Σε δίνη πολιτικής αβεβαιότητας μπαίνει η Ιαπωνία μετά το αποτέλεσμα των εκλογών. Ο κυβερνητικός συνασπισμός του πρωθυπουργού Σιγκέρου Ισίμπα και του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος LDP για πρώτη φορά εδώ και μιάμιση δεκαετία χάνει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Οπως αναφέρουν οι Financial Times, πλέον ο Ισίμπα βρίσκεται αντιμέτωπος με την παραίτηση, μόλις λίγες εβδομάδες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Στις εκλογές της Κυριακής, τo LDP και ο εταίρος του Komeito (Κεντροδεξιά) έμειναν πολύ πίσω από τις 233 έδρες που απαιτούνται για τον έλεγχο της κάτω βουλής της Ιαπωνίας. Σύμφωνα με τα επίσημα αποτελέσματα, το LDP εξασφάλισε μόνο 191 έδρες, και το Komeito κέρδισε 24.
Το κύριο αντιπολιτευόμενο Συνταγματικό Δημοκρατικό Κόμμα, του οποίου ηγείται ο πρώην πρωθυπουργός Γιοσιχίκο Νόντα, σημείωσε μεγάλη άνοδο καταλαμβάνοντας 148 έδρες, από 98 έδρες που είχε κερδίσει στις προηγούμενες εκλογές. Το κόμμα είχε επικεντρώσει την εκστρατεία του στην απέχθεια της κοινής γνώμης για το σκάνδαλο με τα ρουσφετολογικά κονδύλια, που ανάγκασε σε παραίτηση τον τέως πρωθυπουργό Φουμίο Κισίντα.
Η συνολική συμμετοχή ήταν χαμηλή, αντανακλώντας εν μέρει την απογοήτευση πολλών νεότερων Ιαπώνων από την κυρίαρχη πολιτική. Σύμφωνα με το Kyodo News, η προσέλευση των ψηφοφόρων ανήλθε στο 53,8%, ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά που έχουν καταγραφεί ποτέ.
Σύμφωνα με τους Financial Times, το γεν υποχώρησε σχεδόν 1% έναντι του δολαρίου τη Δευτέρα, λόγω της ανησυχίας ότι η πολιτική αναταραχή θα καθυστερήσει περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων στην Ιαπωνία.
Η απώλεια της προηγουμένως άνετης πλειοψηφίας του συνασπισμού ήταν ένα πολύ πιο επιζήμιο αποτέλεσμα από ό,τι είχαν προβλέψει οι περισσότεροι αναλυτές και αντανακλά την αυξανόμενη δυσαρέσκεια στην Ιαπωνία, μετά από χρόνια στασιμότητας των μισθών και μετά τις πρόσφατες απότομες αυξήσεις του κόστους ζωής. «Κοιτάζοντας τα αποτελέσματα, είναι αλήθεια ότι οι ψηφοφόροι μας έδωσαν μια σκληρή ετυμηγορία και πρέπει ταπεινά να αποδεχθούμε αυτό το αποτέλεσμα», δήλωσε στο ραδιοτηλεοπτικό δίκτυο NHK ο Ισίμπα, ο οποίος προκήρυξε τις πρόωρες εκλογές, σε μια προσπάθεια να «διαγράψει» το σκάνδαλο.
Οι ιαπωνικές μετοχές σημείωσαν άνοδο τη Δευτέρα, με τον δείκτη Nikkei 225 να ενισχύεται κατά 1,7%, εν μέρει λόγω των προσδοκιών ότι το γεν θα συνεχίσει να εξασθενεί. Αλλά μακροπρόθεσμα, αναφέρουν οι FT, οι στρατηγικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι το αποτέλεσμα θα αποδειχθεί αρνητικό για τις μετοχές.
Ενώ το LDP θα παραμείνει το μεγαλύτερο κόμμα, το κοινοβουλευτικό αδιέξοδο θα μπορούσε να ανακόψει το δοκιμαστικό πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων υπέρ της ανάπτυξης.
Ο Ισίμπα και το κόμμα του θα ξεκινήσουν τώρα προσπάθειες για να εξασφαλίσουν έναν ή περισσότερους εταίρους κυβερνητικού συνασπισμού για να σχηματίσουν κυβέρνηση. Αναλυτές δήλωσαν στους FT ότι το LDP πιθανώς θα αναγκαστεί να συμβιβαστεί με πολλά μικρά, λαϊκιστικά κόμματα τα οποία θεμελιωδώς διαφορετικές πολιτικές ατζέντες. Θα μπορούσε επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο να δεχτεί εκ νέου βουλευτές τους οποίους δεν υποστήριξε λόγω της εμπλοκής τους στο σκάνδαλο με τα ρουσφετολογικά κονδύλια.
Προς παραίτηση ο Ισίμπα;
Οι αναλυτές δεν αποκλείουν ο Ισίμπα, που ανέλαβε μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο, να βρεθεί αντιμέτωπος και με το ενδεχόμενο της παραίτησης. Εάν παραιτηθεί, θα γίνει ο πιο πρωθυπουργός με την πιο σύντομη θητεία στην σύγχρονη Ιστορία της Ιαπωνίας.
Ο ίδιος ο ιάπωνας πρωθυπουργός είχε δηλώσει νωρίτερα την Κυριακή ότι είναι πρόωρο να συζητηθεί το σενάριο της παραίτησης, αν και παραδέχτηκε ότι το κόμμα του -που κυβερνά κατά το μεγαλύτερο μέρος των τελευταίων 70 ετών στην Ιαπωνία- βρίσκεται για πρώτη φορά αντιμέτωπο με έναν «δυνατό αντίθετο άνεμο».
Ο Τζέσπερ Κολ, οικονομολόγος και μακροχρόνιος παρατηρητής της Ιαπωνίας, δήλωσε στους Financial Times ότι το εκλογικό αποτέλεσμα θα εντείνει τις εσωτερικές διαμάχες και αντιπαλότητες, καθιστώντας την πρόοδο στις μεταρρυθμίσεις σχεδόν αδύνατη.
«Στον κόσμο του χρήματος και των επενδύσεων, ένας βασικός πυλώνας της ανοδικής θέσης για την Ιαπωνία ήταν ότι αποτελούσε προπύργιο πολιτικής σταθερότητας. Μετά τις σημερινές εκλογές, αυτό είναι πιο δύσκολο να υποστηριχθεί», ανέφερε ο Κολ.