Ο κορυφαίος ισπανός designer Κριστόβαλ Μπαλενθιάγα υπήρξε πρωτοπόρος ακόμη και στην ονομασία της αυτοκρατορίας του, προτιμώντας το λακωνικό Balenciaga (αντί για το πλήρες όνομά του, όπως συνηθιζόταν παλαιότερα) όταν άνοιξε την πρώτη του μπουτίκ στο Σαν Σεμπαστιάν, το 1919. Είναι μια τάση που ακολουθούν, πλέον, διάσημοι οίκοι.
Οπως παρατηρεί η ισπανική Vogue, ο Yves Saint Lauren, για παράδειγμα, έγινε Saint Lauren, και ο Paco Rabanne σκέτο Rabanne. Ισως, λοιπόν, η πλατφόρμα Disney+ έδωσε στη νέα της σειρά τον τίτλο «Cristóbal Balenciaga», θέλοντας ακριβώς να δώσει έμφαση στην προσωπικότητα του άνδρα πίσω από τον κορυφαίο οίκο μόδας.
Η μίνι σειρά έξι επεισοδίων των 50 λεπτών, που άρχισε να προβάλλεται στην Disney+, είναι ένα πορτρέτο μιας από τις πιο αινιγματικές φιγούρες στην ιστορία της μόδας. Είναι δημιουργία της Λούρντε Ιγκλέσιας και των επίσης βραβευμένων με κινηματογραφικά βραβεία Γκόγια, Χοσέ Μαρία Γκοενάγκα, Τζον Γκαράνιο και Αιτόρ Αρέγι. Στον ρόλο του ισπανού σχεδιαστή πρωταγωνιστεί ο Αλμπέρτο Σαν Χουάν.
Εκτός από την πλοκή, η δουλειά του μεγάλου μόδιστρου παρουσιάζεται από μια οπτική που δεν έχουμε ξαναδεί, με περισσότερα από 22 σχέδια αιθέριων ενδυμάτων που δημιουργήθηκαν ειδικά για την παραγωγή, αντανακλώντας πιστά την κληρονομιά του.
Το εγχείρημα ανέλαβαν δύο γνωστά ονόματα από τον κλάδο της μόδας, η Μπίνα Ντάιγκελερ, ενδυματολόγος υποψήφια για Οσκαρ (μεταξύ άλλων για το ανδρόγυνο στυλ της Κέιτ Μπλάνσετ ως Λίντια Ταρ στην ταινία «Tar») και η Μίρεν Αρζαλούζ, διευθύντρια του μουσείου μόδας Palais Galliera και κορυφαία ειδικός στο έργο του Μπαλενθιάγα, ένα δίδυμο που είναι δύσκολο να νικηθεί, όπως σημειώνει στη Vogue η Νουάλα Φίλιπς.
Ο Μπαλενθιάγα ήταν μια από τις πιο ευφυείς και επιδραστικές προσωπικότητες στον κόσμο της μόδας. Γεννημένος στις 21 Ιανουαρίου 1895 σε ένα ψαροχώρι της Χώρας των Βάσκων από ψαράδες αλλά όχι φτωχούς γονείς, δραστηριοποιήθηκε στα ταραχώδη μέσα του 20ού αιώνα και υπήρξε απόλυτα αφοσιωμένος στην τέχνη του.
Η Κοκό Σανέλ τον αποκάλεσε «couturier με την αληθινή σημασία του όρου. Εκείνος έχει την ικανότητα να κόβει το ύφασμα, να δίνει σχήμα σε μια δημιουργία και να τη ράβει στο χέρι. Οι υπόλοιποι είναι απλώς σχεδιαστές μόδας στο χαρτί», είχε πει η μεγάλη κυρία της γαλλικής μόδας, ενώ ο Κριστιάν Ντιόρ τον χαρακτήρισε «μαέστρο όλων. Η υψηλή ραπτική είναι σαν μια ορχήστρα και ο Κριστομπάλ Μπαλενθιάγα τη συντονίζει. Οι υπόλοιποι είμαστε οι μουσικοί, που ακολουθούμε την κατεύθυνσή του», είχε τονίσει.
Σήμερα, ωστόσο, τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά για το brand που κάποτε ήταν συνώνυμο της εξαιρετικής λεπτομέρειας. Τώρα πια το βλέπουμε συχνά κολλημένο στο πλάι συνθετικών αθλητικών παπουτσιών ή ως διακόσμηση σε υπερμεγέθη φούτερ και φόρμες που φορούν οι σταρ τηλεοπτικών ριάλιτι, παρατηρεί στον Guardian η Λεϊλά Λατίφ.
Οπως παρουσιάζει η σειρά, ο Μπαλενθιάγα ήταν πάντα ένας καλλιτέχνης στην πρώτη γραμμή του design, οπότε σήμερα μάλλον θα του προκαλούσαν τρόμο οι κολεξιόν του νέου καλλιτεχνικού διευθυντή του οίκου, Ντέμνα Γκβασάλια, με αναφορές στους Simpsons, σε αρκουδάκια ντυμένα σαδομαζοχιστικά, και με πετσέτες που φοριούνται σαν φούστες.
Σύμφωνα με το σενάριο, ο Κριστομπάλ Μπαλενθιάγα σε μια σπάνια συνέντευξη στη δημοσιογράφο Προύντενς Γκλιν (Τζέμα Γουίλαν) αφηγείται γεγονότα από τα χρόνια που πέρασε στο Παρίσι, αρκετά από τα οποία υπό τη ναζιστική Κατοχή. Ως κρυφά ομοφυλόφιλος, ήταν ιδιαίτερα ευάλωτος κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, αλλά, όπως του θυμίζει ένας από τους συνεργάτες του, «τα πράγματα δεν είναι καλύτερα στην Ισπανία».
Σε εκείνους τους δύσκολους καιρούς ο Μπαλενθιάγα έπρεπε να αποφασίσει για ποιο πράγμα άξιζε να παλέψει και αν η τέχνη του είχε θέση εν μέσω τόσο μεγάλης δυστυχίας. Ωστόσο, παρά τις απώλειες, τόσο σε προσωπική όσο και παγκόσμια κλίμακα, πίστευε ότι η δουλειά του και το να κάνει τον κόσμο ένα πιο όμορφο μέρος με ένα ρούχο τη φορά, ήταν μια προσπάθεια που άξιζε τον κόπο.
Μετά τη νέα σειρά της Apple TV+ «The New Look», με επίκεντρο τη διαμάχη των Κριστιάν Ντιόρ και Κοκό Σανέλ, η βιογραφική αποτύπωση του «Πικάσο της μόδας», όπως είχε αποκαλέσει τον Μπαλενθιάγα ο φωτογράφος μόδας Σεσίλ Μπίτον, έρχεται φέτος να δώσει νέα έμφαση σε θεάματα από τον κόσμο της haute couture.
Τα επεισόδια του «Cristóbal Balenciaga» δεν περιέχουν δραματικές σκηνές και βίαιες ανατροπές, όπως ο «Οίκος των Gucci» ή το «American Crime Story» του Netflix – για την πολύκροτη δολοφονία του Τζάνι Βερσάτσε. Βέβαια, ούτε από τη ζωή του Μπαλενθιάγα έλειψαν οι τραγωδίες, απλώς η σειρά προτιμά να δείξει πώς αυτές επηρέασαν τη δημιουργική του έμπνευση, καθώς, όταν θρηνούσε, σχεδίαζε συλλογές εξ ολοκλήρου σε μαύρο χρώμα. Ταιριάζει αυτό σε έναν μόδιστρο που ασχολήθηκε εμμονικά με τις λεπτομέρειες των ενδυμάτων του – οι οποίες ήταν σχεδόν ανεπαίσθητες σε όλους τους άλλους εκτός από τον ίδιο. Τα ίδια τα ρούχα του, εξάλλου, παίζουν κεντρικό ρόλο σε κάθε επεισόδιο.
Η ισπανόφωνη σειρά ξεκινάει το 1937, όταν ο Μπαλενθιάγα ετοιμάζεται να παρουσιάσει την πρώτη κολεξιόν του στο Παρίσι, αφήνοντας πίσω του μια επιτυχημένη καριέρα και τα ατελιέ του στο Σαν Σεμπαστιάν και στη Μαδρίτη, όπου έντυνε τα μέλη της βασιλικής οικογένειας και τις αριστοκράτισσες της εποχής.
Τα σχέδιά του δεν φαίνεται να επαρκούν στην εκλεπτυσμένη αυτοκρατορία της παρισινής haute couture που έχουν δημιουργήσει οι οίκοι Chanel, Dior και Givenchy. Καθοδηγούμενος, ωστόσο, από την τελειομανία και τον εμμονικό έλεγχο κάθε πτυχής της ζωής του, ο βάσκος σχεδιαστής με την αινιγματική προσωπικότητα θα αναδειχθεί τελικά σε έναν από τους σημαντικότερους, διαχρονικά, εκπροσώπους της υψηλής μόδας.
Η σειρά ολοκληρώνεται στη δεκαετία του 1960, όταν ο οίκος Balenciaga έντυνε πλέον όλη την ελίτ της εποχής. Ο τόνος της, γράφει στον Guardian η Λεϊλά Λατίφ, είναι έντονα δραματικός, με σεβασμό στο θέμα της: το έργο ζωής του δημιουργού. Εχει όμως και μια αστεία στιγμή: όταν η σειρά «κλείνει το μάτι» στην τρέχουσα κατάσταση.
Μη γνωρίζοντας πώς θα εξελιχθεί ο οίκος του, ο Μπαλενθιάγα σκέφτεται να τον κλείσει και εξομολογείται τους φόβους του στον έμπιστό του Ραμόν (Ανταμ Κιντέρο), λέγοντας: «Είμαι σίγουρος ότι χωρίς εμένα ο Maison Balenciaga δεν μπορεί να συνεχίσει. Τι νόημα θα είχε αυτό;». Οταν ο Ραμόν του επισημαίνει ότι «ο Υβ Σαιν Λωράν ανέλαβε μετά τον Ντιόρ», ο Μπαλενθιάγα χλωμιάζει και προσθέτει μέσα από τα δόντια: «Πάντα το έβρισκα αηδιαστικό. Πώς μπορεί κάποιος να υπογράφει με το όνομά μου;»