Μπορεί ο τουρισμός να γίνει η αφορμή για να βελτιωθεί η λειτουργία μιας περιοχής /προορισμού, οι υποδομές της χώρας, η ζωή των κατοίκων; Αρκεί ο τουρισμός για να αλλάξουν παγιωμένες νοοτροπίες δεκαετιών και να δημιουργήθούν προσδοκίες για ποιότητα στην καθημερινότητα; Είναι επαρκές κίνητρο η αναβάθμιση της εμπειρίας των τουριστών τους έξι μήνες της εισερχόμενης κίνησης στην Ελλάδα; Οταν, στην αντίθετη περίπτωση, ρισκάρεις την ωριμότητά σου ως προορισμός, ίσως και να είναι.
«Αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση», υπογράμμισε την Τετάρτη ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννης Ρέτσος, σε μια εφ’ όλης της ύλης συζήτηση ενόψει της νέα τουριστικής σεζόν: η ανάγκη να αλλάξουν οι νοοτροπίες, τώρα που έχει φανεί η αξία του τουρισμού και «η Ελλάδα να μπει σε μια φάση «τουριστικής ωριμότητας».
Τι σημαίνει αυτό; «Να ξεφύγουμε από τα στενά πλαίσια των ποσοτικών στοιχείων και να δούμε μια ευρύτερη εικόνα, πιο σύνθετη και πιο ουσιαστική». Αυτό αφορά την Πολιτεία, την τοπική αυτοδιοίκηση, τους επιχειρηματίες και τους εργαζόμενους.
Η χρονιά εξάλλου ενέχει στοιχεία «σταθεροποίησης», μετά από έξι χρόνια αυξήσεων και ίσως «χρειαστούν παρεμβάσεις με μείωση στις τιμές» για να τονώσουν τη ζήτηση. Σε αυτό καθοριστικό ρόλο θα παίξει και η αποκλιμάκωση της φορολογίας στον τομέα, με κύρια αιτήματα τη μερική εφαρμογή (μόνο στους μήνες αιχμής) του φόρου διαμονής και τη μείωση του ΦΠΑ σε διαμονή και εστίαση.
Το στοίχημα όμως έχει να κάνει με την ωρίμανση στην ταξιδιωτική αγορά. Ο κ. Ρέτσος απαρίθμησε μια σειρά από προτεραιότητες, οι οποίες συνθέτουν το παζλ ενός «ώριμου προορισμού». Και ουσιαστικά δεν έχουν να κάνουν μόνο με τον τουρισμό, αν και τον επηρεάζουν καθοριστικά: διαχείριση προορισμών, επάρκεια σε νερό και ενέργεια, καθαριότητα και διαχείριση απορριμμάτων, οδικά δίκτυα και συνοριακοί σταθμοί, λιμενικές υποδομές, επαρκής αστυνόμευση και ενίσχυση υπηρεσιών υγείας, η ευρύτερη εικόνα και λειτουργία των μουσείων και των αρχαιολογικών χώρων, η διαχείριση κυκλοφορίας και στάθμευσης ειδικά σε περιοχές με μεγάλη επισκεψιμότητα.
Η «ταξιδιωτική εμπειρία δεν αφορά μόνο τη διαμονή, αλλά συνολικά τον προορισμό», σημείωσε ο κ. Ρέτσος. «Για τον συντονισμό των δράσεων που απαιτούνται προκειμένου να υλοποιηθούν τα αναγκαία έργα, αλλά και για να καλυφθούν οι ανάγκες σε επίπεδο προσφερόμενων υπηρεσιών, θα πρέπει να υπάρξει συνεργασία και να αναπτυχθούν συνέργειες μεταξύ των αρμόδιων ή συναρμόδιων φορέων», δηλαδή κεντρική κυβέρνηση, τοπική αυτοδιοίκηση, κ.α. Και με τις αυτοδιοικητικές εκλογές προ των πυλών, «δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να αποτελέσουν αιτία για καθυστερήσεις προκειμένου να δρομολογηθούν οι απαραίτητες ενέργειες».
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ μίλησε και για τους εργαζομένους. «Στα χρόνια της κρίσης ο τουριστικός τομέας προστάτευσε τα εργασιακά δικαιώματα γιατί αυτοί οι άνθρωποί μας είναι το «πρόσωπό» μας στον επισκέπτη. Αρα θέλουμε ικανοποιημένους εργαζόμενους. Αυτή ήταν η στρατηγική μας όλα αυτά τα χρόνια, πάνω σε αυτή χτίσαμε το consensus και αυτό θέλουμε να διατηρήσουμε και μελλοντικά».
Ο ίδιος έκλεισε με τρεις λέξεις-κλειδιά για να χαρακτηρίσει την ταυτότητα του ελληνικού τουρισμού: «Επιτυχίες, προκλήσεις, προβλήματα». Η πρώτη αφορά σε κάτι που συνέβη. Οι άλλες δύο περιγράφουν το σήμερα και αύριο του τομέα, με τον εντεινόμενο ανταγωνισμό, αλλά και τα διαχρονικά ζητήματα προς επίλυση.
«Θα πρέπει να καταλάβουμε όλοι ότι ο τουρισμός δεν είναι «μάνα εξ ουρανού», είπε. Αλλά και «μπορεί να υπάρχουν περιοχές που να μη θέλουν να έχουν τουρισμό», συμπλήρωσε.
Σε περίπτωση που θέλουν όμως χρειάζεται «στρατηγικός σχεδιασμός για να μπορέσει μια περιοχή να αναπτυχθεί σωστά και βιώσιμα και να έχει οφέλη από την τουριστική ανάπτυξη». Και «συνέργειες, συνεργασία».
Αυτά και αν απαιτούν αλλαγή νοοτροπίας.