Με τους Κούρδους στα νότια σύνορά της και περισσότερους από 3 εκατομμύρια σύρους πρόσφυγες στο έδαφός της, η Τουρκία έχει κάθε λόγο να ενδιαφέρεται για όσα συμβαίνουν στη Συρία. Οι πρόσφατες επιθέσεις των ανταρτών φαίνεται ότι ενισχύουν την επιρροή της στη γειτονική της χώρα, χωρίς ο Ερντογάν να παραδέχεται άμεση ανάμειξη σε αυτές. Το μόνο βέβαιο είναι ότι στο πολύπλοκο παιχνίδι που παίζεται επί συριακού εδάφους, η Τουρκία είναι ένας από τους βασικούς παίκτες.
Λίγο μετά την κατάληψη, από τους αντιπολιτευόμενους αντάρτες, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Συρίας, του Χαλεπίου, φωτογραφίες έδειξαν ένα άτομο να απλώνει μια τουρκική σημαία πάνω από τον τοίχο της μεσαιωνικής ακρόπολης. Θα μπορούσε να είναι η πράξη ενός μοναχικού ατόμου, γράφουν οι Financial Times, αλλά η εικόνα ερμηνεύτηκε από τα φιλοκυβερνητικά τουρκικά ΜΜΕ ως σύμβολο της επιρροής που ασκεί η Αγκυρα στον εμφύλιο πόλεμο της γειτονικής της χώρας.
Η σύγκρουση 13 ετών αναζωπυρώθηκε στα τέλη της περασμένης εβδομάδας, όταν οι αντάρτες, υπό την ηγεσία της ισλαμιστικής οργάνωσης Hayat Tahrir al-Sham (HTS), εισήλθαν στο Χαλέπι την Παρασκευή 29 Νοεμβρίου, συναντώντας πολύ μικρή αντίσταση. Υποστηριζόμενες από την Τουρκία ομάδες, οι οποίες συνεργάζονται με το HTS, εξαπέλυσαν στη συνέχεια μια επίθεση, την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου, στη στρατηγικής σημασίας βόρεια πόλη Τελ Ριφάατ, που ελέγχεται από τις δυνάμεις των Κούρδων της Συρίας.
Η απρόσμενη και ταχύτατη προέλαση των ανταρτών έχει φέρει εκ νέου στο προσκήνιο τον ρόλο που ασκεί η Τουρκία στο διαλυμένο αραβικό κράτος. Επί χρόνια η Αγκυρα υποστηρίζει τους αντάρτες που ξεσηκώθηκαν κατά του προέδρου Μπασάρ αλ Ασαντ, το 2011.
Σε αντίθεση με άλλες συριακές ομάδες ανταρτών, το HTS δεν υποστηρίζεται άμεσα από την Τουρκία. Ωστόσο, οι αναλυτές λένε ότι η επίθεση είναι απίθανο να πραγματοποιήθηκε χωρίς τη σιωπηρή συναίνεση της Αγκυρας και θα μπορούσε να ενισχύσει την επιρροή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε οποιεσδήποτε μελλοντικές διαπραγματεύσεις με τον Ασαντ και τους υποστηρικτές του, τη Ρωσία και το Ιράν.
«Χωρίς το πράσινο φως της Τουρκίας, αυτή η επιχείρηση δεν θα ήταν ποτέ δυνατή», είπε στους Financial Times ο Γκιονούλ Τολ, διευθυντής στο Ινστιτούτο Μέσης Ανατολής στην Ουάσινγκτον και συγγραφέας ενός βιβλίου για τον ρόλο της Τουρκίας στον πόλεμο της Συρίας.
«Η Τουρκία είδε την ευκαιρία να αλλάξει τη δυναμική, να αποδυναμώσει τον Ασαντ και να δείξει στην επόμενη κυβέρνηση των ΗΠΑ ότι μπορεί να περιορίσει αποτελεσματικά την ιρανική επιρροή στη Συρία», πρόσθεσε.
Ούτε ο Ερντογάν ούτε άλλοι τούρκοι αξιωματούχοι έχουν επιβεβαιώσει την τουρκική ανάμειξη και ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας, Χακάν Φιντάν, είπε τη Δευτέρα 1η Δεκεμβρίου στους δημοσιογράφους ότι «θα ήταν λάθος να ερμηνεύσουμε τα γεγονότα στη Συρία ως ξένη επέμβαση».
Ομως, η επίθεση έδωσε στην Τουρκία την ευκαιρία να κινητοποιήσει συμμαχικές ομάδες της για να απωθήσουν τις κουρδικές δυνάμεις της Συρίας, τις οποίες θεωρεί προέκταση του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), μια αυτονομιστική ομάδα που πολεμά το τουρκικό κράτος για δεκαετίες. Η αποτροπή της συγκέντρωσης των κούρδων μαχητών στα σύνορα της Τουρκίας ήταν το βασικό κίνητρο για την απόφαση του Ερντογάν να παρέμβει στη Συρία τα τελευταία χρόνια.
Πριν από την επίθεση των ανταρτών, η Αγκυρα είχε εκφράσει βαθιά απογοήτευση για την άρνηση του Ασαντ να διαπραγματευτεί με τη συριακή αντιπολίτευση. Η Δαμασκός απέρριψε επίσης τις προτροπές του Ερντογάν να αποκατασταθεί η σχέση ανάμεσα στις δύο χώρες.
Η Τουρκία είναι ο προστάτης του Ιντλίμπ, της βορειοδυτικής συριακής επαρχίας που είναι το προπύργιο του HTS. Εχει επίσης αναπτύξει χιλιάδες τούρκους στρατιώτες και ένοπλες εκπαιδευμένες ανταρτικές ομάδες, γνωστές συλλογικά ως Συριακός Εθνικός Στρατός (SNA), σε περιοχές της βορειοδυτικής και της βόρειας Συρίας που βρίσκονται υπό τουρκικό έλεγχο.
Ενώ χαρακτηρίζει το HTS τρομοκρατική ομάδα, η Τουρκία διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στην ύπαρξή του, διασφαλίζοντας την επιβίωση του θύλακα των ανταρτών. Το HTS και ο SNA, που έχουν προηγουμένως συγκρουστεί μεταξύ τους, πραγματοποίησαν συντονισμένα τελευταία επίθεση, λένε οι αναλυτές.
Ενας από τους στόχους της Τουρκίας, σύμφωνα με τους Financial Times, είναι να πιέσει τις ΗΠΑ να τερματίσουν την υποστήριξή τους στις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), που δρουν υπό την ηγεσία των Κούρδων στη βορειοανατολική Συρία, μια αιώνια πηγή τριβών μεταξύ των συμμάχων του ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ έχουν υποστηρίξει τις SDF ως βασικό τους εταίρο στη μάχη κατά του ISIS και έχουν περίπου 900 στρατιώτες στη Συρία.
Ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συμμεριζόταν τις απαιτήσεις του Ερντογάν κατά την πρώτη του θητεία, αλλά η επερχόμενη κυβέρνησή του μπορεί στην παρούσα φάση να θεωρήσει την απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων ως παραχώρηση προς το Ιράν.
Ο Ερντογάν έχει δημιουργήσει επίσης μια περίπλοκη συνεργασία στη Συρία με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, παρότι υποστηρίζουν τις αντίθετες πλευρές στον πόλεμο. Η Τουρκία και η Ρωσία κατέληξαν σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στο Ιντλίμπ τον Μάρτιο του 2020, η οποία έφερε μια φαινομενική σταθερότητα στην περιοχή, ενώ αμφότερες θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στο τι θα συμβεί στη συνέχεια.
Εχοντας επίγνωση των ισορροπιών που προσπαθεί να κρατήσει με τη Μόσχα, η Αγκυρα απέφυγε να επέμβει άμεσα στις τελευταίες μάχες. Περιόρισε ακόμη και τις διαμαρτυρίες της αντιπολίτευσης για τις πρόσφατες επιθέσεις των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων και των ρωσικών πολεμικών αεροσκαφών στο Ιντλίμπ.
Ομως, τις τελευταίες εβδομάδες, ο Ερντογάν επανέλαβε τις απειλές του για νέα άμεση τουρκική στρατιωτική επίθεση κατά του SDF. «Η θέλησή μας να καταπολεμήσουμε την τρομοκρατία στην πηγή της είναι ισχυρότερη από ποτέ», είπε το Σάββατο 30 Νοεμβρίου. «Δεν θα διστάσουμε να κάνουμε νέα βήματα».
Ο Ιλχάμ Αχμέντ, του Συριακού Δημοκρατικού Συμβουλίου, της πολιτικής πτέρυγας των SDF που εδρεύει στο Ηνωμένο Βασίλειο, είπε σε δήλωση ότι οι κουρδικές κοινότητες και άλλες μειονοτικές ομάδες «αντιμετωπίζουν μια ολοένα και πιο επισφαλή κατάσταση στη βόρεια Συρία» μετά την επίθεση.
Ο Ερντογάν υποσχέθηκε επίσης ότι οι 3,2 εκατομμύρια Σύροι που αναζήτησαν καταφύγιο στην Τουρκία, ένα ζήτημα που φαίνεται να κόστισε αρκετές ψήφους στο κόμμα του στις τοπικές εκλογές φέτος, θα επιστρέψουν στη χώρα τους.
Ο αντιπρόεδρός του, Τζεβντέτ Γιλμάζ, είπε στα μέλη του κυβερνώντος κόμματος την Κυριακή ότι η Τουρκία αναμένει τώρα μια πολιτική λύση που θα επιτρέψει τους πρόσφυγες να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Ωστόσο, ένας τούρκος πρώην διπλωμάτης, μιλώντας στους Financial Times, προειδοποίησε ότι η Τουρκία μπορεί να αντιμετωπίσει μια νέα προσφυγική κρίση. Σχεδόν 50.000 άνθρωποι έχουν ήδη εκτοπιστεί από τις τελευταίες συγκρούσεις, σύμφωνα με τον ΟΗΕ.
«Η δημιουργία ενός ηρωικού αφηγήματος, ότι η Τουρκία ή οι πληρεξούσιοί της μπορούν να πάρουν τον έλεγχο του Χαλεπίου, στοχεύει στα εθνικιστικά αισθήματα, αλλά μπορεί τελικά να βυθιστούμε στη λάσπη», είπε ο διπλωμάτης, προσθέτοντας ότι η Τουρκία κινδυνεύει να βλάψει τις σχέσεις της τόσο με τη Δύση όσο και με τη Ρωσία.
Ο Φιντάν είπε ότι η Τουρκία δεν θέλει να κλιμακωθεί ο πόλεμος και να εκτοπιστούν περισσότεροι άνθρωποι και κάλεσε ξανά το Ιράν και τη Ρωσία να ενθαρρύνουν τον διάλογο μεταξύ της Δαμασκού και της συριακής αντιπολίτευσης.
«Η Δαμασκός πρέπει να συμφιλιωθεί με τον λαό της και τη νόμιμη αντιπολίτευση», είπε. «Η Τουρκία είναι έτοιμη να βοηθήσει όσο χρειάζεται σε αυτό».
Ομως, η ευκαιρία για συνομιλίες μπορεί τώρα να χαθεί, πρόσθεσε ο διπλωμάτης: «Πρόκειται για μια πολιτική φαντασίωση. Δεν γνωρίζουμε καν αν ο Ασαντ έχει ακόμα την απαραίτητη εξουσία για να εκπληρώσει τις προσδοκίες της Τουρκίας, όταν φαίνεται ότι δεν έχει καν στρατό».