Με απόφαση του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου ακυρώθηκε η νομοθετική ατζέντα της γερμανικής κυβέρνησης. Προκειμένου να παρακάμψει τους εκ του συντάγματος οριζομένους περιορισμούς στο έλλειμμα, η συγκυβέρνηση του Βερολίνου βασίστηκε σε ένα δίκτυο 29 «ειδικών ταμείων» εκτός Προϋπολογισμού για να κάνει τη δουλειά της. Ο ίδιος ο καγκελάριος Σολτς ήταν βέβαιος ότι θα αξιοποιούσε αυτά τα 869 δισ. ευρώ των «ταμείων» χωρίς να παραβιάσει το λεγόμενο «φρένο χρέους». Ομως το δικαστήριο διαφώνησε.
Η απόφαση του δικαστηρίου, λοιπόν, ανάγκασε τη συγκυβέρνηση να παγώσει τις νέες δαπάνες και να θέσει σε αναμονή την έγκριση του Προϋπολογισμού του επομένου έτους. Σχεδόν δύο εβδομάδες μετά την απόφαση, λύση δεν διαφαίνεται χωρίς την επιβολή λιτότητας – ειρωνεία την οποία απολαμβάνουν χαιρέκακα οι Νότιοι της Ευρωζώνης. Τα παραπάνω έγραψε στο Politico ο οικονομικός αναλυτής Μάθιου Κάρνιτσνιγκ (Matthew Karnitschnig) σε εκτενές άρθρο για τη δημοσιονομική κατάσταση της Γερμανίας και τις χιουμοριστικές διαθέσεις της Ιστορίας στο δεδομένο πλαίσιο του «σφιχτού κορσέ», στο οποίο επισημαίνεται και η ενδοκυβερνητική «φαγούρα».
Ο αρθρογράφος διάλεξε τις πιο νόστιμες αράδες της δικαστικής απόφασης για να θυμηθεί την Ελλάδα, αλλά και τις Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία –τα άλλοτε PIGS της κεντροευρωπαϊκής επίδειξης πνεύματος–, γράφοντας ότι οι δικαστές έκριναν τη χρήση των παραπάνω «ταμειακών» κεφαλαίων «δημιουργική λογιστική», σκέτη «αλχημεία». Θυμήθηκε ότι «από το 2010 και μετά οι Νότιοι βρέθηκαν στην αξιοθρήνητη θέση να προσπαθούν να εξηγήσουν στον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε», τον υπουργό Οικονομικών της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, «πώς σχεδίαζαν την επιστροφή των χωρών τους στον δρόμο της δημοσιονομικής ορθότητας».
Μνημόνευσε και την παραλίγο έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη «κατόπιν ευθείας παρότρυνσης του Σόιμπλε». Και, το βασικότερο, ο αρθρογράφος υπογράμμισε τη στάση της Γερμανίας εντός της Ευρωζώνης όσον αφορά το Σύμφωνο Σταθερότητας (του 1997, σημειωτέον – δηλαδή, ενός ανύπαρκτου κόσμου πλέον), που πρόκειται να τεθεί ξανά σε ισχύ το 2024. Ολοι θέλουν να χαλαρώσει ο «δημοσιονομικός κορσές», αλλά η Γερμανία ανθίσταται. Δεν επιθυμεί να παραχωρηθεί στις χώρες του ευρώ υπερβολικά μεγάλο περιθώριο δαπανών. Αλλά, τώρα, με το δικό της δικαστικό φιάσκο, πώς θα υποστηρίξει το πανευρωπαϊκό «σφίξιμο»;…
Η στρατηγική που το δικαστήριο έκρινε παράνομη αφορά την κυβερνητική πεποίθηση ότι μπορούσε να ξοδέψει χρήματα των «ταμείων» χωρίς να παραβιάσει το συνταγματικό «φρένο χρέους» το οποίο περιορίζει το ομοσπονδιακό έλλειμμα στο 0,35% του ΑΕΠ, εξαιρουμένων των περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης. Ο Σολτς και η παρέα του ήθελαν και τα λεφτά των «ταμείων» για φάγωμα και τη δημοσιονομική πειθαρχία άθικτη στο ράφι. Δηλαδή, όπως θα λέγαμε εμείς, και τον σκύλο χορτάτο και την πίτα ολόκληρη.
Ο Σολτς αυτό το σχέδιο είχε στο μυαλό του εξαρχής, από την εποχή των διαπραγματεύσεων προς σχηματισμό συγκυβέρνησης. Το πλασάρισε στους «Πρασίνους» με τη σπάταλη κλιματική ατζέντα τους και στους φιλελεύθερους Ελεύθερους Δημοκράτες με την προσήλωσή τους στη δημοσιονομική αυστηρότητα. Και τους έπεισε αμφοτέρους. Οι φιλελεύθεροι είχαν κάποιους ενδοιασμούς βέβαια, οι οικολόγοι δεν είχαν κανέναν.
Οι «Πράσινοι» είχαν κατά νου τον «οικολογικό μετασχηματισμό» της γερμανικής οικονομίας διά της απεξαρτήσεώς της από τον άνθρακα. Και αυτός είναι ο λόγος που η δικαστική απόφαση καίει περισσότερο απ’ όλα τα συγκυβερνώντα κόμματα τους «Πρασίνους». Ο Χάμπεκ, ηγετικό στέλεχος των οικολόγων και υπουργός του Σολτς, είπε στην τηλεόραση ότι καθίσταται πολύ δύσκολη υπόθεση η διατήρηση του επιπέδου ευημερίας που οι Γερμανοί απολαμβάνουν εδώ και δεκαετίες.
Ο αρθρογράφος έγραψε, πάντως, ότι η κρίση χρέους της Γερμανίας είναι ψεύτικη. Με δημοσιονομικό έλλειμμα 2,6% του ΑΕΠ πέρυσι και συνολικό χρέος στο 66% του ΑΕΠ, η Γερμανία βρίσκεται πολύ πάνω από τον μέσο όρο των υπολοίπων μελών της Ευρωζώνης όσον αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία. «Ο μοναδικός λόγος για τον οποίο η Γερμανία δεν μπορεί να ξοδέψει τα χρήματα των ‘‘ειδικών ταμείων’’ δεν αφορά την οικονομική δυνατότητά της, αλλά την πίστη της στη σχεδόν θρησκευτική δημοσιονομική ορθοδοξία που βλέπει το έλλειμμα ως την οδό της απωλείας. Ετσι θεσμοθέτησε το ‘‘φρένο χρέους’’ στο σύνταγμά της, το 2009, επιτρέποντας μόνο υπέρβαση σε περιπτώσεις εκτάκτων καταστάσεων».
Για το «φρένο χρέους», λοιπόν, ύστερα από τη δικαστική απόφαση, ήρθε η ώρα των πολιτικών αποφάσεων. Να αντιμετωπιστεί από το γερμανικό πολιτικό προσωπικό σαν κακό για το οποίο απαιτείται ή κατάργηση ή χαλάρωση. Τα συγκυβερνώντα κόμματα πρέπει πρωτίστως να πείσουν τους ψηφοφόρους τους ότι αυτή η αλλαγή είναι απαραίτητη. Και κατόπιν να βρουν εκείνη την υπερπλειονοψηφία στη Βουλή, η οποία είναι απαιτητή, όχι όμως και εφικτή προς το παρόν.
Κατόπιν αυτών, ο επίλογος του άρθρου φαντάζει ό,τι λογικότερο έχει γραφτεί: «Την περασμένη Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών έδειξε ότι το ‘‘φρένο χρέους’’ πρέπει να πέσει και για το 2023, όπως συνέβη το 2020 και το 2021 με τον κορονοϊό αλλά και το 2022 με τις συνέπειες από την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτό σημαίνει ότι η κυβέρνηση πρέπει να κηρύξει αναδρομικά κάποια κατάσταση έκτακτης ανάγκης (μάλλον για τον πόλεμο στην Ουκρανία) και κατόπιν να προσευχηθεί να την αποδεχθεί το συνταγματικό δικαστήριο»…