Η Ανγκελα Μέρκελ βάζει τη μάσκα της κατά την έναρξη πρόσφατης συνέντευξης Τύπου στη Ρώμη | Andrew Medichini/Pool via REUTERS
Επικαιρότητα

Η Μέρκελ ετοιμάζει ακόμη περισσότερα μέτρα για τους ανεμβολίαστους

Ανακοίνωσε ότι ενδέχεται να ζητείται καθημερινό rapid test για όσους δεν έχουν κάνει το εμβόλιο του κορονοϊού προκειμένου να προσέρχονται στην εργασία τους. Νέοι περιορισμοί σε μπαρ, εστιατόρια και όλα τα δημόσια θεάματα καθώς αυξάνονται θεαματικά τα κρούσματα
Protagon Team

Για περισσότερα περιοριστικά μέτρα στους ανεμβολίαστους, καθώς η χώρα πιέζεται από τα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά κρουσμάτων, προειδοποίησε η απερχόμενη καγκελάριος της Γερμανίας Ανγκελα Μέρκελ.

Κάποια κρατίδια της Γερμανίας έχουν ήδη ξεκινήσει να επιβάλλουν αυστηρούς περιορισμούς σε όσους αρνούνται να κάνουν το εμβόλιο του κορονοϊού. Σύμφωνα με τους Times του Λονδίνου, σε κάποιες περιοχές της χώρας και ανάλογα με το επιδημιολογικό φορτίο, απαγορεύεται η είσοδός τους σε εσωτερικούς δημόσιους χώρους, όπως είναι τα εστιατόρια, οι κινηματογράφοι, τα μπαρ και τα θέατρα, ενώ σε άλλες περιοχές επιτρέπονται οι συγκεντρώσεις συγκεκριμένου, μικρού μόνον αριθμού ανεμβολίαστων σε ένα χώρο.

Η καγκελάριος υποστήριξε ότι παρόμοια μέτρα θα πρέπει να υιοθετηθούν σε ολόκληρη τη χώρα, σε μία προσπάθεια να αυξηθεί το χαμηλό επίπεδο εμβολιασμού και να επιβραδυνθεί η εξάπλωση της πανδημίας του κορονοϊού.

Ο αριθμός των νέων κρουσμάτων που καταγράφονται καθημερινά έχει διπλασιαστεί από τα μέσα Οκτωβρίου και είναι υψηλότερος τώρα, από ό,τι ήταν την ίδια περίοδο του περασμένου έτους.

Παράλληλα, τα νοσοκομεία σε πολλά κρατίδια της χώρας είναι σχεδόν γεμάτα, παρότι η Γερμανία έχει τις περισσότερες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) στον κόσμο ανά 100.000 πληθυσμού.

Τόσο η καγκελάριος, όσο και ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, αναφέρθηκαν σε δηλώσεις τους στη δύσκολη κατάσταση της δημόσιας υγείας και δεν απέκλεισαν ακόμη και την απαίτηση καθημερινού rapid test για είσοδο στον χώρο εργασίας για τα μη εμβολιασμένα άτομα.

Διευκρινίζεται ότι στη Γερμανία είναι πλήρως εμβολιασμένο το 67% του γενικού πληθυσμού, όταν στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι μόλις 60%.