| Shutterstock
Επικαιρότητα

Η ΕΕ αφήνει πίσω την εξάρτηση από τη Ρωσία: Μείωση κατανάλωσης φυσικού αερίου 24%

Η πτώση της ζήτησης ήρθε καθώς οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου στην ΕΕ ήταν κατά 95% γεμάτες στα μέσα Νοεμβρίου, σύμφωνα με τον οργανισμό Gas Infrastructure Europe, κοντά σε υψηλό όλων των εποχών. Βοήθησαν επίσης οι εισροές-ρεκόρ LNG στην περιοχή. Τι σημαίνει το πλαφόν στο ρωσικό πετρέλαιο
Protagon Team

Oι χώρες-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης μείωσαν τη ζήτηση φυσικού αερίου κατά 24% τον Νοέμβριο, παρά την πτώση της θερμοκρασίας, σε μία ακόμη ένδειξη ότι η Ενωση καταφέρνει να μειώσει την εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια μετά την εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία.

Οπως αναφέρουν οι Financial Times, τα προσωρινά στοιχεία από την εταιρεία ανάλυσης εμπορευμάτων ICIS έδειξαν ότι η ζήτηση φυσικού αερίου στην ΕΕ ήταν 24% κάτω από τον μέσο όρο της πενταετίας τον περασμένο μήνα, ύστερα από παρόμοια πτώση τον Οκτώβριο.

Οι ευρωπαϊκές χώρες προσπαθούν να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο και πετρέλαιο, βρίσκοντας εναλλακτικές πηγές ή κάνοντας αλλαγές για τον περιορισμό της ζήτησης. Τις βοήθησε το ασυνήθιστα ζεστό φθινόπωρο, αν και τις τελευταίες δύο εβδομάδες οι θερμοκρασίες έπεσαν πιο κοντά στα κανονικά επίπεδα.

Σύμφωνα με την ICIS, στη Γερμανία και την Ιταλία, τις δύο μεγαλύτερες χώρες κατανάλωσης αερίου της ΕΕ, η ζήτηση μειώθηκε κατά 23% και 21% αντίστοιχα τον Νοέμβριο. Στη Γαλλία και την Ισπανία μειώθηκε περισσότερο από το ένα πέμπτο και στην Ολλανδία λίγο περισσότερο από το ένα τρίτο.

Η πτώση της ζήτησης ήρθε καθώς οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης φυσικού αερίου στην ΕΕ ήταν κατά 95% γεμάτες στα μέσα Νοεμβρίου, σύμφωνα με τον οργανισμό Gas Infrastructure Europe, κοντά σε υψηλό όλων των εποχών. Βοήθησαν επίσης οι εισροές-ρεκόρ LNG στην περιοχή.

Ωστόσο, ο ψυχρότερος καιρός τις τελευταίες εβδομάδες έχει αυξήσει τη ζήτηση και οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης είναι πλέον γεμάτες κατά 93%.

Την ίδια στιγμή, οι τιμές ανεβαίνουν. Τα futures του ολλανδικού δείκτη TTF βρίσκονται κοντά στα  €150 ανά μεγαβατώρα, το υψηλότερο σημείο εδώ και περισσότερο από έναν μήνα, αλλά (ευτυχώς) μόνο στο μισό ακόμη από τα €300/MWh όπου είχε αναρριχηθεί η τιμή τον Αύγουστο.

Τη Δευτέρα, παράλληλα, σε ισχύ τέθηκε από τις χώρες του Price Cap Coalition (G7, EE –με εξαίρεση τη Βουλγαρία– και Αυστραλία) το  πλαφόν στις τιμές του ρωσικού πετρελαίου που μεταφέρεται διά θαλάσσης.

Το εμπάργκο αφορά ουσιαστικά μόνο τις εισαγωγές πετρελαίου μέσω της θαλάσσιας οδού στην ΕΕ. Εξαίρεση, έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, εξασφάλισαν η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Τσεχία για το ρωσικό πετρέλαιο που μεταφέρεται από τον αγωγό «Ντρούζμπα», επικαλούμενες κίνδυνο για την ενεργειακή τροφοδοσία τους εν γένει.

Ο στόχος του πλαφόν είναι διττός: να διατηρήσει το ρωσικό πετρέλαιο χαμηλής τιμής (έως 60 δολάρια το βαρέλι) να ρέει στις παγκόσμιες αγορές, αλλά ταυτόχρονα να μειώσει τα έσοδα του Πούτιν.

«Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η ΕΕ και άλλες χώρες της G7 έχουν ήδη δεσμευτεί να καταργήσουν σταδιακά τις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου. Αυτό δεν θα αλλάξει. Αντίθετα, το ανώτατο όριο τιμής επιτρέπει στους παρόχους υπηρεσιών μας να υποστηρίζουν αποστολές ρωσικού πετρελαίου σε άλλες χώρες, εάν αγοράζονται κάτω από το ανώτατο όριο τιμής. Αυτό σημαίνει ότι οι κύριοι δικαιούχοι αυτού του πετρελαίου χαμηλότερης τιμής θα είναι τρίτες χώρες, συμπεριλαμβανομένων των αναπτυσσόμενων χωρών στην Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική, η οποία με τη σειρά της εξυπηρετεί τη σταθερότητα της παγκόσμιας αγοράς», αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση της ΕΕ.

Η Μόσχα από την πλευρά της έχει δηλώσει ότι δεν θα πουλά πετρέλαιο σε χώρες που συμμετέχουν στο Price Cap Coalition. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, Αλεξάντερ Νόβακ, προειδοποίησε την περασμένη εβδομάδα ότι το σχέδιο μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικούς κινδύνους για τις αγορές εμπορευμάτων, συμπεριλαμβανομένης και δημιουργίας έλλειψης στην αγορά.

Ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ δήλωσε την Πέμπτη ότι η Ρωσία θα συνεχίσει να διαπραγματεύεται με τους εταίρους της «άμεσα» για την τιμολόγηση των πωλήσεων αργού, σημειώνοντας ότι «υπάρχει πάντα στοιχείο ισορροπίας συμφερόντων», συμπεριλαμβανομένων των τιμών – κάτι που αφήνει περιθώριο στη Ρωσία να πραγματοποιεί πωλήσεις σε τιμές κάτω του ανώτατου ορίου.