Ο πρόεδρος Μπάιντεν, με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου, την Τετάρτη στο Τελ Αβίβ, λίγο μετά την προσγείωση του Air Force One | REUTERS/Evelyn Hockstein
Επικαιρότητα

Η επίσκεψη Μπάιντεν καθυστερεί την εισβολή 

Γιατί η παρουσία του αμερικανού προέδρου περιπλέκει το ζήτημα του πότε θα εξαπολύσει το Ισραήλ την επίθεση με χερσαίες δυνάμεις κατά της Χαμάς – Οι φόβοι για το Ιράν, το ερώτημα του ποιος θα ελέγχει τη Γάζα την επόμενη μέρα και οι δύο τάσεις στο Δημοκρατικό Κόμμα των ΗΠΑ
Protagon Team

Η επίσκεψη του αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν στο Ισραήλ εμπεριέχει πολιτικό ρίσκο, ιδίως μετά την έκρηξη που άφησε εκατοντάδες αμάχους νεκρούς σε νοσοκομείο της Γάζας την Τρίτη. Παράλληλα γίνεται αφορμή για εκτιμήσεις που αφορούν την πορεία και την επόμενη μέρα του πολέμου, σε ό,τι αφορά το timing της χερσαίας επίθεσης αλλά και το ποιος θα παραλάβει τη Γάζα μετά τις εχθροπραξίες.

Η επίσκεψη του Μπάιντεν πραγματοποιείται καθώς το Ισραήλ αναμένεται να εισβάλει στη Γάζα με στόχο, όπως αναφέρει, να καταστρέψει τη Χαμάς, πυροδοτώντας ενδεχομένως «μία από τις χειρότερες συγκρούσεις στην περιοχή εδώ και δεκαετίες. Αμερικανοί αξιωματούχοι ανησυχούν έντονα ότι ο πόλεμος θα μπορούσε να εξαπλωθεί και να προσελκύσει παράγοντες όπως η Χεζμπολάχ ή το Ιράν» σημειώνει η Washington Post.

Ο Μπάιντεν προσπάθησε τις τελευταίες ημέρες να επιτύχει μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της υποστήριξης του δικαιώματος του Ισραήλ στην αυτοάμυνα και της ανησυχίας για τους αμάχους στη Γάζα, όπου οι συνθήκες έχουν επιδεινωθεί δραματικά. Ο αμερικανός πρόεδρος και κορυφαίοι συνεργάτες του δήλωσαν ότι εργάζονται για την εξασφάλιση ανθρωπιστικών διαδρόμων, ώστε οι Παλαιστίνιοι άμαχοι να μπορούν να διαφύγουν και η βοήθεια να φτάσει στο παλαιστινιακό έδαφος.

Η βομβιστική επίθεση στο νοσοκομείο προκάλεσε έντονες διαμαρτυρίες στη Μέση Ανατολή, μεταξύ άλλων στην Ιορδανία, όπου η ισραηλινή πρεσβεία περικυκλώθηκε από διαδηλωτές το βράδυ της Τρίτης. Ο Μπάιντεν κατά τη συνάντησή του με τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου ανέφερε ότι η «η άλλη πλευρά» ευθύνεται για την έκρηξη στο νοσοκομείο, στηρίζοντας την εκδοχή του Ισραήλ.

Παράλληλα, ωστόσο, η προγραμματισμένη επίσκεψη του στο Αμμάν της Ιορδανίας την Τετάρτη ακυρώθηκε μετά το χτύπημα, αναγκάζοντας τον αμερικανό πρόεδρο να ακυρώσει και την προγραμματισμένη τετραμερή συνάντηση με τον ιορδανό βασιλιά Αμπντάλα Β’, τον αιγύπτιο πρόεδρο Αμπντέλ Φατάχ Ελ Σίσι και τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς.

Οπως επισημαίνει ο Εconomist, ο Μπάιντεν εκκινεί από τη θέση ότι το Ισραήλ έχει δικαίωμα και καθήκον να καταστρέψει τη Χαμάς και τονίζει το γεγονός ότι η Αμερική θα του παράσχει οποιοδήποτε στρατιωτικό εξοπλισμό χρειάζεται. Ωστόσο, καθώς η οργή από την πλευρά των Αράβων αυξάνεται, μεγαλώνει και ο κίνδυνος κλιμάκωσης πέρα από τη Γάζα.

Το Ισραήλ ανησυχεί ιδιαίτερα για τον κίνδυνο να ανοίξει ένα βόρειο μέτωπο, αν η Χεζμπολάχ, η ισχυρή σιιτική πολιτοφυλακή του Λιβάνου που είναι στενά συνδεδεμένη με το Ιράν, συμμετάσχει στις μάχες. Η ανάπτυξη αεροπλανοφόρων των ΗΠΑ και η παρουσία του ίδιου του Μπάιντεν αποσκοπούν σε ένα ισχυρό μήνυμα αποτροπής προς το Ιράν και τις δυνάμεις που ελέγχει.

Η καθυστέρηση της εισβολής 

Η επίσκεψη του αμερικανού προέδρου σημαίνει κατά τη βρετανική επιθεώρηση ότι η χερσαία επιχείρηση του Ισραήλ πιθανόν να μην ξεκινήσει για μερικές ημέρες, για να μη θεωρηθεί ότι ο αμερικανός πρόεδρος δίνει το πράσινο φως για μια ιδιαίτερα καταστροφική φάση του πολέμου που πιθανότατα θα οδηγήσει σε νέο λουτρό αίματος.

Περισσότεροι από 3.000 Παλαιστίνιοι έχουν χάσει μέχρι στιγμής τη ζωή τους στη Γάζα από τις επιθέσεις του Ισραήλ. Περίπου 600.000 κάτοικοι της Γάζας έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους, εν μέρει λαμβάνοντας υπόψη την έκκληση του Ισραήλ προς τους Παλαιστίνιους να εγκαταλείψουν το βόρειο μισό της επικράτειας, συμπεριλαμβανομένου του κύριου αστικού κέντρου, της πόλης της Γάζας. Το Ισραήλ έχει διακόψει ωστόσο τις προμήθειες τροφίμων, νερού, ηλεκτρικής ενέργειας και καυσίμων.

Ακόμη και πριν από την έκρηξη στο νοσοκομείο, ο υπουργός Εξωτερικών του Ιράν, Χοσεΐν Αμιραμπντολαχιάν προειδοποίησε ότι «ο χρόνος τελειώνει πολύ γρήγορα (…) Εάν τα εγκλήματα πολέμου κατά των Παλαιστινίων δεν σταματήσουν αμέσως, θα ανοίξουν άλλα πολλαπλά μέτωπα και αυτό είναι αναπόφευκτο». Παράλληλα απείλησε με μια απροσδιόριστη «προληπτική δράση».

Η επόμενη μέρα 

Eνας ακόμη στόχος του Μπάιντεν θα είναι να μιλήσει στους ισραηλινούς ηγέτες για την «επόμενη ημέρα», σημειώνει ο Ντέιβιντ Μακόφσκι, ερευνητής της δεξαμενής σκέψης Ινστιτούτου Ουάσινγκτον (Washington Institute). Αυτή περιλαμβάνει την ενίσχυση της Παλαιστινιακής Αρχής, στην οποία κυριαρχεί ο αντίπαλος της Χαμάς, η Φατάχ. Η Φατάχ εκδιώχθηκε από τη Γάζα το 2007, αλλά εξακολουθεί να διοικεί αυτόνομα τμήματα της Δυτικής Οχθης. «Θα είναι αναγκαία μια προσωρινή διοίκηση από αραβικές κυβερνήσεις που τελικά θα παραδώσει στην Παλαιστινιακή Αρχή» υποστηρίζει ο Μακόφσκι. «Δεν θα είναι εύκολο» προσθέτει, μιλώντας για τη Γάζα την επόμενη μέρα, αν το Ισραήλ καταφέρει να καταστρέψει τη Χαμάς.

Παράλληλα, όπως τονίζει ο Economist, η ακύρωση της συνόδου κορυφής με τη συμμετοχή του Μπάιντεν στο Αμμάν επιτείνει τις δυσκολίες. Οι περισσότεροι άραβες ηγέτες απεχθάνονται τη Χαμάς αλλά δεν θέλουν να δώσουν την εντύπωση ότι ενεργούν εναντίον των Παλαιστινίων, ιδιαίτερα σε μια περίοδο αιματοχυσίας.

Ο αμερικανός πρόεδρος αντιμετωπίζει, ακόμη, αντικρουόμενες πολιτικές πιέσεις στο εσωτερικό της χώρας του. Ενώ το κέντρο του Δημοκρατικού Κόμματος υποστηρίζει το Ισραήλ, η αριστερή πτέρυγα βλέπει με συμπάθεια τον παλαιστινιακό αγώνα. Στον αντίποδα, οι Ρεπουμπλικανοί καταγγέλλουν τις προσπάθειές του Μπάιντεν να βελτιώσει κάπως τις σχέσεις του με το Ιράν, που αποτελεί χορηγό της Χαμάς, και είναι έτοιμοι να επιτεθούν αν διαπιστώσουν οποιοδήποτε δισταγμό στην υποστήριξη της κυβέρνησης προς το Ισραήλ.

Ο Μπάιντεν, τέλος, θα διαχειριστεί την κρίση με το βλέμμα στραμμένο και στους αντιπάλους της Αμερικής. Δηλαδή στη Ρωσία, που αποτελεί παραδοσιακό σύμμαχο πολλών αραβικών καθεστώτων, και στην Κίνα, έναν νεότερο εταίρο τους, που αγοράζει μεγάλο μέρος του πετρελαίου της περιοχής και θέλει να παρουσιάζεται ως φίλος του μη δυτικού κόσμου. «Και οι δύο αυτές χώρες ελπίζουν να εκμεταλλευτούν τη λαϊκή αραβική οργή για το Ισραήλ και την Αμερική» επισημαίνει στην ανάλυσή της η βρετανική επιθεώρηση.