Επιτέλους, το φως στην άκρη του τούνελ. Το τέλος της πανδημίας δεν αποτελεί πλέον λαχτάρα ολόκληρης της ανθρωπότητας αλλά στόχο εφικτό. Την περασμένη Τετάρτη η Βρετανία κατέστη η πρώτη χώρα στον κόσμο που ενέκρινε για χρήση το πρώτο εμβόλιο κατά του κορονοïού. Ο μαζικός εμβολιασμός των πολιτών της Γηραιάς Αλβιόνας αναμένεται να ξεκινήσει άμεσα με τις πρώτες 800.000 δόσεις του εμβολίου των Pfizer και BioNTech να διανέμονται την επόμενη εβδομάδα στα κατά τόπους εμβολιαστικά κέντρα.
Η ανακοίνωση εκδόθηκε σχεδόν έναν χρόνο μετά την καταγραφή των πρώτων κρουσμάτων Covid – 19 στη Γουχάν της Κίνας. Από τότε έως και σήμερα ο φονικός ιός σάρωσε κυριολεκτικά τον πλανήτη, προσβάλλοντας τουλάχιστον 64 εκατομμύρια ανθρώπους και σκοτώνοντας σχεδόν ενάμισι εκατομμύριο ενώ τα μέτρα που ελήφθησαν για την επιβράδυνση του ρυθμού μετάδοσής του, έπληξαν εξίσου βαριά οικονομίες, μεγάλες και μικρές.
Το ότι αναπτύχθηκε, δοκιμάστηκε και εγκρίθηκε ένα εμβόλιο μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο αποτελεί αδιαμφισβήτητα ένα εξαιρετικό επίτευγμα. «Πιστεύουμε ότι αυτό είναι όντως η αρχή του τέλους της πανδημίας, εάν εξασφαλίσουμε τη μαζική διάθεση του εμβολίου», δήλωσε κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, μιλώντας στο CNN, ο 55χρονος Ουγκούρ Σαχίν, συνιδρυτής και επικεφαλής της ΒιοΝΤech. Δεν παρέλειψε να επισημάνει πως είναι απαραίτητο και άλλες χώρες να προβούν άμεσα στην έγκριση του εμβολίου αλλά υπογράμμισε πως οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών αποτελούν μια «μια καλή αρχή».
Δεν πρέπει, όμως, να παραβλέψουμε το γεγονός πως πρόκειται «μόνον για την αρχή του τέλους», επισημαίνει σε κείμενό του ο Ανταμ Τέιλορ της Washington Post, υπενθυμίζοντας ότι «το πόσο κοντά μπορεί να είναι το τέλος της πανδημίας» εξαρτάται από τα πλεονεκτήματα που έχει η κάθε χώρα.
Η Βρετανία, για παράδειγμα, η οποία αντέδρασε με καθυστέρηση και αμήχανα ενώπιον της επέλασης του κορονοïού, κινητοποιήθηκε εγκαίρως για την προμήθεια εμβολίων και, συνάπτοντας συμφωνίες με διάφορες φαρμακευτικές εταιρείες, έχει εξασφαλίσει ήδη για τους πολίτες της δεκάδες εκατομμύρια δόσεις. Προέβη στην παραγγελία 40 εκατομμυρίων δόσεων του εμβολίου των Pfizer και BioNTech και ενέκρινε τη διάθεσή του πιο γρήγορα από τις ΗΠΑ και την ΕΕ (Γερμανία) όπου εδρεύουν οι εταιρείες που το ανέπτυξαν.
Μετά την κατεπείγουσα έγκριση του εμβολίου στη Βρετανία, πολλοί άρχισαν να ζητούν από τις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των ΗΠΑ και της ΕΕ να επισπεύσουν τις σχετικές διαδικασίες. Ωστόσο η πίεση του χρόνου δεν αποτελεί ζήτημα μόνο για την Ευρώπη και την Αμερική. Επειτα από σχετική εντολή του Βλαντίμιρ Πούτιν στο τέλος της επόμενης εβδομάδας πρόκειται να αρχίσουν να εμβολιάζονται μαζικά (με το δικό τους εμβόλιο, το Sputnik V) και οι πολίτες της Ρωσίας παρότι δεν έχουν ακόμα ολοκληρωθεί οι τελικές δοκιμές για την ασφάλειά του.
Καθώς, όμως, εντείνεται η κούρσα των εμβολίων μεταξύ των πλούσιων και ισχυρών κρατών του πλανήτη, οι πολίτες των φτωχών χωρών κινδυνεύουν να ξεχαστούν με τους ειδικούς να εκτιμούν πως σε χώρες χαμηλών εισοδημάτων ενδέχεται κάποιοι να αναγκαστούν να περιμένουν έως το 2024 για να εμβολιαστούν.
Αρκεί να σημειωθεί ότι η ΕΕ και μόλις πέντε ακόμη χώρες έχουν ήδη συνάψει συμφωνίες για το 50% (χονδρικά) των δόσεων που θα παραχθούν κατά τη διάρκεια του 2021, με τον Καναδά, για παράδειγμα, να έχει ήδη εξασφαλίσει περί τις οχτώ δόσεις για καθέναν από τους 37,7 εκ. κατοίκους του.
Το πρόγραμμα Covax
Ο ΠΟΥ και άλλοι διεθνείς οργανισμοί αποπειράθηκαν να αντιμετωπίσουν το εν λόγω ζήτημα, θέτοντας σε εφαρμογή το πρόγραμμα Covax (συμμετέχουν περισσότερες από 150 χώρες αλλά όχι οι ΗΠΑ και η Ρωσία) με στόχο την εξασφάλιση της παραγωγής και της δίκαιης διανομής δύο δισεκατομμυρίων δόσεων των όποιων εμβολίων σε χώρες χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων έως το τέλος της επόμενης χρονιάς.
Πρόβλημα για τα φτωχά κράτη δεν αποτελεί μόνον η πρόσβαση στα εμβόλια και η διανομή τους αλλά και η συντήρησή τους. Το εμβόλιο της Pfizer πρέπει να διατηρείται στου μείον 70 βαθμούς Κελσίου και πολλές χώρες δεν διαθέτουν αλλά ούτε μπορούν να προμηθευτούν εγκαίρως τον απαραίτητο εξοπλισμό.
Ομως τα προβλήματα των φτωχών κρατών πρέπει να απασχολούν και τις κυβερνήσεις των πλούσιων χωρών γιατί ακόμη και στην περίπτωση που οι μαζικοί εμβολιασμοί τερματίσουν κάποια στιγμή την πανδημία στις επικράτειες τους, ο κορονοïός θα συνεχίσει να αποτελεί απειλή για εκατομμύρια ανθρώπους στον αναπτυσσόμενο κόσμο και, κατ’ επέκταση, για ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Σχολιάζοντας πριν από λίγες ημέρες την ανακοίνωση για την ιδιαίτερα υψηλή αποτελεσματικότητα ενός δεύτερου (της Moderna) εμβολίου, η Κάθριν Ομπράιεν, επικεφαλής του τμήματος ανοσοποίησης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ανέφερε πως η ανάπτυξη ενός εμβολίου είναι σαν να στήνεις μια κατασκήνωση βάσης (base camp) στο Εβερεστ. «Η αναρρίχηση έως την κορυφή σχετίζεται ουσιαστικά με τη διανομή των εμβολίων», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η ανάπτυξη ενός εμβολίου είναι σαν να στήνεις κατασκήνωση βάσης στο Εβερεστ. Η αναρρίχηση έως την κορυφή σχετίζεται ουσιαστικά με τη διανομή των εμβολίων
Η κατεπείγουσα έγκριση του εμβολίου των Pfizer και BioNTech από τη Βρετανία όχι μόνον προβλημάτισε αλλά και εκνεύρισε κάποιους, ειδικά στους κόλπους της ΕΕ, με αρκετούς να κάνουν λόγο για «βεβιασμένη» απόφαση. Οι ειδικοί ανησυχούν επίσης πως η ταχεία διάθεση του πρώτου εμβολίου κατά του κορονοïού θα μπορούσε να κλονίσει την εμπιστοσύνη των ανθρώπων ενώ ο Τζος Μίσοου και ο Τζεν Κέιτς, από το πανεπιστήμιο Johns Hopkins, προειδοποιούν με κείμενό τους στο Foreign Affairs για τον κίνδυνο της «εμβολιαστικής απογοήτευσης» που ενδέχεται να καταβάλει αρκετούς στην περίπτωση που οι μαζικοί εμβολιασμοί δεν επισπεύσουν (όσο αναμένεται από την κοινή γνώμη) την επιστροφή στην κανονικότητα.
Η Βρετανία επέλεξε να βιαστεί. Αλλά ο Μπόρις Τζόνσον δεν παρέλειψε να επισημάνει στους συμπατριώτες του πως δεν πρέπει να παρασυρθούν από την υπέρμετρη αισιοδοξία ενώ ο αναπληρωτής επικεφαλής υγειονομικός αξιωματούχος της Βρετανίας Τζόναθαν Βαν-Ταμ εξήγησε πως θα περάσουν «μήνες, όχι εβδομάδες» έως ότου να τεθούν σε πλήρη εφαρμογή τα προγράμματα εμβολιασμού των πολιτών.
Οπότε αυτό σημαίνει πως η επιστροφή στην κανονικότητα μάλλον θα αργήσει. Αλλά αυτό δεν αλλάζει το γεγονός πως την επόμενη εβδομάδα θα γίνουν οι πρώτοι εμβολιασμοί στη Βρετανία και η προσοχή όλου του κόσμου θα είναι στραμμένη εκεί.
Και ενώπιον των όποιων εκφράσεων «εμβολιαστικού» εθνικισμού (ο βρετανός υπουργός Υγείας δήλωσε ότι η πατρίδα του ενέκρινε πρώτη το εμβόλιο χάρη στο Brexit, ενώ ο υπουργός Παιδείας υποστήριξε πως αυτό συνέβη γιατί η χώρα διαθέτει «πολύ καλύτερους» επιστήμονες) δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το πρώτο εμβόλιο ανέπτυξε μια εταιρεία που ίδρυσαν παιδιά τούρκων μεταναστών στη Γερμανία, η οποία αφότου συνεργάστηκε με έναν αμερικανικό κολοσσό των φαρμάκων που διοικείται από ξενιτεμένο Ελληνα , έσπευσε να ζητήσει την έγκρισή του από τις βρετανικές αρχές. Οπότε, είναι αλήθεια πως το τέλος της πανδημίας είναι πλέον ορατό, αλλά για να φτάσουμε το ταχύτερο δυνατό εκεί είναι απαραίτητη η διεθνής συνεργασία.