«I dissent». Διαφωνώ. Το δήλωσε ξεκάθαρα για ακόμη μια φορά, ακόμα και από το κρεβάτι του νοσοκομείου, την προηγούμενη Παρασκευή, δύο ώρες αφότου συνήλθε από τη νάρκωση στην οποία υποβλήθηκε για την αφαίρεση δύο κακοηθών όγκων από τον αριστερό πνεύμονά της.
Το γεγονός, ωστόσο, δεν θα πρέπει να προκαλεί μεγάλη εντύπωση, λαμβάνοντας υπόψη πως η γυναίκα που χειρουργήθηκε είναι η Σιδηρά Κυρία της αμερικανικής Δικαιοσύνης, η περιβόητη δικαστίνα Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ. Η οποία ανέκτησε τις αισθήσεις της – αναφέρει η Repubblica – εγκαίρως ώστε να αντιταχθεί για ακόμη μία φορά στον Ντόναλντ Τραμπ, απορρίπτοντας την πρόταση του αμερικανού προέδρου περί δραστικού περιορισμού της δυνατότητας αιτήσεων για τη χορήγηση ασύλου από πρόσφυγες και μετανάστες.
Η RBG, όπως την αποκαλούν όλοι πλέον στις ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας το ακρωνύμιό της, είναι μια παλαίμαχος υπέρμαχος των φιλελεύθερων αξιών, την οποία διόρισε στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ o Μπιλ Κλίντον το 1993. Σήμερα, στην ηλικία των 85 ετών, εξακολουθεί να αποτελεί μια εξέχουσα προσωπικότητα του φεμινιστικού κινήματος, άτυπη ηγέτιδα της προοδευτικής Αμερικής που αντιστέκεται με σθένος στον μισογυνισμό και τον ρατσισμό του Ντόναλντ Τραμπ.
Διάσημη και αγαπητή τόσο πολύ που το πρόσωπό της τυπώνεται σε τσάντες και καρφίτσες, με τη δικαστίνα να απεικονίζεται πάντα με τα χαρακτηριστικά μεγάλα κοκάλινα γυαλιά της και το δαντελένιο περιλαίμιο που φοράει πάντα όταν θέλει να δηλώσει χωρίς περιστροφές και μισόλογα ότι διαφωνεί. Και με την απόφαση (του δικαστηρίου της) υπέρ ενός πιστού χριστιανού ζαχαροπλάστη που αρνήθηκε να φτιάξει μια τούρτα για τον γάμο δύο ανθρώπων του ίδιου φύλου. Και με την επικύρωση του νομοσχεδίου για την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ πολιτών συγκεκριμένων μουσουλμανικών χωρών.
Πλέον στην Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ ολοένα και περισσότεροι Αμερικανοί φορούν μπλούζες πάνω στις οποίες δεσπόζει το μότο της, «ο χρόνος είναι με το μέρος της αλλαγής». Ακόμα και το Χόλιγουντ δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην αυστηρή και άτεγκτη γοητεία της διάσημης για τους αγώνες της υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων νομικού, η οποία γεννήθηκε στο Μπρούκλιν από εβραίους γονείς, μετανάστες από την Ευρώπη. Γιατί φέτος γυρίστηκαν όχι μία αλλά δύο ταινίες αφιερωμένες στην RBG, τη γυναίκα που δεν δίστασε να μην παρευρεθεί σε γεύμα με τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, ώστε να μην ακυρώσει το ραντεβού της με τον προσωπικό της γυμναστή.
Κατά τη διάρκεια της πεντηκονταετούς καριέρας της η Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ συνέβαλε με όλες τις δυνάμεις της στην πρόοδο της αμερικανικής κοινωνίας, αρχικά ως μαχητική δικηγόρος και στη συνέχεια ως το πιο φιλελεύθερο από τα μέλη του Ανώτατου Δικαστηρίου. Μετά το πολυβραβευμένο ντοκιμαντέρ, «RBG» με θέμα τη ζωή της, το οποίο γέμισε τα αμερικανικά σινεμά κατά τους προηγούμενους μήνες, αυτές τις ημέρες στις αίθουσες των ΗΠΑ άρχισε να προβάλλεται το «On the basis of sex» με την βρετανίδα ηθοποιό Φελίσιτι Τζόουνς να υποδύεται την αεικίνητη δικαστίνα κατά τα πρώτα βήματα της επαγγελματικής της πορείας.
Ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στη Νομική Σχολή του Κολούμπια το 1959, όντας ήδη παντρεμένη και μητέρα μιας κόρης, και έως ότου να ξεκινήσει να διδάσκει στο Χάρβαρντ (όπου επίσης φοίτησε σε μια τάξη με ελάχιστες φοιτήτριες και πάρα πολλούς φοιτητές) η Γκίνσμπεργκ δεν μπόρεσε να βρει κανέναν πρόθυμο να την προσλάβει επειδή ήταν γυναίκα. Άρχισε, τελικά, να διδάσκει αλλά οι απολαβές της ήταν αισθητά χαμηλότερες από εκείνες των ανδρών συναδέλφων της. Οπότε το 1972 επιδίωξε να συμμετάσχει στην ίδρυση του Women’s Rights Project εντός της Αμερικανικής Ένωσης Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU).
Στο πλαίσιο της εργασίας της στο νεοσύστατο αυτό πρόγραμμα για την προστασία των δικαιωμάτων των γυναικών, ανέλαβε τις πρώτες σημαντικές υποθέσεις διακρίσεων λόγω φύλου, έννοιας ευρέως γνωστής, σήμερα, την οποία, όμως, αποσαφήνισε και καθιέρωσε η ίδια, ενώπιον, μάλιστα, του Ανώτατου Δικαστηρίου, δίχως, φυσικά, να γνωρίζει πως αρκετά χρόνια μετά θα καταλάμβανε και εκείνη μια από τις εννιά θέσεις του. Από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά της στο SCOTUS, όπως αποκαλείται επίσης το Supreme Court of the United States, δεν έχει χάσει ούτε μία ψηφοφορία.
Ούτε τις άλλες δύο φορές που εγχειρίστηκε έχοντας χτυπηθεί πάλι από τον καρκίνο. Ούτε όταν, την επομένη των ενδιάμεσων εκλογών του περασμένου Νοεμβρίου, έπεσε και έσπασε τρία πλευρά. Όσες φορές κι αν πέσει, σηκώνεται και επιστρέφει δριμύτερη στη δουλειά της. Αυτήν τη φορά τις ευχές του για καλή ανάρρωση δεν παρέλειψε να στείλει ακόμα και ο Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά όλοι γνωρίζουν πως την αντιπαθεί. Ο αμερικανός πρόεδρος θεωρεί πως κατά την επόμενη διετία θα καταφέρει να την αντικαταστήσει, δεδομένου ότι οι Ρεπουμπλικανοί εξακολουθούν να ελέγχουν τη Γερουσία, τα μέλη της οποίας εγκρίνουν τον διορισμό των δικαστών-μελών του ανώτατου δικαστηρίου.
Αυτό δικαιολογεί το έντονο ενδιαφέρον τουλάχιστον των μισών Αμερικανών για την κατάσταση της υγείας της γηραιάς δικαστίνας. Η οποία κατά την προεδρία του Μπαράκ Ομπάμα αρνήθηκε ευγενικά να παραιτηθεί (όπως της είχε διακριτικά ζητηθεί να κάνει εξαιτίας της προχωρημένης ηλικίας της) και να δώσει τη θέση της σε μια νεότερη συνάδελφό της, προσκείμενη και εκείνη στους Δημοκρατικούς.
Εάν για οποιοδήποτε λόγο η Γκίνσμπεργκ αναγκαστεί να εγκαταλείψει τη θέση της, ο Τραμπ θα έχει την ευκαιρία να διορίσει ακόμα έναν, τον τρίτο, μετά τον Νιλ Γκόρσατς και τον Μπρετ Κάβανο, υπερσυντηρητικό δικαστή. Εκείνη, ωστόσο, προς το παρόν δεν κάνει βήμα πίσω, δηλώνοντας πως είναι έτοιμη να συνεχίσει να μάχεται για μια πιο φιλελεύθερη Αμερική για τουλάχιστον ακόμα μια πενταετία.