Στο αθλητικό κέντρο «Μίλικαν» της Ραμόνα, μιας μικρής πόλης της Οκλαχόμα, οι θεατές του μίτινγκ ρίψεων που φιλοξενήθηκε εκεί έγιναν μάρτυρες μιας ιστορικής στιγμής. Ο 21χρονος Μίκολας Αλέκνα κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στη δισκοβολία, το οποίο κρατούσε από τις 6 Ιουνίου 1986. Ηταν το αρχαιότερο στον στίβο (σε αγωνίσματα που περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων) στην κατηγορία των Ανδρών.
Στην πέμπτη του προσπάθεια πέταξε τον δίσκο στα 74,35 μέτρα (αρχικώς η βολή του μετρήθηκε στα 74,41 μ.), ξεπερνώντας κατά 27 εκατοστά την προηγούμενη κορυφαία επίδοση (74,08 μ.) που είχε σημειώσει πριν από 38 χρόνια ο Ανατολικογερμανός Γιούργκεν Σουλτ στο Νοϊμπράντενμπουργκ (Νέο Βρανδεμβούργο). Ολες οι βολές του νεαρού Λιθουανού ήταν πάνω από τα 70 μέτρα, τα οποία κανένας από τους αντιπάλους του στον αγώνα δεν ξεπέρασε.
Ο Αλέκνα «έσβησε» ένα από τα μόλις δυο παγκόσμια ρεκόρ στον στίβο των Ανδρών που παρέμεναν ακατάρριπτα από τη δεκαετία των ‘80s. Πλέον, «αντέχει» μόνο εκείνο του θρυλικού σοβιετικού σφυροβόλου, Γιούρι Σέντιχ (86,74 μ. στις 30 Αυγούστου 1986), ο οποίος απεβίωσε το 2021 σε ηλικία 66 ετών. Ολα τα υπόλοιπα ρεκόρ που χρονολογούνται στον 20ο αιώνα –του Μάικ Πάουελ στο μήκος, του Χαβιέ Σοτομαγιόρ στο ύψος, της ομάδας σκυταλοδρομίας των ΗΠΑ στα 4Χ400 μ., του Τζόναθαν Εντουαρντς στο τριπλούν, του Γιαν Ζελέζνι στον ακοντισμό και του Χισάμ Ελ Γκερούζ στα 1.500 μ.– καταγράφηκαν τη δεκαετία των 90s.
Παγκόσμια ρεκόρ αρχαιότερα από εκείνο που κατέρριψε ο Αλέκνα, θα συναντήσουμε μόνο στον στίβο των γυναικών. Το ένα το κατέχει η Τσεχοσλοβάκα, Γιαρμίλα Κρατοτσβίλοβα, στα 800 μ. Η απίθανη επίδοσή της (1’.53’’.28) τον Ιούλιο του 1983 κοντεύει να συμπληρώσει 41 χρόνια απλησίαστη. Το άλλο, η Ανατολικογερμανίδα Μαρίτα Κοχ, η οποία τον Οκτώβριο του 1985 έτρεξε τα 400 μ. σε 47’’.60.
Τα ρεκόρ των γυναικών στον στίβο είναι πολύ πιο ανθεκτικά από εκείνα των ανδρών. Εκτός από αυτά της Κρατοτσβίλοβα και της Κοχ, υπάρχουν άλλα οκτώ που επιτεύχθηκαν πριν από το 1988 και ακόμη δεν έχουν καταρριφθεί. Δύο είναι του 1987: της Στέφκα Κονσταντίνοβα στο ύψος (2,09 μ.) και της Νατάλια Λισόφσκαγια στη σφαιροβολία (22,63 μ.). Τα υπόλοιπα, του 1988: της Γκαλίνα Τσιστιάκοβα στο μήκος, της Γκάμπριελ Ράινς στη δισκοβολία, της Φλόρενς Γκρίφιθ Τζόινερ στα 100 και στα 200 μέτρα, της Τζάκι Τζόινερ Κέρσι στο έπταθλο, και της ομάδας σκυταλοδρομίας της ΕΣΣΔ στα 4Χ400 μ. Η εντυπωσιακή μακροβιότητα αυτών των ρεκόρ που έρχονται από τα 80s είναι φυσικό να γεννά πονηρές σκέψεις σε ό,τι αφορά τον τρόπο με τον οποίο επιτεύχθηκαν.
Παρά το νεαρό της ηλικίας του (γεννήθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2002), ο Αλέκνα έχει προλάβει να κατακτήσει δύο μετάλλια σε παγκόσμια πρωταθλήματα (ένα αργυρό το 2022 στο Γιουτζίν και ένα χάλκινο το 2023 στη Βουδαπέστη) και να στεφθεί το 2022 στο Μόναχο ο νεότερος πρωταθλητής Ευρώπης στα χρονικά της δισκοβολίας.
Το ταλέντο του το «κληρονόμησε» από τον πατέρα του, Βιργίλιους Αλέκνα, «χρυσό» Ολυμπιονίκη το 2000 και το 2004, και «χάλκινο» το 2008, ο οποίος ολοκλήρωσε την καριέρα του με ατομικό ρεκόρ 73,88μ. Σήμερα, στο Top-10 των δισκοβόλων όλων των εποχών (στο οποίο περιλαμβάνονται μόνο ευρωπαίοι αθλητές), ο γιος κατέχει την καλύτερη επίδοση και ο πατέρας, την τρίτη καλύτερη επίδοση.
Ο Μίκολας Αλέκνα, που σπουδάζει στο Μπέρκλεϊ, έχει εντυπωσιάσει τον κόσμο του στίβου από πολύ μικρός. Παρά την απειρία του, σε ένα αγώνισμα που η πείρα «μετράει», θεωρείται ως φαβορί για το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες που θα διεξαχθούν το καλοκαίρι στο Παρίσι. Μαζί με τον παγκόσμιο πρωταθλητή, Κρίστιαν Τσεχ, και τον Ολυμπιονίκη, Ντάνιελ Σταλ.