Η επικείμενη διαδικασία εκλογής προέδρου στη ΝΔ είναι κομβικής σημασίας εξέλιξη. Και ως τέτοια αντιμετωπίζεται από το στενό κυβερνητικό επιτελείο και την κλειστή ομάδα συνεργατών του Αλέξη Τσίπρα.
Το ενδιαφέρον προκύπτει από τον τρόπο με τον οποίο αναφέρεται ο ίδιος ο Πρωθυπουργός στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, άλλοτε περιφρονητικά, άλλοτε παραινετικά και πάντως υπεροπτικά.
Έχει το Μέγαρο Μαξίμου προτίμηση σε ό,τι αφορά την ηγεσία της ΝΔ;
Η απάντηση είναι προφανής και καταφατική. Ένα κόμμα που φθείρεται από την άσκηση μίας πολιτικής λιτότητας έχει αγωνία για το ποιος θα είναι ο αντίπαλός του, έστω και με όρους επιφανειακούς: ποιος θα είναι ο αντίπαλος και τι σημαίνει αυτό για τους όρους παραμονής στην εξουσία.
Πίσω από τα προφανή υπάρχουν όμως συγκεκριμένα στοιχεία που φανερώνουν τις προτιμήσεις του κ. Τσίπρα, έστω και δια της τεθλασμένης.
Κατ’ αρχάς, ιδιαίτερη εντύπωση έχει προκαλέσει σε πολιτικά στελέχη της αντιπολίτευσης, τα οποία και το επισημαίνουν, η διάθεση του κυβερνητικού συνεταίρου του κ. Τσίπρα, Πάνου Καμμένου να σημειώνει εσχάτως με κάθε ευκαιρία, ότι βρίσκεται σε τακτική επικοινωνία με τον Κώστα Καραμανλή. Δεδομένου ότι ο κ. Καμμένος προέρχεται από την ΝΔ, κάποιοι όπως ο Άδωνις Γεωργιάδης, «βλέπουν» απόπειρα ανάμειξης στα εσωτερικά της ΝΔ εκ μέρους του υπουργού Άμυνας και – εμμέσως – της κυβέρνησης.
Εξίσου μεγάλη εντύπωση προκάλεσε η φράση του υπουργού αναπληρωτή Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλου σε συνέντευξή του προ ημερών. «Καλώς ή κακώς, τρεις είναι οι Εθνάρχες στην Ελλάδα: Του κέντρου είναι ο Ελευθέριος Βενιζέλος, της Δεξιάς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και τώρα ήρθε η ώρα της Αριστεράς να αποκτήσει τον Εθνάρχη της -εάν δεν τον απέκτησε ήδη- τον Αλέξη Τσίπρα. Το πόσο μεγάλος είναι το απέδειξε το τελευταίο διάστημα, κόντρα σε όλο το σύστημα». Ο πρώην εισαγγελέας, πρώην διοικητής της ΕΥΠ επί κυβέρνησης Καραμανλή και στέλεχος πλέον της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αναγόρευσε ήδη τον πρωθυπουργό, με θητεία μικρότερη των 12 μηνών, σε εθνάρχη.
Κατά κάποιους, πρόκειται για μία από τις χαρακτηριστικότερες αναφορές, οι οποίες αναδεικνύουν την υπόγεια σχέση Καραμανλή – Τσίπρα, πέραν της επιλογής του Προκόπη Παυλόπουλου για την Προεδρία της Δημοκρατίας.
Σύμφωνα με την ήσσονα αντιπολίτευση, η φράση αυτή δικαιώνει απολύτως την Φώφη Γεννηματά, η οποία την προηγούμενη Τετάρτη ανέφερε σε ομιλία της στο Σπόρτινγκ: «Πότε επιτέλους κύριοι του ΣΥΡΙΖΑ θα μιλήσετε για τις ευθύνες της κυβέρνησης της δεξιάς από το 2004 ως το 2009; Ή ισχύει το κρυφό ειδύλλιο όπως λένε;».
Μία εξήγηση είναι πως έχοντας συντρίψει τον κ. Μεϊμαράκη προσφάτως στις εκλογές, ο κ. Τσίπρας θα εξασφαλίσει ένα περιθώριο χρόνου από την αντιπολίτευση, καθώς με την ίδια ηγεσία η ΝΔ δεν θα μπορεί να διεκδικήσει σύντομα μία νέα εκλογική αναμέτρηση
Με την αναφορά αυτή της κυρίας Γεννηματά, για πρώτη φορά επισήμως τίθεται στον δημόσιο πολιτικό λόγο το ζήτημα της υπόγειας σχέσης Καραμανλή – Τσίπρα, στοιχείο που φαίνεται πως αγνόησε την αμέσως επόμενη ημέρα ο Θόδωρος Ρουσόπουλος, ο οποίος δειλά επανεμφανίζεται στο πολιτικό προσκήνιο.
Σε ραδιοφωνική του συνέντευξή ο πάλαι ποτέ στενότερος συνεργάτης του Κώστα Καραμανλή, χαρακτήρισε τον κ. Τσίπρα ηγέτη του διαμετρήματος του Ανδρέα Παπανδρέου, λέγοντας: «Θα έλεγα ότι σε πολλά στοιχεία, τουλάχιστον ως προς το μπαλκόνι και το δημόσιο λόγο του, (ο Τσίπρας) μοιάζει με τον Ανδρέα Παπανδρέου, χωρίς τη βαρύτητα την πολιτική και την επιστημονική που είχε ο Ανδρέας Παπανδρέου, σε καμία περίπτωση, διότι ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ένας μεγάλος καθηγητής στη διακυβέρνηση».
Όλες οι παραπάνω δηλώσεις και στοιχεία, συμπληρώνουν ένα παζλ και συνθέτουν μία εικόνα: η καραμανλική πλευρά της ΝΔ και συνομιλεί και είναι πρόθυμη να συνεργαστεί με τον Τσίπρα, αν και εφόσον παραστεί ανάγκη – αίρεση κρίσιμη και καθοριστική, η οποία ακόμη δεν έχει σχηματοποιηθεί.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η απάντηση ως προς το τι επιθυμεί το Μέγαρο Μαξίμου την προσεχή Κυριακή, μπορεί να στοιχειοθετηθεί. Επιθυμεί εκλογή του Ευάγγελου Μεϊμαράκη στην ηγεσία της ΝΔ, την οποία επιθυμεί και ο Κώστας Καραμανλής (αν λάβει κάποιος υπόψη του και την καμπάνια του Λάκη Λαζόπουλου υπέρ του διαλύεται κάθε αμφιβολία). Αυτό είναι κάτι που συζητείται μεγαλοφώνως στους διαδρόμους της Βουλής και στα πολιτικά γραφεία και το μόνο που παραμένει προς αποσαφήνιση είναι το γιατί.
Κατά κάποια εκδοχή, μία εξήγηση είναι πως έχοντας συντρίψει τον κ. Μεϊμαράκη προσφάτως στις εκλογές, ο κ. Τσίπρας θα εξασφαλίσει ένα περιθώριο χρόνου από την αντιπολίτευση, καθώς με την ίδια ηγεσία η ΝΔ δεν θα μπορεί να διεκδικήσει σύντομα μία νέα εκλογική αναμέτρηση.
Μία άλλη εξήγηση είναι πως σήμερα, όπου ο Πρωθυπουργός εμφανίζεται να διεκδικεί την εθνική συνεννόηση, θα έχει να επικαλεστεί την πρόσκληση για συγκυβέρνηση, που είχε διατυπώσει ο κ. Μεϊμαράκης στην πορεία προς τις εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Το μεγάλο ερώτημα ως προς το τι θα επακολουθήσει αν δεν εκλεγεί ο κ. Μεϊμαράκης, δεν μπορεί να απαντηθεί σήμερα.
Και αυτό γιατί οι εξελίξεις μπορεί να είναι κατακλυσμιαίες, σύμφωνα με τις αναλύσεις στελεχών της ίδιας της ΝΔ, οι οποίες συνοψίζονται στα εξής: Είτε να «στρίψει»η ΝΔ και πάλι προς την σκληρή δεξιά (Άδωνις Γεωργιάδης, Απόστολος Τζιτζικώστας, τον οποίο μεταξύ άλλων στηρίζει ο Μάκης Βορίδης) και να διασπαστεί, είτε να φιλελευθεροποιηθεί (Κυριάκος Μητσοτάκης) και – αφότου πάλι διασπαστεί- να προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις στον χώρο της αντιπολίτευσης, με προσχωρήσεις, συγχωνεύσεις ή ίδρυση νέων σχημάτων. Αναταραχή μεγάλη, δηλαδή, την οποία φαίνεται πως η αριστερή κυβέρνηση δεν επιθυμεί, αφού μεταξύ των άλλων στα μάτια των δανειστών ο Τσίπρας είναι προς το παρόν «ο εγγυητής της πολιτικής σταθερότητας»…