Επαναφορά της παγκόσμιας οικονομίας σε προ κρίσης επίπεδα ΑΕΠ έως το τέλος του 2021, με διεύρυνση κατά 5% σε όρους συναλλαγματικών ισοτιμιών, «βλέπει» η PricewaterhouseCoopers (PwC) στην έκθεση «Global Economy Watch for 2021 – From the Great Lockdown to the Great Rebound» (εδώ). Πρόκειται για τον ταχύτερο ρυθμό που έχει καταγραφεί τον 21ο αιώνα, με εκτιμήσεις για επαναφορά της οικονομίας στα προ πανδημίας επίπεδα ΑΕΠ έως το τέλος του 2021 ή τις αρχές του 2022.
Οι προβλέψεις της έκθεσης αναδεικνύουν κρίσιμα ζητήματα για το 2021 που συνδέονται με έναν ευρύτερο επαναπροσδιορισμό των οικονομιών, των δεξιοτήτων και των κοινωνιών.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η επιστροφή στην ανάπτυξη είναι δεδομένη, ωστόσο παρουσιάζει ανομοιογένειες, εξαρτώμενες από την επιτυχία και ταχύτητα της πραγματοποίησης των εμβολιασμών και τις συνεχιζόμενες προστατευτικές δημοσιονομικές, νομισματικές και χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Κρίσιμο ζήτημα αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο η ανάπτυξη θα συμβαδίσει με την ανάγκη για πράσινες επενδύσεις σε υποδομές, καθώς η μάχη ενάντια στην κλιματική αλλαγή γίνεται ολοένα και πιο επιτακτική.
Παρά την προβλεπόμενη διεύρυνση κατά 5% σε όρους συναλλαγματικών ισοτιμιών, επισημαίνεται ότι, βάσει προβλέψεων, οι επόμενοι τρεις με έξι μήνες θα είναι εξίσου δύσκολοι, ειδικά για τις χώρες του Βορείου Ημισφαιρίου όπου είναι χειμώνας, καθώς ενδέχεται να επιβληθούν περαιτέρω τοπικά ή γενικευμένα lockdown (όπως φάνηκε πρόσφατα στο Ηνωμένο Βασίλειο).
Το ΑΕΠ σε κάποιες αναπτυγμένες οικονομίες, για παράδειγμα, ίσως συρρικνωθεί κατά το α’ τρίμηνο, ενώ η ανάπτυξη γενικά είναι πιο πιθανό να ανακάμψει το β’ εξάμηνο του έτους, όταν οι μεγάλες αναπτυγμένες οικονομίες θα έχουν εμβολιάσει τουλάχιστον τα δύο τρίτα του πληθυσμού τους.
Το περιβάλλον θα αποτελέσει σημαντικό σημείο εστίασης το 2021, ενώ ήδη αναδεικνύεται σε ευκαιρία για την επιτάχυνση της μετάβασης, τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεων όσο και πολιτικών στην κλιματική ουδετερότητα. Κατά το 2021, αναμένονται επίσης σημαντικές επενδύσεις και στροφή σε πολιτικές που αφορούν τη Συμφωνία των Παρισίων για την Κλιματική Αλλαγή, τα μεγάλα εμπορικά μπλοκ, όπως οι ΗΠΑ, η Κίνα και η ΕΕ.
Τα «πράσινα» ομόλογα, που αξιοποιούνται για την άμεση χρηματοδότηση περιβαλλοντικών projects, αυτήν τη στιγμή αναλογούν σε λιγότερο από το 5% της παγκόσμιας αγοράς σταθερού εισοδήματος. Στη διάρκεια του 2021, οι συνολικές εκδόσεις πράσινων ομολόγων θα αυξηθούν κατά περισσότερο από 40%, ξεπερνώντας για πρώτη φορά το μισό τρισ. δολ. Επιπλέον, το επενδυτικό ενδιαφέρον για αμοιβαία κεφάλαια στους τομείς του περιβάλλοντος, της κοινωνίας και της διακυβέρνησης (ΠΚΔ) θα συνεχίσει να αυξάνεται, και θα μπορούσε να αγγίξει έως το 57% των συνολικών αμοιβαίων στην Ευρώπη έως το 2025.
Σε παγκόσμια κλίμακα, η ανάλυση δείχνει ότι η παραγωγή ηλεκτρισμού από ΑΠΕ συνεχίζει να επιταχύνεται, με την δυναμικότητα από φωτοβολταϊκά να αναμένεται να αυξηθεί με ταχείς ρυθμούς, χάρη στην αυξανόμενη ικανότητα της ΕΕ, της Ινδία και της Κίνας. Εφόσον συνεχιστούν οι τρέχουσες τάσεις, η δυναμική των φωτοβολταϊκών αναμένεται να ξεπεράσει αυτή του φυσικού αερίου έως το 2023 και του άνθρακα το 2024 στον παγκόσμιο τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας.
Ο Barret Kupelian, επικεφαλής οικονομολόγος της PwC στο Ηνωμένο Βασίλειο, σημειώνει σχετικά:
«Ενώ τα νέα είναι καλά για την παγκόσμια οικονομία συνολικά, καθώς είναι πιθανόν να επανέλθει στα προ της κρίσης επίπεδα ΑΕΠ έως το τέλος του 2021 ή νωρίς το 2022, ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα της Μεγάλης Ανάκαμψης είναι ότι πρόκειται να είναι ανομοιόμορφη μεταξύ διαφορετικών χωρών, κλάδων και εισοδηματικών επιπέδων. Ενδεικτικά, η οικονομία της Κίνας έχει αυξήσει το μέγεθός της σε σύγκριση με πριν από την πανδημία. Αντιθέτως, άλλες οικονομίες, που βασίζονται κυρίως σε υπηρεσίες, όπως είναι το Ηνωμένο Βασίλειο (ΗΒ), η Γαλλία, και η Ισπανία ή εκείνες που εστιάζουν σε εξαγωγές κεφαλαιουχικών αγαθών, όπως η Γερμανία και η Ιαπωνία, είναι απίθανο να ανακάμψουν στα προ της κρίσης επίπεδα πριν από το τέλος του 2021.
»Σε οικονομίες όπως το ΗΒ, η Γαλλία, η Ισπανία και η Γερμανία, τα αυξανόμενα αλλά χαμηλότερα επίπεδα ΑΕΠ προβλέπεται να οδηγήσουν σε αυξημένα ποσοστά ανεργίας, με τις περισσότερες θέσεις εργασίας που επηρεάζονται να αφορούν τα χαμηλότερα επίπεδα της κατανομής των αποδοχών, επιτείνοντας έτσι τις εισοδηματικές ανισότητες.
»Μόλις τεθεί υπό έλεγχο ο ιός, η προσοχή των αρμόδιων χάραξης πολιτικής θα πρέπει να στραφεί στη θεμελίωση της βιώσιμης ανάπτυξης, εστιάζοντας στην προώθηση της πράσινης ατζέντας για την οικονομία, καθώς και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Οι επικεφαλής των επιχειρήσεων χρειάζεται να σχεδιάσουν στρατηγικές που θα στοχεύουν στην ανάπτυξη και τις επενδύσεις, με βασικό σημείο την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού».