Μια μητέρα-πηγή έμπνευσης για έναν ροκ σταρ δεν είναι κάτι που συμβαίνει κάθε μέρα. Εξαρχής το ροκ-εν-ρολ είχε μια μορφή επανάστασης της φιλελεύθερης γενιάς των –γεννημένων μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο– baby boomers, απέναντι στους συντηρητικούς γονείς τους.
Υπό αυτό το πρίσμα, η Αντέλ Σπρίνγκστιν, που έφυγε από τη ζωή την περασμένη Τετάρτη, στα 98 της μετά από χρόνια πάλης με την Αλτσχάιμερ, αποτελεί φωτεινή εξαίρεση στην ανατρεπτική ιστορία της ροκ: Η συνεισφορά της στην καριέρα και στη θεματολογία των τραγουδιών του Μπρους Σπρίνγκστιν υπήρξε καταλυτική – με τον ροκ σταρ να της αποδίδει πάντα τα εύσημα.
Οι ιστορίες που περιγράφει στα τραγούδια του ο Σπρίνγκστιν περιλαμβάνουν όλη την γκάμα των συναισθημάτων της ανθρώπινης υπόστασης –χαρά, απόγνωση, ελπίδα, σκοτάδι, ερωτική έκσταση και απογοήτευση–, γι’ αυτό και είναι διαχρονικά. Η χαρά και η ελπίδα, όπως λέει ο ίδιος, πηγάζουν από τη μητέρα του.
Παραλαμβάνοντας το βραβείο της οργάνωσης Ellis Island Family Heritage το 2010, ο καλλιτέχνης ανέβασε στη σκηνή την Αντέλ και τις αδελφές της, Ντόρα και Εντα, και δήλωσε: «Αυτές τοποθέτησαν το ροκ-εν-ρολ μέσα μου». Οπως έχει γράψει και στην αυτοβιογραφία του, το «Born to Run» του 2016, οι τρεις αυτές γυναίκες όχι απλά ευθύνονται για την ανατροφή του, αλλά αποτέλεσαν για αυτόν πηγή έμπνευσης στα παιδικά και προεφηβικά του χρόνια.
Γεννημένη το 1925 ως Αντέλ Ζερίλι, η κυρία Σπρίνγκστιν άκουγε συνεχώς τις ποπ επιτυχίες στο ραδιόφωνο όταν ο Μπρους ήταν μωρό, σηκώνοντας τον γιο της στα πόδια του για να χορέψει μαζί της. Είχε αδυναμία στην τζαζ μουσική και χόρευε μανιωδώς σουίνγκ. Οταν εκείνος ήταν επτά ετών, η Αντέλ έκανε οικονομία για να του αγοράσει την πρώτη του κιθάρα και τον ενθάρρυνε να γίνει μουσικός, αναφέρουν οι New York Times.
Εργάστηκε για δεκαετίες ως νομική γραμματέας και ήταν αυτή που συντηρούσε την οικογένεια, γεγονός που έδειξε στον γιο της την αξιοπρέπεια και τη συντροφικότητα που προσφέρει μια θέση εργασίας. Τον δίδαξε τις αρχές της τιμιότητας και της αξιοπρέπειας της εργατικής τάξης ανατρέφοντάς τον μαζί με τις δύο αδελφές του στην πόλη Φρίχολντ του Νιου Τζέρσι.
«Είναι μια εικόνα που δεν θα φύγει ποτέ από τη μνήμη μου – η μητέρα μου να γυρίζει σπίτι από τη δουλειά» έλεγε ο Μπρους στην αυτοβιογραφική μουσικοθεατρική παράστασή του «Springsteen on Broadway», που παιζόταν τη θεατρική σεζόν 2017-2018. «Αποκλειστικά η θέλησή της μας έκανε οικογένεια και μας κράτησε ενωμένους» γράφει στο «Born to Run».
Τα αποθεωτικά σχόλια για την Αντέλ στο σόου του στο Μπρόντγουεϊ ήταν ατελείωτα. «Η μαμά μου ήταν η ειλικρίνεια, η συνέπεια, το καλό χιούμορ, ο επαγγελματισμός, η χάρη, η ευγένεια, η αισιοδοξία, η δικαιοσύνη, η υπερηφάνεια για τον εαυτό σου, η υπευθυνότητα, η αγάπη, η πίστη στην οικογένειά σου, η δέσμευση, η χαρά στη δουλειά σου και η ασίγαστη δίψα για τη ζωή και –το πιο σημαντικό– για τον χορό» ανέφερε τότε επί σκηνής.
Παράλληλα, τον προστάτευε από τον πατέρα του, ο οποίος πάλευε σε ολόκληρη τη ζωή του με την κατάθλιψη – και του οποίου η πιο ζοφερή άποψη για την ανθρωπότητα είναι το αντίβαρο που διατρέχει τους στίχους των τραγουδιών του Σπρίνγκστιν. «Η Αντέλ ήταν γονιός», έγραψε στα απομνημονεύματά του, «και αυτό ακριβώς χρειαζόμουν, καθώς ο κόσμος μου ήταν έτοιμος να εκραγεί».
Με την καριέρα του να απογειώνεται, η Αντέλ άρχισε να κρατάει λεπτομερή λευκώματα για κάθε μικρό ορόσημό της, ενώ χόρευε κάτω από τους προβολείς στις συναυλίες του γιου της ακόμα και μετά τα 90 της χρόνια, ακόμα και όταν η νόσος του Αλτσχάιμερ επιβάρυνε τη μνήμη της και η μουσική του γιου της ήταν μια ενστικτώδης παρηγοριά για εκείνη.
«Μέσα από το πνεύμα, την αγάπη και τη στοργή της, η μητέρα μου μού μετέφερε έναν ενθουσιασμό για την πολυπλοκότητα της ζωής, μια επιμονή στη χαρά και στις καλές στιγμές, και τη δύναμη να ξεπερνώ τις δυσκολίες», έγραψε ο μουσικός στην αυτοβιογραφία του. Ηταν η καταγραφή ενός κατασταλαγμένου, ενήλικου Σπρίνγκστιν, μια ρεαλιστική προσέγγιση των εσωτερικών του ισορροπιών.
Ομως η πιο συναισθηματική στιγμή του σόου «Springsteen on Broadway» είναι το τραγούδι «The Wish», αφιερωμένο στην Αντέλ και γεμάτο βαθιά εκτίμηση και στοργή. Στους στίχους του αναπολεί την κιθάρα που του αγόρασε για χριστουγεννιάτικο δώρο, περιγράφοντας τη σκηνή ως εξής: «Εγώ με τις κοντές μπότες μου / Εσύ με τις ροζ μπούκλες και το αλά ματαντόρ παντελόνι σου / Να με σηκώνεις στον καναπέ για να χορέψω τουίστ / Για τους θείους και τις θείες».
Στη συνέχεια του τραγουδιού αναπολεί «όλα όσα μας έφερε αυτή η κιθάρα» και προσφέρεται να της παίξει τραγούδια που θα του παραγγείλει, αλλά με μια προϋπόθεση: «Αν μου ζητήσεις λυπητερό τραγούδι, δεν θα το παίξω». Η στιγμή στην παράσταση είναι κομβική, με τον Σπρίνγκστιν να μεταφέρει την άδολη λατρεία του για τον άνθρωπο που τον ανέθρεψε, με ένα στιλ που σπάνια εκφράζεται στις λυπημένες μπαλάντες του.
Στην ανάρτησή του στο Instagram, όπου ανακοίνωσε τον θάνατό της, ο Μπρους μοιράστηκε με τους ακολούθους του ένα βίντεο της μητέρας του, σε προχωρημένη ηλικία, να χορεύει στον ρυθμό του κλασικού ορχηστρικού σουίνγκ του Γκλεν Μίλερ «In the Mood», συνοδευόμενο από στίχους του «The Wish»: «Εχω γεράσει πια, αλλά εσύ με αναγνωρίζεις με την πρώτη ματιά / Θα μας βρω ένα ροκ-εν-ρολ μπαράκι και θα βγούμε για χορό». Λιτό, ουσιαστικό και γεμάτο ευγνωμοσύνη.
Η τέχνη δεν είναι ποτέ απλώς αυτοβιογραφική, και τα παιδιά όταν μεγαλώνουν γίνονται πολλά περισσότερα από το απλό άθροισμα των χαρακτηριστικών των γονιών τους. Αλλά, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει οποιοσδήποτε έχει ενώσει τη φωνή του με εκείνη χιλιάδων φανατικών συν-οπαδών σε μια από τις πολύωρες συναυλίες του Μπρους, αυτού του είδους τα ρεφρέν που συχνά διαπερνούν τους πιο σκοτεινούς του στίχους οφείλουν πολλά στην Αντέλ Σπρίνγκστιν.