Σε μια συγκινητική ανάρτηση, η 48χρονη κόρη του Σίντνεϊ Πουατιέ, ο οποίος πέθανε την Παρασκευή σε ηλικία 94 ετών, εκθειάζει τη δύναμη του χαρακτήρα, το ηθικό σθένος και, πάνω από όλα, την καλοσύνη του αγωνιστή πατέρα της, του πρώτου μαύρου ηθοποιού που κέρδισε Οσκαρ.
«Πάνω από όλα, θέλω ο κόσμος να ξέρει πόσο ΚΑΛΟΣ ήταν», έγραψε η πέμπτη κόρη του, που επίσης ονομάζεται Σίντνεϊ (με μία μικρή αλλαγή στην ορθογραφία, Sydney αντί Sidney) και έχει μία αδελφή από την ίδια μητέρα και τέσσερις μεγαλύτερες, από τον πρώτο γάμο του πατέρα της.
Είχαν προηγηθεί ύμνοι για τον πατέρα της από τον Μπαράκ Ομπάμα, την Οπρα Γουίνφρεϊ, τη Βαϊόλα Ντέιβις και πολλούς άλλους σταρ του Χόλιγουντ και της πολιτικής.
Το πλήρες κείμενο της κόρης του:
«Δεν υπάρχουν λέξεις για αυτό. Δεν υπάρχει τρόπος να προετοιμαστείς. Καμία πρόζα αρκετά όμορφη, καμία ομιλία ικανή να περιγράψει την ουσία του μπαμπά μου.
Ξέρουμε ότι τα επιτεύγματά του ήταν πολλά και ότι κυριολεκτικά άλλαξε το τοπίο για όσους ήρθαν μετά από αυτόν.
Ανοιξε ένα μονοπάτι σε τόσο δύσβατο και εχθρικό έδαφος, ώστε αυτοί που ακολούθησαν πίσω του να έχουν ένα λίγο ευκολότερο ταξίδι. Ετσι ώστε οι άνθρωποι που ισχυρίζονταν ότι αυτό το βουνό ήταν αποκλειστικά δικό τους, να ξέρουν ότι ανήκει και σε εμάς. Οτι ήταν και δικό μας βουνό. Οτι ήλθαμε για να μείνουμε.
Ξέρουμε πόση χάρη και σοφία είχε. Πόση δύναμη χαρακτήρα και ηθικό σθένος. Αλλά πάνω από όλα, θέλω ο κόσμος να ξέρει πόσο ΚΑΛΟΣ ήταν.
Ξέρω ότι ο κόσμος γνωρίζει ότι ήταν καλός, αλλά δεν νομίζω ότι γνωρίζουν το βάθος της καλοσύνης του. Οτι εισχωρούσε σε κάθε κύτταρο της ύπαρξής του. Το είδος της καλοσύνης που δεν τον άφηνε να σκοτώσει ούτε το πιο μικροσκοπικό έντομο. Ούτε ένα. Είμαι εξπέρ στο να απομακρύνω μία αράχνη με ένα σφηνοπότηρο και ένα κομμάτι χαρτί, χάρη σ’ εκείνον.
Είχε βαθιά ευλάβεια για κάθε μορφή ζωής και μια αληθινή επίγνωση του τρόπου που συνδεόμαστε όλοι μαζί. Ηξερε βαθιά μέσα του ότι αν πληγώσει κάποιον ή κάτι, θα τους πληγώσει όλους και τα πάντα.
Συμπεριφέρθηκε σε οποιονδήποτε βρέθηκε στον δρόμο του ως ίσο του και του πρόσφερε την πλήρη παρουσία του. Ηταν ΚΑΛΟΣ.
Η θλίψη μου είναι γιατί έχασα τον μπαμπά μου αλλά και γιατί ο κόσμος έχασε τόση καλοσύνη. Ηταν σαν φάρος, ζεστός και λαμπερός. Οσο ισχυρές και να ήταν οι καταιγίδες γύρω του, στάθηκε ακλόνητος λάμποντας στο δικό του φως. Οι υπόλοιποι, εμείς που παλεύαμε στα σκοτεινά νερά, μπορούσαμε πάντα να προσανατολιστούμε χάρη σε αυτόν και να κολυμπήσουμε προς την ακτή.
Τα τελευταία χρόνια, το σώμα του ήταν πιο αδύναμο και έχανε την ικανότητά του να επικοινωνεί, αλλά η καλοσύνη του ήταν ίδια. Ή, μάλλον, έγινε ακόμα πιο έντονη. Ακτινοβολούσε από τα μάτια του, το χαμόγελό του, μέσω της παραμικρής χειρονομίας του.
Η αδελφή μου Ανίκα και εγώ ήμασταν μαζί του όσο περισσότερο μπορούσαμε. Απλώς για να είμαστε μαζί του, να του κρατάμε το χέρι, να του λέμε τι αστεία μάς είχαν πει εκείνη την ημέρα τα παιδιά μας. Συχνά, βάζαμε στην οθόνη και τις άλλες μας αδελφές, που δεν μένουν στο Λος Αντζελες.
Οι υπέροχες γυναίκες που τον φρόντιζαν, έκαναν το ίδιο. Περνούσαν όσο περισσότερο χρόνο μπορούσαν μαζί του, κι αυτός, ακόμα και όταν ήταν πολύ αδύναμος, ήταν το ίδιο γοητευτικός και φλέρταρε μαζί τους, όπως πάντα.
Νομίζαμε ότι τον φροντίζαμε εμείς. Αλλά τώρα ξέρω ότι, στην πραγματικότητα, αυτός φρόντιζε εμάς. Μας θύμιζε, ειδικά σε αυτούς τους αβέβαιους καιρούς, την δύναμη της ΚΑΛΟΣΥΝΗΣ. Οτι ακόμα και όταν το σώμα φθίνει και τα πράγματα φαίνεται να καταρρέουν, η καλοσύνη παραμένει.
Ο πόνος της απώλειάς του μοιάζει αβάστακτος ώρες ώρες. Οτι η κόρη μου δεν μπορεί να πηδήξει στο κρεβάτι του και να τον αγκαλιάσει. Που δεν μπορώ να γείρω το κεφάλι μου στον ώμο μου και να νιώσω την ασφάλεια της άγκυρας που έφερνε στη ζωή μου. Οτι δεν καθίσει ποτέ ξανά στην κορυφή του τραπεζιού την Ημέρα των Ευχαριστιών ή τα Χριστούγεννα και δεν θα γεμίσει το σπίτι με το θεραπευτικό γέλιο του.
Αλλά τότε, θυμάμαι ότι ακόμα και αν το σώμα του δεν είναι πια μαζί μας, η καλοσύνη του ζει. Ζει στη σύζυγό του, τα παιδιά του, τα εγγόνια του, στις ταινίες του και τα βιβλία του, σε κάθε θερμή αγκαλιά που έδωσε σε έναν θαυμαστή του, σε κάθε συμβουλή που έδωσε στους μαθητές του, σε κάθε μικροσκοπικό έντομο που έβγαζε από το σπίτι.
Είναι η καλοσύνη του που άλλαξε τον κόσμο και θα ζήσει για πάντα. Θα μου λείψεις περισσότερο από ό,τι μπορούν να εκφράσουν οι λέξεις, Μπαμπά. Θα σε αισθάνομαι στη ζέστη του ήλιου στην πλάτη μου, θα σε ακούω στον άνεμο που φυσά στα δέντρα και θα σε αναζητώ ανάμεσα στα αστέρια, όπου σίγουρα θα είσαι. Σ’ αγαπώ».