Στις 27 Φεβρουαρίου, ένα δικαστήριο στο Αμστερνταμ εξέδωσε τις αποφάσεις του για τη δίκη 17 ατόμων που συνδέονται με το εμπόριο ναρκωτικών. Ο μαροκινής καταγωγής Ρινουάν Ταγκί και δύο από τους συνεργούς του καταδικάστηκαν σε ισόβια, για αυτό που το δικαστήριο χαρακτήρισε «μια καλολαδωμένη μηχανή δολοφονιών».
Πράγματι, η συμμορία του Ταγκί είναι υπεύθυνη για πέντε δολοφονίες, δύο απόπειρες δολοφονίας και πολλές άλλες αξιόποινες πράξεις, που ξεκίνησαν τον Σεπτέμβριο του 2015, με τη δολοφονία του Ρόναλντ Μπέκερ, ο οποίος εργαζόταν σε ένα επαρχιακό κατάστημα με αντικείμενα παρακολούθησης. Η επιχείρηση εξάρθρωσης του κυκλώματος ονομάστηκε Μαρένγκο, όπως το άλογο του Ναπολέοντα. Και ήταν ένα πολύ ταιριαστό όνομα, καθώς το συγκεκριμένο άλογο οδήγησε το γάλλο στρατηλάτη σε όλους τους θριάμβους του, αλλά και στο Βατερλό.
Είναι όμως η συγκεκριμένη επιχείρηση το Βατερλό των εμπόρων ναρκωτικών που λυμαίνονται την Ολλανδία τα τελευταία χρόνια ή μήπως καταδεικνύει το Βατερλό μιας ολόκληρης χώρας, που δείχνει να ολισθαίνει στα χνάρια των χωρών της Λατινικής Αμερικής, όπως η Κολομβία και ο Ισημερινός; Αυτό αναρωτιούνταν οι ολλανδοί πολίτες, παρακολουθώντας με κομμένη την ανάσα όσα συνέβαιναν στη δίκη που κράτησε έξι χρόνια.
Κατά τη διάρκειά της, η δικαστική αίθουσα υψίστης ασφαλείας στο Αμστερνταμ, που ονομάστηκε «καταφύγιο», φυλασσόταν από μασκοφόρους στρατιώτες και ένοπλους αστυνομικούς. Οι δημοσιογράφοι έπρεπε να υπογράψουν δηλώσεις ότι δεν θα κατονομάσουν τους δικαστικούς λειτουργούς και τα πρόσωπα των δικαστών ήταν κρυμμένα στην ετυμηγορία. Κανένας συγγενής των θυμάτων δεν παραβρέθηκε, δεν άσκησε το δικαίωμά του να μιλήσει στο δικαστήριο ή δεν ζήτησε αποζημίωση.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, τρία άτομα που συνδέονται με την υπόθεση δολοφονήθηκαν: ένας μάρτυρας, ένας δικηγόρος και ένας πολύ γνωστός δημοσιογράφος, ο Πέτερ ντε Βρις. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η συμμορία του Ταγκί εμπλέκεται στις δολοφονίες, όπως αναφέρει το ρεπορτάζ των Times του Λονδίνου.
Η υπουργός Δικαιοσύνης της Ολλανδίας, η κουρδικής καταγωγής Ντιλάν Γεσιλγκόζ, έκανε λόγο για «ναρκοτρομοκρατία». Ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης του Βελγίου, Βίνσεντ βαν Κίκενμπορν, ο ολλανδός πρωθυπουργός, Μαρκ Ρούτε, και η διάδοχος του θρόνου, πριγκίπισσα Αμαλία, δέχτηκαν απειλές που συνδέονται με ολλανδικές συμμορίες.
«Ηταν μια πολύ σημαντική δίκη», λέει στους Times ο Ρόμπι Ροκς, αναπληρωτής καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Εράσμους του Ρότερνταμ. «Αλλαξε τον τρόπο που εμείς στην Ολλανδία βλέπουμε το οργανωμένο έγκλημα, αλλά αλλάζει επίσης τον τρόπο που βλέπουν άλλες χώρες την Ολλανδία».
Η μικρή χώρα των σχεδόν 18 εκατ. κατοίκων στην καρδιά της Ευρώπης συνδέεται εδώ και καιρό με το λαθρεμπόριο κάθε είδους, καθώς οι εγκληματίες έχουν εκμεταλλευτεί την εξαιρετική λιμενική και οδική της υποδομή και τα διακριτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματά της.
Οι Ολλανδοί «φημίζονταν» ως οι μεγαλύτεροι παραγωγοί… ποιοτικής κοκαΐνης στον κόσμο μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τις τελευταίες δεκαετίες, άλλα ευρωπαϊκά έθνη έχουν παραπονεθεί για τον αντίκτυπο στις δικές τους κοινωνίες της ανεκτικής ολλανδικής προσέγγισης στα μαλακά ναρκωτικά και για την τεράστια συγκέντρωση εργοστασίων ναρκωτικών στην Ολλανδία.
Το 2021, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών, οι αρχές βρήκαν τρεις εγκαταστάσεις παραγωγής ηρωίνης στη χώρα, επτά τοποθεσίες παραγωγής κοκαΐνης, 14 τοποθεσίες κοπής, 32 εργαστήρια αμφεταμινών, 12 εργοστάσια MDMA και 204 σημεία απόρριψης ναρκωτικών.
Η χώρα είναι επίσης σημαντικό κέντρο για τις εισαγωγές: Πέρυσι, 45.506 κιλά κοκαΐνης αξίας 3,5 δισεκατομμυρίων ευρώ κατασχέθηκαν στο μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης, στο Ρότερνταμ. Περισσότερα ναρκωτικά έχουν κατασχεθεί μόνο στη βελγική Αμβέρσα, η οποία θεωρείται από τις ολλανδικές εγκληματικές συμμορίες ως αδελφό λιμάνι. «Υπάρχουν σημαντικά εμπόδια στην προσπάθεια καταπολέμησης του οργανωμένου εγκλήματος», πρόσθεσε ο Ροκς. «Λιμενικοί υπάλληλοι που είναι σε θέση να ανοίγουν πόρτες και να παρέχουν πληροφορίες. Καθένας έχει ένα τίμημα και οι συμμορίες έχουν πολλά χρήματα».
Ορισμένοι φοβούνται ότι τα τεράστια χρηματικά ποσά που διακινούνται από τους εγκληματίες σημαίνουν ότι η βία και η αταξία θα μπορούσαν σύντομα να ταρακουνήσουν βαθύτερα την Ολλανδία, με τον ίδιο τρόπο που ο Ισημερινός, μια άλλη βασική χώρα διέλευσης για το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, κατρακύλησε ταχύτατα στη χειρότερη κρίση ασφαλείας στη σύγχρονη ιστορία του.
Θα μετατραπεί η Ολλανδία σε «Κολομβία της Ευρώπης»;
Η Κλαούντια Λόπεζ, πρώην δήμαρχος της Μπογκοτά στην Κολομβία, προειδοποίησε σε μια διάσκεψη για τη ρύθμιση των ναρκωτικών στο Αμστερνταμ τον Ιανουάριο: «Στην Κολομβία σημειώθηκε αυξημένη διαφθορά και το ίδιο θα συμβεί στην Ολλανδία. Τα πιο επικίνδυνα όπλα που έχουν οι έμποροι ναρκωτικών είναι τα χρήματα. Τα ποσά που έχουν στην κατοχή τους μπορούν να καταστρέψουν κάθε δημοκρατία». Επιστρέφοντας από μια επίσκεψη στη Λατινική Αμερική, ο δήμαρχος του Ρότερνταμ Αχμέντ Αμπουταλέμπ, είπε, σύμφωνα με τους Times, για την Ολλανδία: «Πιστεύαμε εδώ και χρόνια ότι υπήρχε μια κόκκινη γραμμή. Κάναμε λάθος. Δημοσιογράφοι δολοφονούνται, δικηγόροι δολοφονούνται… Είναι πιο επικίνδυνο από όσο νομίζουμε».
Η ετυμηγορία της υπόθεσης Μαρένγκο θεωρείται από πολλούς ως ορόσημο. Η Ολλανδία βρίσκεται υπό πίεση, αλλά οι σημαντικές πτυχές των πολιτικών της θεσμών είναι σταθερές, λένε. Η Γεσιλγκόζ επαίνεσε τους δικαστές που «υποστηρίζουν σταθερά το κράτος δικαίου μας και διασφαλίζουν ότι δεν υποχωρουμε ούτε ένα εκατοστό μπροστά σε αυτούς τους εγκληματίες».
Το ερώτημα τώρα είναι πώς θα αντιδράσει το οργανωμένο έγκλημα. Κομβικό σημείο θεωρείται η δολοφονία του δημοσιογράφου, που σοκάρισε την ολλανδική κοινωνία και θεωρείται ότι είναι μέρος της «ενορχήστρωσης ενός ευρύτερου φάσματος τρόμου».
Ο Πολ Βουγκτς, δημοσιογράφος του Het Parool –ο οποίος έχει ζήσει για μεγάλα διαστήματα κρυμμένος λόγω απειλών κατά της ζωής του– λέει στους Times: «Το μεγάλο ερώτημα είναι: θα χρησιμοποιήσουν ακραία βία και άλλες εγκληματικές οργανώσεις στο διεθνές εμπόριο κοκαΐνης;». «Ολες οι άλλες εγκληματικές οργανώσεις βλέπουν τώρα ότι αν το κάνουν αυτό έρχεται το τέλος τους, επειδή η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη; Ή θα σκεφτούν ότι έτσι μπορούν να κάνουν την Ολλανδία όσο πιο ασταθή γίνεται;».
Ενώ η βία χρησιμοποιείται ευρέως για την τήρηση της «εσωτερικής τάξης» στις συμμορίες, επειδή οι εγκληματίες δεν μπορούν να πάνε στην αστυνομία, δεν είναι καλό για το εμπόριο εάν χρησιμοποιείται κατά της νόμιμης κοινωνίας και τραβάει την προσοχή των αρχών, επισημαίνει. «Δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό για το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Στην πραγματικότητα είναι αντιπαραγωγικό. Και μέχρι στιγμής, όλες οι μεγάλες εγκληματικές οργανώσεις το έχουν αναγνωρίσει. Η βία κατά του “έξω” κόσμου δεν έχει νόημα».
Υπήρξαν 11 δολοφονίες επί πληρωμή το 2022, που συχνά σχετίζονταν με εγκλήματα ναρκωτικών, μια πτώση από τις συνηθισμένες 20 έως 30 ετησίως τις τελευταίες δεκαετίες, λέει το κέντρο έρευνας και δεδομένων του ολλανδικού υπουργείου Δικαιοσύνης. Οι ειδικοί ανησυχούν περισσότερο για τις 400 εκρήξεις και επιθέσεις με εκρηκτικά σε σπίτια και επιχειρήσεις πέρυσι παρά για το ποσοστό δολοφονιών.
Το ολλανδικό κράτος τώρα θέλει να επικεντρώσει τις προσπάθειές του σε ευάλωτες γειτονιές για να σταματήσουν οι νέοι να πέφτουν «στην αγκαλιά» του γρήγορου χρήματος. Ο Ροκς είπε ότι ενώ οι εθνοτικές μειονότητες υπερεκπροσωπούνται στην παραβατικότητα, αυτό σχετίζεται περισσότερο με την κοινωνικοοικονομική κατάσταση παρά με τη φυλή.
«Αυτό είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί», είπε. «Αν δούμε προσεκτικά τις διαφορετικές μεταβλητές, βλέπουμε ότι το πρόβλημα συνδέεται κυρίως με την ανισότητα. Αν εστιάσουμε στην καταγωγή, αυτό θα μεγαλώσει την απόσταση μεταξύ αυτών των ομάδων από την κοινωνία και θα ενισχύσει τα προβλήματα που ήδη βλέπουμε».