| Photo by Michael Kovac/Getty Images for AARP
Επικαιρότητα

Η Ανέτ Μπένινγκ και πώς να επιζείς στο Χόλιγουντ

Γνώρισε την καταξίωση στα 30 της. Στα 65 της έχει τέσσερα παιδιά με τον Γουόρεν Μπίτι, με τον οποίο είναι παντρεμένη από το 1992. Πέρασε την πρώτη δεκαετία του γάμου τους δεχόμενη διαρκώς την ερώτηση πώς κατάφερε να δαμάσει τον «σαμουράι του σεξ» και μέχρι τότε αμετανόητο εργένη. Η πρωταγωνίστρια της καταπληκτικής βιογραφικής ταινίας «Nyad» αποκαλύπτεται για θέματα όπως ο σεξισμός και η μητρότητα
Protagon Team

Υποδυόμενη την κολυμβήτρια μεγάλων αποστάσεων, Νταϊάνα Νάιαντ στην ομότιτλη βιογραφική ταινία του Netflix, η Ανέτ Μπένινγκ προσφέρει ρεσιτάλ ερμηνείας σε μια πραγματική, αλλά θεότρελη ιστορία.

Το 1978, στα 28 της, η Νάιαντ επιχείρησε να κολυμπήσει από την Κούβα στη Φλόριντα, ένα ταξίδι διάρκειας 54 ωρών μέσα σε νερά γεμάτα μέδουσες, το τσίμπημα των οποίων είναι τόσο δυνατό που επέφερε συμπτώματα ηλεκτροπληξίας. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει, έχοντας συμπληρώσει 122 χιλιόμετρα, όπου μόνο μερικά από αυτά ήταν σε ευθεία κολύμβηση.

Τριάντα δύο χρόνια αργότερα, η Νάιαντ άρχισε να προπονείται για μια δεύτερη απόπειρα. Παρότι οι αθλητικοί ψυχολόγοι σημειώνουν ότι η ψυχική ανθεκτικότητα παίζει σημαντικότερο ρόλο από τη σωματική δύναμη στην κολύμβηση μεγάλων αποστάσεων, η κίνησή της ήταν, αντικειμενικά, μια γελοία ιδέα. Βρισκόταν σε ηλικία συνταξιοδότησης – και οι μέδουσες ήταν ακόμα εκεί.

Η ερμηνεία της Μπένινγκ είναι συγκλονιστική, αποτυπώνοντας την εμμονική αποφασιστικότητα, την απεριόριστη σωματική αντοχή και την τρελή άρνηση του χαρακτήρα που ερμηνεύει να ακούσει τη φωνή της λογικής. Η βραβευμένη ηθοποιός, που συμπρωταγωνιστεί στην ταινία με την Τζόντι Φόστερ, μίλησε στη βρετανική Guardian για την ταινία και για τη μακρόχρονη καριέρα της στο Χόλιγουντ.

«Οι γυναίκες έχουν μέσα τους αυτή την αποφασιστικότητα, την αίσθηση της πρόκλησης», λέει στη δημοσιογράφο της εφημερίδας για το ρόλο της στο «Nyad». «Ισως είναι λιγάκι άδικο για τους άνδρες. Ισως οφείλεται στο ότι πολλές από εμάς έχουμε κάνει παιδιά. Ενα ορισμένο ποσό της εγκεφαλικής και της δημιουργικής μας δύναμης, η προσοχή στη ζωή, πηγαίνει στη μητρότητα. Οπότε, όταν τα παιδιά μας ενηλικιωθούν, είμαστε ελεύθερες, έχουμε ένα νέο κεφάλαιο ζωής».

Η 65χρονη Μπένινγκ έχει τέσσερα παιδιά με τον Γουόρεν Μπίτι, με τον οποίο είναι παντρεμένη από το 1992. Οι κόρες και οι γιοι της, στα 20 ή στα 30 τους, είναι όλοι καλλιτέχνες – ηθοποιοί ή συγγραφείς. Ο μεγαλύτερος της, ο ποιητής Στίβεν Αϊρα, είναι τρανς. Η ηθοποιός εξακολουθεί να ανησυχεί για τα παιδιά της, αλλά τώρα που μεγάλωσαν η ανησυχία της είναι μειωμένη.

Η Ανέτ Μπένινγκ με τον σύζυγο και πατέρα των τεσσάρων παιδιών της, Γουόρεν Μπίτι σε εκδήλωση στο Παλμ Σπρινγκς το 2017 (Shutterstock/Featureflash Photo Agency)

Πήρε τον ρόλο της Νάιαντ επειδή ήταν «μια πολύ σπουδαία ιστορία», αλλά δεν είχε σκεφτεί τι θα σήμαινε να παίξει την κολυμβήτρια. Χρειάστηκε ένα χρόνο προπόνησης με την ολυμπιονίκη Ράντα Οουεν. Η Μπένινγκ πιστεύει ότι είναι καλύτερη κολυμβήτρια τώρα από ότι πριν γυρίσει την ταινία, γιατί έχει ερωτευτεί το σπορ. Σίγουρα έμαθε πολλά πράγματα για τη γυναικεία δύναμη μελετώντας τον χαρακτήρα της Νάιαντ.

«Οταν οι γυναίκες είναι πολύπλοκες, ή δύσκολοι χαρακτήρες, το μετρικό σύστημα της αποδοχής τους από την κοινωνία είναι πολύ διαφορετικό από ότι στους άνδρες», εξηγεί. «Στην πολιτική, για παράδειγμα, μια γυναίκα πρέπει να είναι συμπαθής, ευχάριστη, όχι απειλητική. Εκτός αν είναι συντηρητική, όπως η Θάτσερ. Η κοινωνία μπορεί να αποδεχθεί μια πολιτικό αν είναι πολύ συντηρητική, αλλά η ιδέα μιας φιλελεύθερης γυναίκας είναι πολύ πιο τρομακτική».

Η Μπένινγκ μεγάλωσε στο Σαν Ντιέγκο, η νεότερη τεσσάρων παιδιών, όλοι φανατικοί Ρεπουμπλικάνοι. Ο πατέρας της πέθανε μόλις πριν από μερικούς μήνες στα 97 του, η μητέρα της είναι 94 και λέει ότι δεν θα ψηφίσει ξανά τον Τραμπ. «Ο μπαμπάς μου ήταν ο τύπος που πίστευε ότι ο Νίξον ήταν απλώς περικυκλωμένος από κακούς ανθρώπους», λέει αστειευόμενη. Η ηθοποιός είναι πολιτικά ευαισθητοποιημένη και ανησυχεί για την άνοδο του Τραμπ.

Η Ανέτ Μπένινγκ και η Τζόντι Φόστερ (κέντρο) μαζί με τους υπόλοιπους συντελεστές της βιογραφικής ταινίας «Nyad» στην επίσημη πρεμιέρα του Netflix (Charley Gallay/Getty Images/Netflix)

«Οσοι αμφισβητούν τον Τραμπ, οι πιο μετριοπαθείς φωνές που επρόκειτο να θέσουν υποψηφιότητα στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα, πέφτουν στο περιθώριο», εξηγεί. «Απλώς αυτοί οι πολύ ακραίοι πολιτικοί κερδίζουν περισσότερη δυναμική, κάτι που βρίσκω πολύ απογοητευτικό. Το κόμμα καταρρέει – ουσιαστικά τρώνε τα παιδιά τους».

Η ανατροφή της Μπένινγκ δεν είχε την παραμικρή σχέση με τη σόουμπιζ: «Δεν ήμουν γύρω από το θέατρο, δεν ήμουν γύρω από ηθοποιούς. Σίγουρα, δεν είχα γνωρίσει ποτέ ηθοποιό. Οι γονείς μου και η οικογένειά μου ήταν πάντα πολύ υποστηρικτικοί. Αλλά πήγα γυμνάσιο και μετά κοινοτικό κολέγιο και μετά κρατικό κολέγιο. Τα βήματά μου ήταν πολύ σεμνά».

Πέρασε 10 χρόνια στο θεατρικό σανίδι, πρώτα στο Κολοράντο, μετά στο θέατρο ρεπερτορίου του Σαν Ντιέγκο και τέλος στη Νέα Υόρκη. «Δεν γνώριζα πραγματικά τον κόσμο γύρω μου. Δεν είχα επίγνωση της πολιτικής, δεν γνώριζα πολύ τη σύγχρονη κουλτούρα. Απλώς είχα σκυμμένο το κεφάλι μου στις πρόβες».

Ηταν 30 ετών όταν γύρισε τον πρώτο ρόλο που την καθιέρωσε, στην εξαιρετική μαύρη κωμωδία «The Grifters», για τον οποίο ήταν υποψήφια για Οσκαρ. Μετά ήρθε το «Valmont», μια τραγωδία στο μποξ όφις, που κυκλοφόρησε το 1989, μετά την εκπληκτική επιτυχία των «Επικίνδυνων Σχέσεων» και ήταν μια δραματοποίηση της ίδιας ιστορίας. Η Μπένινγκ είχε περάσει και από οντισιόν για την πολυβραβευμένη ταινία, «για τη γυναίκα που γράφεται το γράμμα στον κώλο της», λέει.

Γνώρισε τον Μπίτι στα γυρίσματα της ταινίας «Bugsy», την εξαιρετική βιογραφία του μαφιόζου Μπάγκσι Σίγκελ από τον σκηνοθέτη Μπάρι Λέβινσον. Πέρασε την πρώτη δεκαετία του γάμου τους δεχόμενη διαρκώς την ερώτηση πώς κατάφερε να δαμάσει τον «σαμουράι του σεξ» και μέχρι τότε αμετανόητο εργένη. Απέφευγε τις απαντήσεις όσο πιο ευγενικά μπορούσε.

«Απομακρυνόμαστε πλέον από τα γυναικεία στερεότυπα με τα οποία όλες παλεύαμε τόσο καιρό», διαπιστώνει, κρίνοντας από την δυσάρεστη αυτή εμπειρία. «Αλλά μετά υπήρξε μια παράξενη αντίδραση. Δημιουργήθηκε ένα πρότυπο ομορφιάς για τις νεαρές γυναίκες που πιστεύω ότι είναι πολύ σκληρό. Δεν ζηλεύω τις νέες γυναίκες που μεγαλώνουν τώρα».

Αναγνωρίζει τις πιέσεις που αντιμετωπίζει στο Χόλιγουντ για να παραμείνει αιώνια νέα. «Θυμάμαι, ίσως όταν ήμουν 35 ετών, άνθρωποι που μιλούσαν για το πώς γερνάω. Ακόμα και στα 30 σου, υπήρχαν αυτά τα άρθρα. Τώρα, όταν ακούω ανθρώπους να ανησυχούν για αυτό στα 50 τους, σκέφτομαι: Ελεος». Αλλά συμπληρώνει ότι αυτή η κριτική δεν την άγχωσε λόγω των θεατρικών καταβολών της.

Η μόνη στιγμή που την απασχολεί η εμφάνισή της είναι όταν παρακολουθεί τον εαυτό της στο πανί. «Ημουν υπερβολικά σκληρή με τον εαυτό μου», αποκαλύπτει. «Αυτός είναι συνήθως ο λόγος που οι ηθοποιοί δεν παρακολουθούμε τις ταινίες μας. Αλλά μετά άρχισα να βλέπω ότι μπορούσα να μάθω κάτι. Τώρα, έχω πραγματικά ανάμεικτα συναισθήματα. Μερικές φορές σκέφτομαι ότι αν είχα την ευκαιρία να το ξανακάνω, θα μπορούσα να το κάνω καλύτερα. Συνήθως, πιο απλά».

Η Μπένινγκ ήταν από τους πιο φανατικούς υποστηρικτές της πρόσφατης τρίμηνης απεργίας των ηθοποιών, την οποία χαρακτηρίζει αναπόφευκτη. Αλλά εστιάζει λιγότερο στις ανησυχίες της κοινότητάς της για τη χρήση της ΤΝ και περισσότερο στην εκμετάλλευση των αδύναμων εργαζομένων και «τις υπόλοιπες απεργίες που γίνονται στη χώρα και οδηγούν ανθρώπους να επαναστατούν με τους χαμηλούς μισθούς τους».

«Υπήρξαν στιγμές που ένιωσα ότι ίσως θα έπρεπε να αποσυρθώ», λέει σκεπτική, «που ίσως μπορούσα να σκεφτώ έναν καλύτερο τρόπο να κάνω κάτι, υλικοτεχνικά ή δημιουργικά. Αλλά μου αρέσει να κάνω αυτό που κάνω. Απολαμβάνω τη δημοσιότητα που μου προσφέρει η θέση του ηθοποιού. Ετσι καταφέρνω να μιλήσω για διάφορα κοινωνικά προβλήματα με διπλωματικό τρόπο».