Oχι, δεν ήταν ριφιφί, μη φανταστείτε καμιά περίπλοκη δουλειά, με σχέδιο και τα ρέστα. Διάρρηξη απλή, ήταν. Βάρεσε τις πόρτες, σύνολο επτά, και μπήκε, σαν κύριος. Κι η είδηση πέρασε χωρίς την προσοχή που της άξιζε, μέρες πριν από τα Χριστούγεννα. Διάρρηξη στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Πειραιά. Γούναρη 31-33.
Τα περίεργα είναι πολλά στην ιστορία αυτή – κάποια από αυτά και «αστυνομικής» υφής.
Το πλέον παράδοξο, κι ας μην λογίζεται ως τέτοιο στην εγχώρια άθλια – ως προς την κτιριακή υποδομή – πραγματικότητα, είναι ότι η διάρρηξη έγινε σε δικαστήριο. Μα δεν υπήρχε φύλαξη του κτιρίου; Δεν υπήρχε συναγερμός, κάμερες; Πόρτες ασφαλείας, έστω;
Τα ερωτήματα ακούγονται εύλογα, για όποιον δεν γνωρίζει ότι ο «ποντικός» τρύπωσε απλώς σε μια παμπάλαιη – με ξύλινες πόρτες και ξεθωριασμένα μωσαϊκά – πολυκατοικία του λιμανιού, σε ορόφους της οποίας στεγάζεται το τρίτο μεγαλύτερο διοικητικό δικαστήριο της χώρας… Οι συνθήκες του κτιρίου, πέραν του ακατάλληλου, σε μια δύσκολη περιοχή όπως το λιμάνι του Πειραιά, έχουν γίνει στο παρελθόν αντικείμενο διαμαρτυρίας από τους εργαζόμενους σε αυτό, πλην όμως δεν έχουν ακυρώσει τη λειτουργία του.
Το Protagon επικοινώνησε με τον πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του, Δήμο Χρυσό, ο οποίος τονίζει το δυναμικό του, 66 δικαστές και 40 υπαλλήλους, αλλά και το εύρος των χιλιάδων υποθέσεων που διαχειρίζεται τον χρόνο. Ο κ. Χρυσός υπογραμμίζει δε ότι παρά τις κακές εργασιακές συνθήκες, η παραγωγικότητα του δικαστηρίου έχει βελτιωθεί θεαματικά και από τις 40.000 εκκρεμείς υποθέσεις το 2010, το δικαστήριο έχει περάσει πλέον στις 4.000.
Υποθέσεις φορολογικές, τελωνειακές, αγωγές κατά του Δημοσίου, περνούν από τα γραφεία της οδού Γούναρη. Κι εδώ ερείδεται το δεύτερο παράδοξο. Πώς μια δημόσια λειτουργία, όπως αυτή του δικαστηρίου, με τόσες υποθέσεις μείζονος ενδιαφέροντος, και αξιοσημείωτο οικονομικό αντίκρισμα, παραμένει ξέφραγο αμπέλι, όταν ακόμη και η γειτονική εφορία, η Α’ ΔΟΥ Πειραιά, φυλάσσεται από εταιρεία security ; Πώς είναι δυνατόν να μην διαθέτει ούτε μηχάνημα ελέγχου της αλληλογραφίας; Δέματα, επιστολές, κάθε είδους «πακέτα», μπαίνουν ανεμπόδιστα στα γραφεία των δικαστών.
Ο εισβολέας «σήκωσε» λάπτοπ (φορητούς υπολογιστές) δικαστών και ένα μηχάνημα σκάνερ. Τον ενδιέφεραν άραγε μόνον αυτά (ήξερε με άλλα λόγια τι έπαιρνε;), προσπαθώντας να χώσει τη μύτη του σε συγκεκριμένες εκκρεμείς υποθέσεις; Μπορεί να βάλει κατά νου το υπουργείο Δικαιοσύνης τι θα συνέβαινε αν είχε καταστραφεί το αρχείο του δικαστηρίου ή είχε αφαιρεθεί τμήμα του; Αποφάσεις δεκαετιών θα χάνονταν μεμιάς –ψηφιοποιημένες είναι αποκλειστικά αυτές που έχουν εκδοθεί μετά το 2010.
Στη νυχτερινή αυτή έφοδο, παραβιάστηκαν πόρτες που οδηγούν στο αρχείο αλλά και σε γραφεία προέδρων, ακόμη και στο computer room, τον ηλεκτρονικό εγκέφαλο με όλες τις κινήσεις του δικαστηρίου. Θεωρητικά ένα αδιάκριτο μάτι είχε τη δυνατότητα να δει όλες τις κινήσεις του. Και εν τέλει ποιος μπορεί να είναι εντελώς βέβαιος για το είδος και τον όγκο των στοιχείων που έχουν αλιευθεί;
Ουδείς επιθυμεί να είναι διάδικος σε μια υπόθεση «παραβιασμένη». Να δει το όνομα του σε έναν φάκελο, στις σελίδες του οποίου μπορεί να τεθούν -διασταλτικά – ερωτηματικά για την ανεξαρτησία και την ποιότητα της δικαστικής κρίσης. Το κράτος δικαίου δεν μπορεί να μείνει αλώβητο όταν βάλλεται ο πυρήνας του, η αποτελεσματική δικαστική προστασία.
Τώρα, το υπουργείο Δικαιοσύνης, η τεχνική υπηρεσία του για την ακρίβεια, τρέχει –υπό τον φόβο χειρότερου συμβάντος– να καλύψει τα κενά ασφαλείας, να βάλει πόρτες πυρασφάλειας (σσ: ούτε σύστημα πυρόσβεσης υπάρχει), να θωρακίσει με συναγερμό και κάμερες το δικαστήριο, να σώσει ό,τι σώζεται τέλος πάντων μέχρι να γίνει πραγματικότητα το δικαστικό μέγαρο του Πειραιά, το οποίο βρίσκεται στο στάδιο του διαγωνισμού, με ορίζοντα το 2026.
Η διοίκηση του δικαστηρίου έχει διατυπώσει αίτημα για την έγκριση μηχανήματος με σκοπό τον έλεγχο της αλληλογραφίας αλλά και αίτημα φύλαξης του κτιρίου προς το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη. Αγνωστο, αν θα ικανοποιηθούν. Ας έχουν οι υπουργοί απλώς υπόψη τους ότι τυχόν επόμενη φορά ενδέχεται η ζημιά να είναι κατά πολύ σοβαρότερη. Κι ο εισβολέας μπορεί να είναι λιγότερο ατζαμής, ερασιτέχνης: ο «προχθεσινός», βλέπετε, ξέχασε ένα τάπερ με ρύζι στον χώρο που διέρρηξε.