Μία εβδομάδα –έως τις 11 Ιουλίου– έχει στη διάθεσή του ο Τζο Μπάιντεν για να πείσει το κόμμα του, τους χρηματοδότες του, αλλά κυρίως τους ψηφοφόρους, ότι έχει ακόμα τη δύναμη να διεξαγάγει μια προεδρική εκστρατεία, να αναδειχθεί νικητής στις εκλογές και στη συνέχεια να κυβερνήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες για ακόμη μία θητεία. Σε ανταπόκρισή του από τη Νέα Υόρκη, ο Πάολο Μαστρολίλι, ένας εκ των ανταποκριτών της ιταλικής Repubblica στις ΗΠΑ, κάνει λόγο για «εβδομάδα των παθών» του γηραιού αμερικανού προέδρου – και δεν έχει άδικο.
Την Τετάρτη ο Ντόναλντ Τραμπ έσπασε τη σιωπή του. Καθισμένος σε ένα αμαξίδιο του γκολφ και έχοντας δίπλα του τον γιο του Μπάρον, προσέβαλε με χυδαίους χαρακτηρισμούς, τόσο τον Μπάιντεν όσο και την Κάμαλα Χάρις: σχολιάζοντας την απογοητευτική, ομολογουμένως, απόδοση του αντιπάλου του στην πρόσφατη τηλεμαχία, τον αποκάλεσε «κακό τύπο» και «γέρικο, διαλυμένο σωρό από σκ@τ@», που βρίσκεται στα πρόθυρα να εγκαταλείψει την κούρσα για τον Λευκό Οίκο.
«Απλώς τα παράτησε, ξέρετε, εγκαταλείπει τον αγώνα. Τον έβγαλα από τη μέση – και αυτό σημαίνει ότι έχουμε την Κάμαλα […] Είναι τόσο κακή. Είναι τόσο αξιολύπητη. Είναι τόσο γ@μημεν@… κακή» είπε για την αντιπρόεδρο των ΗΠΑ (και πιθανή αντικαταστάτρια του Τζο Μπάιντεν).
«Μπορείτε να φανταστείτε αυτόν τον τύπο να αντιμετωπίζει τον Πούτιν; Και τον πρόεδρο της Κίνας, ο οποίος είναι ένας άγριος άνθρωπος. Είναι ένας άγριος άνθρωπος, πολύ σκληρός τύπος» διερωτήθηκε άκρως υποτιμητικά ο Τραμπ αναφερόμενος εκ νέου στον Μπάιντεν.
Ωστόσο, όπως εξηγεί στην ανάλυσή του ο ιταλός ανταποκριτής, παραβλέποντας τη χυδαιότητα του τέως και πιθανώς μελλοντικού προέδρου των ΗΠΑ, περίπου το ίδιο διερωτώνται και πάρα πολλοί Δημοκρατικοί, καλούμενοι να αποφασίσουν αν θα επιχειρήσουν το μεγάλο άλμα στο σκοτάδι επιδιώκοντας την αντικατάσταση του Τζο Μπάιντεν, ή αν θα συνεχίσουν τον αγώνα με τον υποψήφιο που εξέλεξαν οι ψηφοφόροι στις προκριματικές εκλογές.
Η εκστρατεία του Μπάιντεν απαντά ότι η πτώση του στις δημοσκοπήσεις μετά την καταστροφική τηλεμαχία της προηγούμενης εβδομάδας δεν είναι τόσο μεγάλη, ότι και ο Μπαράκ Ομπάμα δεν τα είχε πάει καλά στον πρώτο προεδρικό ντιμπέιτ αλλά κατάφερε να ανακάμψει στην συνέχεια και τελικά να επικρατήσει.
Ωστόσο το πρόβλημα στην προκειμένη είναι ότι ο Μπάιντεν βρισκόταν ήδη σε μειονεκτική θέση και πόνταρε στην τηλεμαχία της 27ης Ιουνίου για να κερδίσει το χαμένο έδαφος. Οπως εξηγεί ο Πάολο Μαστρολίλι, ο Λευκός Οίκος ευελπιστούσε πως ο Τραμπ θα υπενθύμιζε στους θεατές, καταρχάς τον χείριστο χαρακτήρα του, αλλά και τους πολιτικούς λόγους για τους οποίους καταψηφίστηκε από την πλειονότητα των Αμερικανών το 2020.
Ετσι, ο Μπάιντεν θα επιβεβαίωνε πως αποτελεί μια ασφαλή επιλογή, μια ήρεμη δύναμη ικανή να κυβερνά και να καθησυχάζει την Αμερική. Συνέβη όμως το ακριβώς αντίθετο, με αποτέλεσμα τόσο ο Μπάιντεν όσο και οι Δημοκρατικοί να είναι με την πλάτη στον τοίχο, μόλις τέσσερις μήνες πριν τις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου.
Τα πλεονεκτήματα της αντικατάστασης του Μπάιντεν είναι σημαντικά. Καταρχάς, ένας νεότερος υποψήφιος ή υποψήφια θα έφερνε έναν αέρα ανανέωσης, κινώντας το ενδιαφέρον των ψηφοφόρων που έχουν κουραστεί από την πολυετή αντιπαράθεση μεταξύ δυο ηλικιωμένων πολιτικών, περιλαμβανομένων και των αποκαλούμενων «double haters», δηλαδή εκείνων που «μισούν» τόσο τον γηραιό Τζο όσο και τον ανεκδιήγητο Ντόναλντ, και παραμένουν αναποφάσιστοι.
Επιπλέον, ένας νεότερος υποψήφιος θα άλλαζε άρδην τα δεδομένα, μετατρέποντας αυτομάτως το ζήτημα της προχωρημένης ηλικίας του 78χρονου Τραμπ σε πρόβλημα και μάλιστα εμφανές, τινάζοντας έτσι στον αέρα την προεκλογική του εκστρατεία και δημιουργώντας, πιθανώς, ένα κύμα ενθουσιασμού για την εναλλακτική επιλογή.
Οσον αφορά τα πρόσωπα που θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τον Τζο Μπάιντεν στην κούρσα για τον Λευκό Οίκο, ο ανταποκριτής της Repubblica αναφέρεται μόνο στην «αγαπημένη» των ευρωπαϊκών ΜΜΕ, την πρώην πρώτη κυρία των ΗΠΑ Μισέλ Ομπάμα, η οποία θα μπορούσε να κινητοποιήσει σημαντικές ομάδες ψηφοφόρων, τους Αφροαμερικανούς, τις γυναίκες και τους νέους (το ίδιο, όμως, ισχύει και για την Κάμαλα Χάρις).
Οσο για τα επιχειρήματα κατά της αντικατάστασης του Τζο Μπάιντεν, είναι, επιγραμματικά, «το χάος και η διαίρεση», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Πάολο Μαστρολίλι. Η τελευταία φορά που οι Δημοκρατικοί κλήθηκαν να εκλέξουν νέο υποψήφιο κατά τη διάρκεια ενός Εθνικού Συνεδρίου ήταν πίσω στο πολυτάραχο 1968, όταν νικητής αναδείχθηκε ο Χιούμπερτ Χάμφρεϊ. Το ήδη διαιρεμένο Δημοκρατικό Κόμμα, εξαιτίας του πολέμου στο Βιετνάμ κατέληξε να διασπαστεί σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, με αποτέλεσμα ο Χάμφρεϊ να ηττηθεί τελικά από τον Ρίτσαρντ Νίξον στις προεδρικές εκλογές. Το Εθνικό Συνέδριο είχε διεξαχθεί στο Σικάγο (όπου θα διεξαχθεί και το φετινό συνέδριο των Δημοκρατικών) και σημαδεύτηκε από συγκρούσεις, τόσο διαδηλωτών (κατά του πολέμου) με την αστυνομία και τον στρατό έξω από συνεδριακό κέντρο, όσο και μεταξύ των αντιπροσώπων, εντός.
Η προσπάθεια του Μπάιντεν να ανακάμψει άρχισε την περασμένη Τετάρτη με τη συνάντησή του με τους Δημοκρατικούς κυβερνήτες στον Λευκό Οίκο. Σε αυτήν ο αμερικανός πρόεδρος επιδίωξε κυρίως να διασκεδάσει τις ανησυχίες για την κατάσταση της υγείας του. Την επομένη, ανήμερα της Ημερας της Ανεξαρτησίας, σε μια εκδήλωση στον Λευκό Οίκο, το ξεκαθάρισε: «Δεν πάω πουθένα».
Οι κυβερνήτες που φιγουράρουν ως πιθανοί αντικαταστάτες του έχουν εκφράσει δημοσίως την υποστήριξή τους, εκείνοι όμως του Μέιν και του Νέου Μεξικού προειδοποίησαν πως οι Πολιτείες τους θα μπορούσαν να βαφτούν κόκκινες (το χρώμα των Ρεπουμπλικανών).
Νωρίτερα την ίδια μέρα, σε συνέντευξη που παραχώρησε σε ραδιοφωνικό σταθμό του Μιλγουόκι, ο αμερικανός πρόεδρος αναγνώρισε μεν πως «τα θαλάσσωσα […] είχα μια κακή βραδιά», αλλά σημείωσε επίσης πως επρόκειτο μόνο για «90 λεπτά στη σκηνή», προτρέποντας τον συνομιλητή του και όλους τους Αμερικανούς να λάβουν υπόψη «όλα όσα έκανα μέσα σε τριάμισι χρόνια».
Αμέσως μετά, θέλοντας να δώσει την εικόνα του ηγέτη που ελέγχει την κατάσταση, μίλησε τηλεφωνικώς με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου για τις επιλογές αναφορικά με ένα σχέδιό του για εκεχειρία στη Γάζα και ανοικοδόμηση της περιοχής, μετά την απάντηση της Χαμάς. Για το βράδυ της Παρασκευής είχε προγραμματιστεί από το ABC η πρώτη τηλεοπτική συνέντευξη του αμερικανού προέδρου μετά το φιάσκο του debate, στον γνωστό δημοσιογράφο (και πρώην αξιωματούχο του Λευκού Οίκου και συμβούλου των Δημοκρατικών) Τζορτζ Στεφανόπουλος, ενώ στη συνέχεια ο Τζο Μπάιντεν θα μεταβεί στο Ουισκόνσιν και μετά στην Πενσιλβάνια, συνεχίζοντας την προεκλογική εκστρατεία του.
Την επόμενη εβδομάδα θα υποδεχτεί στην Ουάσινγκτον τους ηγέτες των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, ευελπιστώντας ότι η εικόνα του ως ηγέτη του ελεύθερου κόσμου να τον ωφελήσει. Οι εργασίες της συνόδου ολοκληρώνονται την Πέμπτη 11 Ιουλίου. «Σε αυτό το διάστημα θα παιχτούν όλα. Εάν δεν καταφέρει να πείσει, η επιμονή του να παραμείνει στην κούρσα για τον Λευκό Οίκο ίσως να μην είναι πια αποδεκτή. Και ο Μπάιντεν το γνωρίζει αυτό» συνοψίζει ο Πάολο Μαστρολίλι.