Πυκνές νεφώσεις πάνω από αυστριακό αμπελώνα | Shutterstock
Επικαιρότητα

H κλιματική αλλαγή αλλάζει τον τρόπο παραγωγής κρασιών

Θύματα των ακραίων καιρικών φαινομένων που κάνουν άτακτα την εμφάνιση τους σε κάθε περιοχή του πλανήτη είναι και τα αμπέλια. Οι οινοπαραγωγοί αναζητούν εναγωνίως νέους τρόπους για να προστατεύσουν τις καλλιέργειες τους, ώστε να συνεχίσουν να παράγουν καλής ποιότητας κρασί. Η μετάβαση σε νέες μεθόδους έχει ξεκινήσει και σύντομα θα δούμε τα αποτελέσματά της εντός των μπουκαλιών
Protagon Team

Η κλιματική αλλαγή και τα απρόβλεπτα καιρικά μοτίβα έχουν βαθιά επίδραση στους αμπελώνες σε όλον τον κόσμο, αναγκάζοντας τους οινοποιούς και τους εμπλεκόμενους στη γεωργική παραγωγή να εργάζονται πιο σκληρά από ποτέ. Οι υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού, η παρατεταμένη ξηρασία, τα απρόβλεπτα μοτίβα βροχοπτώσεων και οι επίσης απρόβλεπτες εμφανίσεις παγετού και χαλαζόπτωσης καθιστούν δυσκολότερη την αξιόπιστη καλλιέργεια σταφυλιών που προορίζονται να γίνουν κρασί.

Οπως αναφέρει η ιστοσελίδα Robb Report, για να διατηρήσουν τις αποδόσεις τους σχετικά σταθερές και να παράξουν το καλύτερο δυνατό προϊόν, οι οινοπαραγωγοί αλλάζουν τώρα τον τρόπο που καλλιεργούν σταφύλια και λειτουργούν τα οινοποιεία τους αναβιώνοντας παραδοσιακές αμπελουργικές τεχνικές, σε συνδυασμό με τη χρήση τεχνολογιών αιχμής.

Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι πολλά. Στη Σικελία σημειώθηκε μείωση των ετήσιων βροχοπτώσεων, άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους και αύξηση της θερμοκρασίας, ειδικά το καλοκαίρι, σύμφωνα με τον Αλέσιο Πλανέτα, διευθύνοντα σύμβουλο της ετιαρείας Planeta, η οποία διαθέτει οινοποιεία σε διάφορες περιοχές του ιταλικού Νότου.

«Εχουμε ανταποκριθεί μεταφέροντας τους αμπελώνες μας σε μεγαλύτερα υψόμετρα και κοντά σε δάση, ώστε να καταπολεμήσουμε την απειλή των εκτεταμένων κυμάτων καύσωνα» λέει ο Πλανέτα. Αν και ένα από τα κορυφαία μπουκάλια της μάρκας είναι το Didacus Cabernet Franc, η ομάδα δίνει ανανεωμένη έμφαση σε γηγενείς ποικιλίες όπως το Grillo και το Nero d’Avola, που σύμφωνα με τον Πλανέτα ταιριάζουν καλύτερα στη νέα κλιματική πραγματικότητα.

Επιπλέον, η εταιρεία έχει αρχίσει να πειραματίζεται με νέες ποικιλίες που είναι πιο ανθεκτικές στην ξηρασία, και έχει εφαρμόσει γεωργικές πρακτικές όπως καλλιέργειες κάλυψης και φύτευση βλάστησης ανάμεσα στα αμπέλια, για τη διαχείριση των λιγότερων βροχοπτώσεων.

Η βίαιη πραγματικότητα

Εκτός από τις υψηλές θερμοκρασίες, η μεγαλύτερη απειλή από την κλιματική αλλαγή είναι «η βία των φαινομένων. Οταν βρέχει, η βροχόπτωση είναι τρομερή. Οταν φυσάει, ο άνεμος σπάει αιωνόβια δέντρα. Οταν έχουμε ξηρασία, ακόμη και τα αυτοφυή φυτά στο δάσος πεθαίνουν από τη δίψα» λέει ο οινοποιός Φραντσέσκο Μαρόνε Τσιντσάνο, ο οποίος διευθύνει τη μεγαλύτερη φάρμα βιολογικής παραγωγής κρασιού στην Τοσκάνη.

Ο Τσιντσάνο, που φέρει τον τίτλο του κόμη, προσαρμόζει επί του παρόντος τον τρόπο ανάπτυξης των αμπελιών του ώστε να αντιμετωπίσει τις ολοένα και πιο έντονες θερμοκρασίες. Στο οινοποιείο του, το Col d’Orcia στο Μονταλτσίνο, ο Τσιντσάνο εξετάζει τόσο τη μακροπρόθεσμη στρατηγική φύτευσης όσο και τις βραχυπρόθεσμες προσπάθειες, όπως η διαχείριση του θόλου, που είναι η τοποθέτηση των αμπελόφυλλων για καλύτερη προστασία, τη σκιά στα σταφύλια και τη μεγιστοποίηση της ροής αέρα.

Επειδή οι υγρές εποχές αποδίδουν αραιωμένα φρούτα και η έντονη ζέστη οδηγεί σε αφυδατωμένα σταφύλια, ο Τσιντσάνο λέει ότι η συγκομιδή πρέπει να είναι πιο ενδελεχής από ό,τι στο παρελθόν, όπως και η επιλογή των σταφυλιών με το χέρι, συμπεριλαμβανομένων πολλαπλών περασμάτων από τους αμπελώνες.

Κουκούλι προστασίας αμπελιών από τον παγετό (Shutterstock)

Εν τω μεταξύ, στην Αργεντινή, η Λάουρα Κατένα, οινοπαραγωγός τέταρτης γενιάς και ιδρύτρια του Ινστιτούτου Οίνου Catena, αντιμετωπίζει επίσης υψηλότερες θερμοκρασίες και λειψυδρία. «Η έρευνα και η προσαρμογή είναι τα κλειδιά για το μέλλον μας. Φυτεύουμε σε υψηλότερα υψόμετρα από ό,τι στη δεκαετία του ’90. Εκεί οι ψυχρότερες θερμοκρασίες βοηθούν στην εξισορρόπηση της ωρίμανσης. Χρησιμοποιούμε στάγδην άρδευση και συνεχίζουμε να διερευνούμε τρόπους μείωσης της χρήσης του νερού, συμπεριλαμβανομένης της δέσμευσης του βρόχινου νερού και της χρήσης δεξαμενών.

»Χωρίς αυτά τα μέτρα, το άγχος από τη θερμότητα και την έλλειψη νερού θα μείωνε τις αποδόσεις και θα οδηγούσε σε υπερώριμα σταφύλια, τα οποία θα έβαζαν σε κίνδυνο την ισορροπία και τη δομή των κρασιών. Τα μεγαλύτερα υψόμετρα επιτρέπουν πιο αργή και ισορροπημένη ωρίμανση, η οποία οδηγεί σε κρασιά με μεγάλη οξύτητα και πολυπλοκότητα» εξηγεί η Κατένα.

Οι ανεμιστήρες

Για την καταπολέμηση της μειωμένης βροχόπτωσης και των ακραίων καιρικών φαινομένων, ο αυστραλός αμπελουργός Πρου Χένσκε έχει θεσπίσει μια σειρά από αλλαγές. Εχει εγκαταστήσει ανεμιστήρες παγετού για να μετριάσει τις επιπτώσεις των ανοιξιάτικων παγετών στους αμπελώνες της οικογένειάς του στις κοιλάδα Μπαρόσα και Εντεν και στους λόφους της Αδελαΐδας. Εχει, επίσης, φυτέψει γηγενή χόρτα ανάμεσα στα αμπέλια, κάτι που βοηθά στη διατήρηση της βιοποικιλότητας και της συνολικής υγείας του αμπελώνα.

«Εφαρμόζουμε ένα παχύ στρώμα από άχυρα πάνω από το λίπασμα κάτω από το αμπέλι για να βοηθήσουμε στη διατήρηση της υγρασίας και της θερμοκρασίας του εδάφους χαμηλότερες το καλοκαίρι» εξηγεί ο Χένσκε – μια κίνηση άκρως ωφέλιμη σε χρονιές με λιγότερες βροχοπτώσεις. Το οινοποιείο έχει επίσης αυξήσει τον χώρο στην περιοχή ζύμωσής του, γεγονός που επιτρέπει μεγαλύτερη ευελιξία κατά τη συγκομιδή, διασφαλίζοντας ότι «τα σταφύλια θα συνεχίσουν να συλλέγονται τη βέλτιστη στιγμή».

Ισως εκπλαγείτε όταν μάθετε πως, παρά τη γενική εικόνα της Πολιτείας της Ουάσινγκτον –σχεδόν πάντα πνιγμένη στην ομίχλη ή στη βροχή–, «η αμπελουργική περιοχή στην Ανατολική Ουάσινγκτον είναι μια έρημος, από τις πιο ξηρές περιοχές για αμπελοκαλλιέργεια στις Ηνωμένες Πολιτείες» λέει ο Τζος ΜακΝτάνιελς, διευθύνων σύμβουλος και οινοποιός στην Bledsoe Wine Estates.

Παρότι ποικιλίες όπως το Cabernet Sauvignon και το Syrah είναι γενικά ανθεκτικές στην ξηρασία, ο Mακ Ντάνιελς διερευνά μια σειρά από τεχνικές και προσαρμογές αμπελώνα για να βοηθήσει στην αύξηση της κατακράτησης νερού στα εδάφη, να ενδυναμώσει τα αμπέλια με βαθιά ρίζα και να πιέσει προς την κατεύθυνση της ξηρής καλλιέργειας ώστε να κατευνάσει τις ανησυχίες.

Ο ΜακΝτάνιελς έχει επίσης επενδύσει σε έναν νέο τύπο εξοπλισμού από τη Γερμανία, που του επιτρέπει να «τσακίζει», αντί να κουρεύει, καλλιέργειες κάλυψης. Αυτό δημιουργεί ένα στρώμα από οργανικό υλικό που δροσίζει το έδαφος, αποτρέπει την εξάτμιση και μειώνει περαιτέρω την ανάγκη για άρδευση.

Η κάλυψη

Η ηλιοφάνεια είναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά στην παραγωγή κρασιού, αλλά η υπερβολική ηλιοφάνεια μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα. «Ο ήλιος της Καλιφόρνιας είναι μια ευλογία και μια κατάρα όταν μιλάμε για καλλιέργεια αμπέλων υψηλής ποιότητας» σημειώνει η Ελίζαμπεθ Τάνγκνι, οινοποιός και διευθύντρια των αμπελώνων στο Cornell Vineyards της κομητείας Σονόμα. Η Τάνγκνι εστιάζει στη μείωση της θερμοκρασίας και στη διατήρηση των συστάδων του αμπελώνα δροσερών.

Εκτός από την καλυπτική καλλιέργεια, η οποία μπορεί να κοπεί για να δημιουργηθούν σάπια φύλλα που συγκρατούν το νερό, η Τάνγκνι δίνει μεγάλη προσοχή στον θόλο των φύλλων που περιβάλλουν τα πολύτιμα σταφύλια της. «Εστιάζουμε στην ανάπτυξη μιας μεγάλης φυλλικής περιοχής που θα σκιάσει τα συμπλέγματα από το άμεσο ηλιακό φως. Στο παρελθόν ήταν κοινή πρακτική η αφαίρεση των φύλλων από την πλευρά του πρωινού ήλιου του θόλου. Σήμερα δεν αφαιρούμε κανένα φύλλο που παρέχει προστασία. Οχι μόνον είναι ευεργετική η σκίαση, αλλά η αναπνοή από τα φύλλα βοηθά στην ψύξη του καρπού» αναφέρει.

Ενώ οι πρακτικές στους αμπελώνες αλλάζουν, στο Veuve Clicquot, ο chef de cave Ντιντιέ Μαρότι αναρωτιέται πώς όλες αυτές οι αλλαγές στην καλλιέργεια σταφυλιών θα αλλάξουν το τελικό προϊόν τα επόμενα χρόνια. «Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να προβλέψουμε τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, ειδικά στην ικανότητα του κρασιού να παλαιώσει» λέει. «Υπάρχει κάτι που έχουμε παρατηρήσει τα τελευταία τέσσερα ή πέντε χρόνια με την υπερθέρμανση του πλανήτη και με τη συγκομιδή που ξεκινά νωρίτερα: Εχουμε μεγαλύτερη ωριμότητα αλλά λιγότερη οξύτητα» τονίζει ο Μαρότι.

Για την ετικέτα του Veuve’s Yellow, τα μπουκάλια βγαίνουν στα ράφια τέσσερα χρόνια μετά τη συγκομιδή, ενώ το La Grande Dame μετά από επτά με οκτώ χρόνια. Αναρωτιέται λοιπόν κανείς αν αυτά τα κρασιά θα παλαιώσουν διαφορετικά από τις σαμπάνιες που είχε δημιουργήσει στο παρελθόν. «Το δύσκολο σε αυτή την επιχείρηση είναι ότι πρέπει να τα προβλέπεις όλα – πολύ περισσότερο από ό,τι αν φτιάχνεις βότκα ή τζιν. Πρέπει να προβλέψεις τον αντίκτυπο της συγκομιδής νωρίτερα. Μπορεί να έχει θετικό ή αρνητικό αντίκτυπο, αλλά σίγουρα κάτι θα αλλάξει. Τι; Δεν ξέρω ακριβώς».