Ελευθερία, Ισότητα, αλλά, κυρίως, Ασφάλεια: Η Γαλλία έχει εξελιχθεί σε ένα τεράστιο δίκτυο παρακολούθησης των πολιτών της | Shutterstock/Savvapanf Photo
Επικαιρότητα

Η Γαλλία στην αγκαλιά του «Μεγάλου Αδελφού»

Οι επερχόμενοι θερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες του 2024 θα αναδείξουν ένα καθεστώς παρακολούθησης που το Παρίσι έχει ξοδέψει 200 χρόνια για να το δομήσει: από τον Ναπολέοντα ως τον Μακρόν
Protagon Team

Ολα ξεκίνησαν με τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Για δύο αιώνες η Γαλλία συνέθετε ένα καθεστώς παρακολούθησης ικανό να υποκλέπτει ιδιωτικές επικοινωνίες, να διατηρεί δεδομένα κίνησης και εντοπισμού για έως και ένα έτος, να αποθηκεύει δακτυλικά αποτυπώματα και να παρακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος της επικράτειάς της με κάμερες.

Αυτό το σύστημα, το οποίο αντιμετωπίζει αντιδράσεις από οργανώσεις ψηφιακών δικαιωμάτων και εμπειρογνώμονες των Ηνωμένων Εθνών, θα βρεθεί στο προσκήνιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2024 στο Παρίσι. Τον Ιούλιο του ερχόμενου έτους η Γαλλία θα αναπτύξει μεγάλης κλίμακας –σε πραγματικό χρόνο– κάμερες παρακολούθησης που υποστηρίζονται από αλγόριθμους, για πρώτη φορά στην Ευρώπη – αν και χωρίς χρήση τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου.

Τον περασμένο μήνα το γαλλικό κοινοβούλιο ενέκρινε ένα αμφιλεγόμενο νομοσχέδιο της κυβέρνησης, που θα επιτρέπει στους ερευνητές να παρακολουθούν ύποπτους εγκληματίες σε πραγματικό χρόνο μέσω πρόσβασης στη γεωγραφική θέση, στην κάμερα και στο μικρόφωνο των συσκευών τους. Το Παρίσι ασκεί επίσης πίεση στις Βρυξέλλες για να του επιτραπεί να κατασκοπεύει δημοσιογράφους στο όνομα της εθνικής ασφάλειας.

Παράγοντες που οδήγησαν τη Γαλλία στη λεωφόρο της μαζικής επιτήρησης, σύμφωνα με την ανάλυση του Politico, είναι: ένα ιστορικά ισχυρό και συγκεντρωτικό κράτος, μια ισχυρή κοινότητα επιβολής του νόμου, ο πολιτικός λόγο, που εστιάζεται όλο και περισσότερο στον νόμο και την τάξη, και οι τρομοκρατικές επιθέσεις της δεκαετίας του 2010.

Στον απόηχο της ατζέντας του προέδρου Μακρόν για τη λεγόμενη «στρατηγική αυτονομία», οι γαλλικοί κολοσσοί άμυνας και ασφάλειας, καθώς και καινοτόμες νεοφυείς εταιρείες τεχνολογίας, έχουν επίσης λάβει ώθηση, για να τους βοηθήσουν να ανταγωνιστούν παγκοσμίως αμερικανικές, ισραηλινές και κινεζικές εταιρείες.

Καθώς οι νόμοι περί επιτήρησης και ασφάλειας συσσωρεύονται τις τελευταίες δεκαετίες, οι συνήγοροι των δύο αντιμαχόμενων πλευρών βρίσκονται σε πλήρη παράταξη. Οι υποστηρικτές πιστεύουν ότι η επιβολή του νόμου και οι υπηρεσίες πληροφοριών χρειάζονται τέτοιες εξουσίες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και του εγκλήματος.

Οι αντίπαλοι αυτής της πολιτικής επισημαίνουν την επίδραση της νομοθεσίας στις πολιτικές ελευθερίες, καθώς φοβούνται ότι η Γαλλία μεταμορφώνεται σταδιακά σε μια δυστοπική κοινωνία. Τον Ιούνιο, η οργάνωση-φρουρός που είναι υπεύθυνη για την παρακολούθηση των γαλλικών υπηρεσιών πληροφοριών εξέδωσε μια σκληρή έκθεση.

Σύμφωνα με αυτήν, η γαλλική νομοθεσία δεν είναι σύμφωνη με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ειδικά όσον αφορά στην ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ γαλλικών και ξένων μυστικών υπηρεσιών. Γεγονός που δεν πτοεί τους θιασώτες της παρακολούθησης, οι οποίοι κατηγορούν τους αντιφρονούντες της πολιτικής τους ως εν δυνάμει υποστηρικτές της τρομοκρατίας. Η πόλωση ανάμεσα στα δύο «στρατόπεδα» βρίσκεται στα ύψη.

Παρακολουθώντας τους πολίτες από το 1800

Τόσο οι τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου όσο και εκείνες στο Παρίσι το 2015 έχουν επιταχύνει τη μαζική παρακολούθηση στη Γαλλία, αλλά η παράδοση της χώρας στην κατασκοπεία, στις παρακολουθήσεις και στη συλλογή δεδομένων χρονολογείται από την εποχή του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, στις αρχές του 1800.

Κατά τη διάρκεια της Πρώτης Αυτοκρατορίας, η εξαιρετικά συγκεντρωτική κυβέρνηση της Γαλλίας ήταν αποφασισμένη να θέσει σε παρακολούθηση ολόκληρη την επικράτεια. Πριν από τις ηλεκτρονικές συσκευές το χαρτί ήταν το κύριο εργαλείο ελέγχου, καθώς τα έγγραφα ταυτοποίησης χρησιμοποιούνταν για την παρακολούθηση των ταξιδιών.

Ο αυτοκράτορας Ναπολέων αναβίωσε την Αστυνομική Νομαρχία του Παρισιού –που υπάρχει μέχρι σήμερα– και ανέθεσε στις αρχές επιβολής του Νόμου νέες εξουσίες, ώστε να κρατούν υπό έλεγχο τους πολιτικούς του αντιπάλους. Στη δεκαετία του 1880 ο Αλφόνς Μπερτιγιόν, ο οποίος εργαζόταν για την Αστυνομική Νομαρχία του Παρισιού, εισήγαγε έναν νέο τρόπο αναγνώρισης υπόπτων και εγκληματιών, χρησιμοποιώντας βιομετρικά χαρακτηριστικά – τον πρόδρομο της αναγνώρισης προσώπου.

Η μέθοδος Μπερτιγιόν δεν άργησε να επικρατήσει ως μέθοδος αναγνώρισης σε όλον τον κόσμο. Μεταξύ 1870 και 1940, υπό την Τρίτη Δημοκρατία, η αστυνομία διατηρούσε έναν τεράστιο αριθμό φακέλων –που ονομάστηκε «Κεντρικός Φάκελος της Εθνικής Ασφάλειας»– με πληροφορίες για 600.000 άτομα, συμπεριλαμβανομένων αναρχικών και κομμουνιστών, ορισμένων αλλοδαπών, εγκληματιών, και ατόμων που ζητούσαν έγγραφα ταυτοποίησης.

Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, μια πληγωμένη Γαλλία απομακρύνθηκε από τη σκληρή γραμμή της ασφάλειας, μέχρι τη δεκαετία του 1970. Και στις αρχές του 21ου αιώνα οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου στις ΗΠΑ σηματοδότησαν ένα σημείο καμπής, εγκαινιάζοντας μια σταθερή ροή αμφιλεγόμενων νόμων παρακολούθησης – τόσο υπό αριστερές όσο και υπό δεξιές κυβερνήσεις.

Στο όνομα της εθνικής ασφάλειας οι γάλλοι νομοθέτες άρχισαν να δίνουν στις υπηρεσίες πληροφοριών και στις αρχές επιβολής του Νόμου άνευ προηγουμένου εξουσίες για κατασκοπεία πολιτών, με περιορισμένη δικαστική εποπτεία. Στη δεκαετία του 1970, χρόνια πριν από την εποχή των πανταχού παρόντων smartphones, η γαλλική κοινή γνώμη αρχικά απωθούσε τη χρήση τεχνολογίας για την παρακολούθηση των πολιτών.

Το 1974, καθώς τα υπουργεία άρχισαν να χρησιμοποιούν υπολογιστές, η γαλλική εφημερίδα Le Monde αποκάλυψε ένα σχέδιο για τη συγχώνευση όλων των φακελωμάτων των πολιτών σε μια ενιαία ηλεκτρονική βάση δεδομένων – ένα έργο γνωστό ως SAFARI.

Το έργο, που εγκαταλείφθηκε εν μέσω του σκανδάλου που ακολούθησε τις αποκαλύψεις της Le Monde, οδήγησε τους νομοθέτες να υιοθετήσουν ισχυρή νομοθεσία για την προστασία των δεδομένων – δημιουργώντας τη Ρυθμιστική Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (CNIL) της χώρας.

Η Γαλλία έγινε τότε μια από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες με κανόνες για την προστασία των πολιτικών ελευθεριών στην εποχή των υπολογιστών. Ωστόσο, η μαζική εξάπλωση της τεχνολογίας –και πιο συγκεκριμένα οι κάμερες παρακολούθησης βίντεο στη δεκαετία του 1990– επέτρεψε σε κρατικούς και τοπικούς αξιωματούχους να δώσουν νέες, δελεαστικές υποσχέσεις: ασφάλεια με αντάλλαγμα την τεχνολογία παρακολούθησης.

Κάμερες, ψηφιακές πλατφόρμες και… τοπική αντίσταση

Το 2020 υπήρχαν στη Γαλλία περίπου 90.000 κάμερες παρακολούθησης που τροφοδοτούνταν από την αστυνομία και τη χωροφυλακή. Το κράτος βοηθάει τους τοπικούς αξιωματούχους να τις χρηματοδοτήσουν μέσω ενός ειδικού δημόσιου ταμείου. Μετά τις βίαιες ταραχές στις αρχές Ιουλίου –όπου ο Μακρόν επέβαλε απαγορεύσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε περιόδους αναταραχών– ο υπουργός Εσωτερικών, Ζεράλντ Νταρμανίν, ανακοίνωσε ότι θα διαθέσει γρήγορα 20 εκατ. ευρώ για την επισκευή των κατεστραμμένων συσκευών παρακολούθησης.

Παράλληλα, η άνοδος τεχνολογικών κολοσσών όπως η Google, το Facebook και η Apple οδήγησε στον λεγόμενο καπιταλισμό επιτήρησης. Για τους γάλλους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής η συλλογή δεδομένων των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών έχει γίνει με τα χρόνια ένα επιχείρημα για να εξηγηθεί γιατί και το κράτος πρέπει να επιτρέπεται να συλλέγει προσωπικά δεδομένα.

Αντίσταση στη μαζική επιτήρηση υπάρχει στη Γαλλία και είναι ενεργή σε τοπικό επίπεδο – ειδικά ενάντια στην ανάπτυξη των λεγόμενων «ασφαλών πόλεων». Οι ΜΚΟ ψηφιακών δικαιωμάτων μπορούν να υπερηφανεύονται για κάποιες σποραδικές νίκες: Στη νότια Γαλλία, η οργάνωση La Quadrature du Net σημείωσε μια νίκη σε διοικητικό δικαστήριο, εμποδίζοντας τα σχέδια για τη δοκιμή της τεχνολογίας αναγνώρισης προσώπου στα λύκεια.

Σε εθνικό επίπεδο, ωστόσο, οι νόμοι για την ασφάλεια παραμένουν μια πανίσχυρη δύναμη, παρά τις λίγες συνεχιζόμενες υποθέσεις ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Η Γαλλία έχει ντε φάκτο αγνοήσει πολλαπλές αποφάσεις του ανωτάτου δικαστηρίου της ΕΕ, που έχει κρίνει παράνομη τη μαζική διατήρηση δεδομένων.

Το πολιτικό κόστος της εναντίωσης σε μια νομοθεσία για την ασφάλεια της χώρας είναι τεράστιο. Και η μάζα των γάλλων ακτιβιστών δεν δείχνει να κατανοεί τους κινδύνους αυτής της πολιτικής. Τον περασμένο Μάρτιο, την ίδια μέρα που μια χούφτα γάλλων βουλευτών ψήφισαν για να επιτραπούν οι κάμερες παρακολούθησης με Τεχνητή Νοημοσύνη στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού το 2024, περίπου ένα εκατομμύριο πολίτες βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν… κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος του Μακρόν.