Αν εστιάσουμε σε μια παρέμβαση από το ρωσικό Συμβούλιο Ασφαλείας τη Δευτέρα, όταν απλώς επικυρώθηκε η προειλημμένη απόφαση αναγνώρισης των δύο αποσχισθεισών επαρχιών στην Ουκρανία, μπορούμε ίσως να δούμε ότι η Ρωσία σήμερα απλώς παίζει σε επανάληψη τον ρόλο της στην κρίση του 2008 με τη Γεωργία.
Υπό το βλέμμα του Βλαντίμιρ Πούτιν, ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ μίλησε για την κατάσταση που πριν από 14 χρόνια χειρίστηκε ως πρόεδρος (ο Πούτιν ήταν πρωθυπουργός).
«Θυμάμαι καλά όταν αποφασίσαμε να αναγνωρίσουμε την Αμπχαζία και την Νότια Οσετία. Σώσαμε εκατοντάδες χιλιάδες ζωές. Σήμερα το ρίσκο είναι μεγαλύτερο, είναι περισσότερος ο κόσμος. Γνωρίζουμε τι θα γίνει μετά, τις κυρώσεις και την πίεση, αλλά γνωρίζουμε πώς να απαντήσουμε. Αν γνωρίζουμε πώς να φανούμε ψύχραιμοι, θα κουραστούν και θα επιστρέψουν μιλώντας για στρατηγική ασφάλεια και σταθερότητα. Η Ρωσία πρέπει να αναγνωρίσει την ανεξαρτησία των Δημοκρατιών του Ντονμπάς. Η εμπειρία δείχνει ότι η ένταση θα μειωθεί και πάλι».
Ο Μεντβέντεφ δεν μπήκε στον κόπο να ονοματίσει τους «αυτούς» που απειλούν τη Ρωσία. Από τα συμφραζόμενα, αλλά περισσότερο από τη νοοτροπία του Κρεμλίνου, πρόκειται για τους Ευρωπαίους.
Το πιο ανησυχητικό, όπως τονίζει η Σιλβί Καουφμάν στον Monde, είναι ότι αν ξαναδούμε την περίπτωση της Γεωργίας, όλα τα κομμάτια του παζλ ήταν στην θέση τους. Οι ομοιότητες με την Ουκρανία είναι εμφανείς και η στρατηγική δοκιμασμένη. Αρκούσε, όπως σημειώνει η αρθρογράφος, να το διαβάσει κανένας.
Κατά σύμπτωση, η Γαλλία ήταν, όπως και σήμερα, επικεφαλής της ΕΕ το δεύτερο εξάμηνο του 2008 όταν η Ρωσία είχε εισβάλει στη Γεωργία μετά την αναγνώριση των δύο περιοχών. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζορτζ Μπους, ήταν προς το τέλος της δεύτερης θητείας του (ο Μπαράκ Ομπάμα δεν είχε εκλεγεί ακόμη), άρα με περιορισμένα περιθώρια κινήσεων, οπότε πρακτικά άφησε τη διαχείριση της κρίσης στην Ευρώπη.
Σταδιακή απόκλιση
Οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, περίπου ένα χρόνο από την ημέρα που ανέλαβε την εξουσία, έκαναν τον Βλαντίμιρ Πούτιν να σκεφτεί ότι θα μπορούσε να βρει δρόμο συνεργασίας με τη Δύση. Ο πόλεμος στο Ιράκ απομάκρυνε αυτή την προοπτική, ενώ οι πολύχρωμες επαναστάσεις το 2003 και το 2004 έφεραν χώρες στην άμεση περιφέρεια της Ρωσίας, την Ουκρανία και τη Γεωργία, πιο κοντά στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Το 2007 η εικόνα είχε αλλάξει. Στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια, που γίνεται κάθε χρόνο στο Μόναχο, η ομιλία του κατά της επέκτασης του ΝΑΤΟ ήταν τόσο επιθετική ώστε ήταν ψυχρολουσία για τους παριστάμενους. Τον επόμενο χρόνο ο Τζορτζ Μπους ήθελε να ανακοινώσει από το Βουκουρέστι την ένταξη της Ουκρανίας και της Γεωργίας στο ΝΑΤΟ, αλλά η Γερμανία και η Γαλλία διαφώνησαν για να μην δυσαρεστήσουν τη Μόσχα. Τελικά η ένταξη των δύο χωρών παραπέμφθηκε στο μέλλον σε ανοιχτή ημερομηνία.
Ενα χρόνο αργότερα η Γεωργία έπεσε στην παγίδα όταν απάντησε σε βομβαρδισμό χωριού από δυνάμεις αυτονομιστών. Η Τιφλίδα έστειλε ενισχύσεις, αλλά η Ρωσία έστειλε ακόμη περισσότερες στο πλευρό των αυτονομιστών συντρίβοντας μέσα σε λίγες ώρες τον γεωργιανό στρατό. Με παρέμβαση του Σαρκοζί, που πήγε στη Μόσχα, επιτεύχθηκε μια συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, έστω και με ατέλειες.
Ο Σαρκοζί σε πρόσφατο βιβλίο του προβάλλει μόνο το ταξίδι και ξεχνά να πει ότι η Ρωσία τράβηξε το χαλί κάτω από τα πόδια του αναγνωρίζοντας τις δύο επαρχίες. Το πρόσχημα ήταν ότι γίνεται γενοκτονία από τη Γεωργία κατά των Ρώσων στις περιοχές. Την ίδια ανυπόστατη κατηγορία χρησιμοποιεί η Ρωσία κατά της Ουκρανίας. Ο Μεντβέντεφ είπε στον γάλλο ηγέτη μια άλλη δικαιολογία, που χρησιμοποιείται και σήμερα: η Ρωσία έχει σφαίρες επιρροής που πρέπει να διατηρήσει σε συγκεκριμένες περιοχές.
Τελικά η Γεωργία πλήρωσε την επιθυμία της να έλθει πιο κοντά στη Δύση, η Ουκρανία δεν πήρε το μάθημα και η Ρωσία, απλώς ξαναπαίζει τον ίδιο ρόλο.