Μόλις πριν από έξι εβδομάδες, στις 12 Δεκεμβρίου, το ρεστοράν του Hotel de Ville, στη μικρή ελβετική πόλη Κρισιέ, έλαβε την ύψιστη τιμή να ονομαστεί ως το καλύτερο του κόσμου. Τότε, ο Μπενουά Βιολιέ, γεμάτος υπερηφάνεια, είχε δηλώσει: «Είναι εκπληκτικό και εξαιρετικό για όλους μας. Αυτό θα δώσει σε όλη την ομάδα ακόμη μεγαλύτερο κίνητρο».
Το απόγευμα της περασμένης Κυριακής, η ελβετική αστυνομία δέχθηκε μια κλήση να μεταβεί στο σπίτι του Βιολιέ όπου διέμενε με τη γυναίκα του, Μπριζίτ. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο διάσημος σεφ προέβη στο απονενοημένο διάβημα βάζοντας πρόωρο τέλος στη ζωή του. Παρά το προφανές του πράγματος, η ελβετική αστυνομία διερευνά τους λόγους που οδήγησαν τον Βιολιέ σε αυτή την ενέργεια. Αλήθεια, τι μπορεί να ώθησε έναν από τους πιο φημισμένους σεφ του κόσμου να απαρνηθεί το δώρο της ζωής και της δημιουργίας; Ποια κρυφή… νόσος τον «έτρωγε» εσωτερικά;
Η αλήθεια είναι ότι ο Βιολιέ βίωσε μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα δύο απώλειες που βάρυναν αρκετά την ψυχοσύνθεσή του. Τον περασμένο Απρίλιο πέθανε ο πατέρας του και στη συνέχεια ο μέντοράς του, ο ελβετός σεφ Φιλίπ Ροσάτ. Ο άνθρωπος που κατείχε τη θέση επικεφαλής της κουζίνας του Hotel de Ville, πριν την έλευση του Βιολέ και είχε στην τροπαιοθήκη του τρία αστέρια Michelin για δύο δεκαετίες.
Η βρετανική εφημερίδα Guardian, σε μια προσπάθεια να δει τη γενικότερη εικόνα, παίρνει ως αφορμή τον αδόκητο θάνατο του Βιολιέ για να δείξει τι συμβαίνει στον κόσμο των μεγάλων σεφ του κόσμου. Οντως, η περίπτωση του Βιολέ δεν είναι μοναδική.
Τον Φεβρουάριο του 2003, ο Μπερνάρ Λουασό, επίσης ονομαστός σεφ στη Γαλλία και επικεφαλής της κουζίνας στο ρεστοράν Cote d’Or, πήρε το κυνηγετικό του όπλο και αυτοπυροβολήθηκε θανάσιμα. Ηταν μόλις 52 ετών.
Ο Λουασό έπασχε από κατάθλιψη, ήταν εθισμένος με τη δουλειά του, ενώ αντιμετώπιζε και οικονομικά προβλήματα. Ο οδηγός Gault et Millau, ο οποίος μετά τα αστέρια Michelin, ανεβάζει και κατεβάζει τις «μετοχές» των ρεστοράν και των σεφ παγκοσμίως, είχε μειώσει τη βαθμολογία στο ρεστοράν που εργαζόταν ο Λουασό κατά δύο μονάδες (από 19/20 σε 17/20), ενώ υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις ότι το ίδιο θα έκανε και η Michelin. Ο Ζακ Λαμελουάζ, ιδιοκτήτης και σεφ ενός άλλου ονομαστού ρεστοράν, αποκάλυψε ότι ο Λουασό του είχε πει πως αν έχανε ένα αστέρι θα αυτοκτονούσε. Το παράδοξο της υπόθεσης; Ο Λουασό αυτοκτόνησε λίγο μετά το άκουσμα της χαρμόσυνης είδησης ότι δεν υπήρχε περίπτωση να χάσει τα τρία αστέρια του. Το ίδιο συνέβη και με τον Βιολέ: τουλάχιστον για το 2016 τα αστέρια του δεν κινδύνευαν.
Κι όμως, αποδεικνύεται πως πέραν του αναπόδραστου, αυτό που κατατρώει τους σημαντικούς σεφ είναι ο τρόμος της πτώσης. Ακόμη κι αυτή δεν συμβεί. Μέσα τους το άγχος της απώλειας λειτουργεί ως μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Η τυραννία του συστήματος είναι τέτοια που τους οδηγεί σε ακραίες καταστάσεις και σίγουρα έχει σοβαρή επίπτωση στην ψυχολογική κατάστασή τους.
Ο Γκι Μαρτέν, κάτοχος τριών αστεριών στο ρεστοράν Grand Vefout του Παρισιού, παραδέχεται: «Τη μια στιγμή σου λένε πως είσαι ο εκλεκτός και την επόμενη σου λένε πως δεν είσαι. Γιατί; Τι έχεις κάνει; Πώς γίνεται τα προσόντα που με πόνο απέκτησες και τη δημιουργικότητα, το χρόνο και την ενέργεια που έδωσες, να εξαφανίζονται από τη μια ημέρα στην άλλη;»
Αυτή η πίεση δεν είναι πρωτόφαντη. Ο σεφ Αλέν Ζικ, το 1966, φύτεψέ μια σφαίρα στο κεφάλι του όταν έμαθε πως έχασε ένα από τα αστέρια Michelin που κατείχε. Ο Ζεράρ Μπεσόν υπέστη καρδιακή προσβολή –τελικά επέζησε- το 2003 όταν του συνέβη κάτι παρόμοιο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πολύ μακρινό 1771, ο Φρανσούα Βατέλ αυτοκτόνησε όταν το ψάρι που ετοίμαζε για ένα επίσημο δείπνο του Λουδοβίκου Ιδ’ δεν έφτασε στην ώρα του.
Ο Πιέρ Γκαγκρέν έχει στην κατοχή του τρία αστέρια Michelin. Το πρώτο ρεστοράν που άνοιξε, έβαλε λουκέτο λόγω χρεών. Τώρα, με την εμπειρία ετών, παραδέχεται: «Βρισκόμαστε συνεχώς στην κόψη του ξυραφιού. Αυτό είναι κάτι που ο κόσμος δεν μπορεί να το δει. Είμαστε στο ενδιάμεσο της τέχνης και της επιχειρηματικότητας».
Η αλήθεια είναι ότι στη Γαλλία, πίσω από ένα αστέρι Michelin (λιγότερο ή περισσότερο) κρύβεται μια αντίστοιχη αύξηση ή μείωσης της κίνησης στα ρεστοράν που φτάνει στο 25%. Η πίεση μεταφέρεται από την κεφαλή της επιχείρησης έως τον τελευταίο υπάλληλό της.
Το 2005, ο Αλέν Σεντερένς του ρεστοράν Lucas Carton στο Παρίσι, κατείχε τρία αστέρια Michelin επί 28 συναπτά έτη. Αποφάσισε, όμως, να παρατήσει τα πάντα διότι βαρέθηκε όλη αυτή την πίεση και να ακολουθήσει πιο λογικές οδούς στο μαγαζί του.
Ο Ζοέλ Ρομπουσόν είχε κάνει την αρχή το 1996. Ο Αντουάν Βέστερμαν έπραξε το ίδιο το 2006, ο Μαρκ Βεϊρά και ο Ολιβιέ Ρέλινγκερ το 2009. Ολοι «πέταξαν» τα αστέρια τους για να γλυτώσουν από τη… νόσο των σεφ.
Το 2011, η αυστραλή σεφ Σκάι Τζίντζελ θεώρησε πως το αστέρι Michelin που έλαβε ήταν μια «κατάρα» για το μαγαζί της στο Ρίτσμοντ, στο δυτικό Λονδίνο. Οι πελάτες της πίστευαν ότι θα απολαύσουν μια θαυμαστή γαστρονομική εμπειρία, κάτι που το μαγαζί της δεν μπορούσε να προσφέρει. Τελικά, αναγκάστηκε να αφαιρέσει το αστέρι από τον ιστότοπο του μαγαζιού.