής, διευθυντής της Ερευνας και Ανάπτυξης Παράκτιων Περιοχών στον Ινδικό Ωκεανό, δήλωσε ότι υπάρχει ήδη το πλαίσιο πολιτικής για την επιστροφή σε ασφαλή όρια μέσω των στόχων των υφιστάμενων συμφωνιών του ΟΗΕ για το κλίμα και τη βιοποικιλότητα. Αυτό όμως δεν είναι αρκετό.

«Υπάρχουν ορισμένα φάρμακα που μπορούμε να πάρουμε, αλλά χρειαζόμαστε επίσης αλλαγές στον τρόπο ζωής – λιγότερο κρέας, περισσότερο νερό και μια πιο ισορροπημένη διατροφή» είπε. «Μπορούμε να τα καταφέρουμε. Οι αναγεννητικές δυνάμεις της φύσης είναι ισχυρές… αλλά χρειαζόμαστε πολύ περισσότερη δέσμευση».