Εξι σερί νίκες μιας ομάδας απέναντι σε μια άλλη -περίπου ισοδύναμη- δεν μπορεί να είναι σύμπτωση. Ναι, κάθε ντέρμπι Ολυμπιακού – Παναθηναϊκού (και τούμπαλιν) έχει τη δική του, μικρή ιστορία που -εν πολλοίς- εξηγεί το αποτέλεσμα. Αλλά, πίσω από κάθε Σπανούλη ή Πρίντεζη που κέρδισε ένα τέτοιο ματς, και από κάθε Καλάθη που το έχασε, κρύβεται η «μεγάλη εικόνα».
Φάνηκε ξεκάθαρα χθες (Παρασκευή), που ο Ολυμπιακός νίκησε -πάλι- αν και οι δυο πολυτιμότεροι παίκτες του ήταν καταφανώς επηρεασμένοι από την αποχή τους, λόγω τραυματισμού. Ως συνήθως τα τελευταία χρόνια, οι «ερυθρόλευκοι» βρήκαν τις λύσεις στην ομαδικότητα, το θάρρος, την αγωνιστική συνέπεια και του τελευταίου τροχού της αμάξης. Και, κυρίως, σε αυτή την υπέρ πάντων άμυνα που σπανίως τους προδίδει, ακόμα και στις χειρότερες βραδιές τους.
Καλά τα συστήματα, καλές οι τακτικές, καλή η ατομική ποιότητα, όμως αυτά τα παιχνίδια τα καθορίζει πρωτίστως ο χαρακτήρας μιας ομάδας. Το «ένστικτο του δολοφόνου» που κάποτε έκανε τον Παναθηναϊκό κυρίαρχο των ντέρμπι, μα τώρα έχει περάσει στο απέναντι στρατόπεδο. Ο Ολυμπιακός, κόντρα σε κάθε αντιξοότητα, σχεδόν πάντοτε βρίσκει τον τρόπο να φέρει τον αγώνα στα μέτρα του. Εχει την τεχνογνωσία να καμουφλάρει τα κενά και τις αδυναμίες του, ιδίως όταν παίζει μπροστά στο κοινό του. Τη συνοχή του τη ζηλεύουν ευρωπαϊκές ομάδες πολύ πιο πλούσιες και ισχυρές. Αν τις ρωτήσετε, καμιά απ’ αυτές δεν θα τον ήθελε για αντίπαλο στα play-off.
Ετσι εξήγησε χθες -μετά το ματς- τη δωδέκατη νίκη του απέναντι στους «Πράσινους» σε δεκαπέντε παιχνίδια και ο κόουτς Γιάννης Σφαιρόπουλος: «Είμαστε ομάδα με όλη τη σημασία της λέξης. Αυτό χτίζουμε τα χρόνια που είμαι εδώ, αλλά και τα προηγούμενα. Και οι 16 παίκτες μας μπορούν, ανά πάσα στιγμή, να βγουν μπροστά». Αυτή τη φορά βγήκε μπροστά ο Ιωάννης Παπαπέτρου, ο οποίος άκουσε το όνομά του να γίνεται σύνθημα στα χείλη των οπαδών – υπέροχο συναίσθημα, όπως ο ίδιος σχολίασε στο τέλος.
Ο «μικρός» πήρε την ομάδα του στην πλάτη του, στο 65-62, και με οκτώ διαδοχικούς πόντους στο τελευταίο πεντάλεπτο (2/2 τρίποντα και ένα εκπληκτικό κάρφωμα) ανέβασε τη διαφορά στους +9 (73-64). Στα 21′:36″ που αγωνίστηκε, πέτυχε 13 πόντους, πήρε τέσσερα ριμπάουντ, και έδωσε τρεις ασίστ. Βρίσκεται στο Λιμάνι από το 2013, όμως η αλήθεια είναι ότι -μέχρι χθες- δεν μας είχε δώσει πολλές αφορμές να ασχοληθούμε μαζί του. Το όνομά του είχε συζητηθεί άλλες δυο φορές: στον ημιτελικό με την ΤΣΣΚΑ στο Φάιναλ-Φορ της Μαδρίτης, όταν είχε κάνει μαρκάρει εξαιρετικά τον Κιριλένκο, και στο πρόσφατο παιχνίδι με τη Φενέρ.
Φαίνεται πως ήρθε η ώρα του. Ο 22χρονος φόργουορντ, ο οποίος τα τρία τελευταία χρόνια πέρασε μεγάλες περιπέτειες με την υγεία του και υποχρεώθηκε να αλλάξει θέση για να χωρέσει στο ρόστερ, είναι -κατά πολλούς- «the next big thing» του ελληνικού μπάσκετ. Το καλοκαίρι του 2013, που ήταν έτοιμος να παίξει για δεύτερη χρονιά στο πανεπιστήμιο του Τέξας, ο Ολυμπιακός έδωσε μάχη για να τον αποκτήσει. Και, το περασμένο καλοκαίρι, ο Σφαιρόπουλος λοιδωρήθηκε για την απόφασή του να μην πάρει «τεσσάρι» από την ξένη αγορά, κάτι που θα έβαζε τον «Πάπι» στο περιθώριο. Τώρα, ο κόουτς δικαιώνεται. Είχε δίκιο για το ταλέντο του, αλλά και για το θάρρος του όταν η μπάλα… καίει.
Το γιατί το ντέρμπι βάφτηκε κόκκινο, είναι απλή αριθμητική. Ο Τζέιμς και ο Ρίβερς πέτυχαν, μαζί, 47 από τους 69 πόντους του Παναθηναϊκού. Ολοι οι υπόλοιποι… έσπασαν τα καλάθια. Από τους έλληνες παίκτες τους, αυτούς που ξέρουν καλύτερα τι εστί να παίζεις με τον Ολυμπιακό, οι «Πράσινοι» πήραν μόλις επτά πόντους. Για τον Ολυμπιακό σκόραραν οι δέκα από τους έντεκα παίκτες του που χρησιμοποιήθηκαν. Πώς οι δυο να νικήσουν τους πολλούς; Επιπλέον, ο Ολυμπιακός μέτρησε οκτώ ριμπάουντ και επτά ασίστ παραπάνω. Και -το κυριότερο- έπαιξε με ψυχραιμία και αυτοσυγκέντρωση.
Ο Παναθηναϊκός «προδόθηκε» σχεδόν απ’ όλους τους παίκτες στους οποίους ο Τσάβι Πασκουάλ στήριξε το σχέδιό του. Ο Νικ Καλάθης πέτυχε τέσσερις πόντους (όλους στο πρώτο λεπτό…) στα 19′:34″ της συμμετοχής του. Ασφαλώς πρόκειται για το «στατιστικό της βραδιάς». Αλλά, ας μην ξεχνάμε ότι αγωνίζεται σε εξουθενωτικούς ρυθμούς ασταμάτητα από τον περασμένο Οκτώβριο. Ο Αλεσάντρο Τζεντίλε, αν και ήταν βασικός, έμεινε άποντος (0/5 σουτ). Η μεγαλύτερη απογοήτευση, όμως, ήταν ο Γιάννης Μπουρούσης – ο μοναδικός που μπορεί να δώσει στο παιχνίδι του Παναθηναϊκού κάτι διαφορετικό από αυτό το γρήγορο (και συχνά βιαστικό) στιλ που επιλέχθηκε το καλοκαίρι. Στα 14′:21″ που έπαιξε, είχε τρεις πόντους, ένα ριμπάουντ και δύο λάθη.
Ακόμη και ο καλύτερός του παίκτης χθες, ο Μάικ Τζέιμς, στον οποίο οφείλει το ότι έμεινε ζωντανός στο πρώτο ημίχρονο, ήταν… δίκοπο μαχαίρι. Το «one man show» με τα μακρινά σουτ του Αμερικανού απέφερε πόντους, όμως κατέστρεψε την κυκλοφορία της μπάλας. Αν και πλέι-μέικερ, δεν άλλαξε ούτε πάσα με τους συμπαίκτες του (έδωσε μόνο μια ασίστ, στον Μπουρούση). Ετσι, η άμυνα του Ολυμπιακού έκανε τη δουλειά της ξεκούραστα, και δεν φορτώθηκε με πολλά φάουλ.
Κακώς, οι παναθηναϊκοί, τα βάζουν με τον Πασκουάλ. Ο καταλανός τεχνικός, ο οποίος διαχειρίζεται μια ομάδα που δεν είναι δική του, επιχείρησε αυτό που κάθε λογικός κόουτς θα έκανε στη θέση του: να παίξει με το «υλικό» που έχει στα χέρια του – κι όχι με ένα σύστημα που θα ταίριαζε στους παίκτες που εκείνος θα είχε διαλέξει, αν ήταν εδώ το καλοκαίρι. Ο εφετινός Παναθηναϊκός χτίστηκε για να παίζει γρήγορο, αθλητικό, σύγχρονο μπάσκετ, κι έτσι ο Πασκουάλ σκέφτηκε να «χτυπήσει» τον Ολυμπιακό με αυτά τα στοιχεία: με πολύ «ένας εναντίον ενός» και ακόμη περισσότερη ατομική πρωτοβουλία. Ποτέ, την τελευταία τριετία, ο Παναθηναϊκός δεν είχε αγωνιστεί σε ντέρμπι τόσο στοχευμένα, όσο στα πρώτα 30 λεπτά χθες στο ΣΕΦ. Δεν φταίει το σχέδιο, για τα παιδικά λάθη, τα «φτηνά» φάουλ και το τόσο εύκολο «πούλημα» της μπάλας από τους παίκτες.
Μετά την ενδέκατη νίκη του στην εφετινή Ευρωλίγκα, ο Ολυμπιακός έχει το «πάνω χέρι» στην κούρσα για την πρώτη τετράδα και θα πρέπει να θεωρείται φαβορί για το πλεονέκτημα έδρας. Εχει αφήσει πίσω του τον Παναθηναϊκό, την Νταρουσάφακα, την Εφές και τον Αστέρα, ενώ θα υποδεχθεί την ισόβαθμη Μπασκόνια στον Πειραιά, έτοιμος για το 2-0 και μ’ αυτήν. Τη Ρεάλ την έχει κι αυτή στο Φάληρο. Μόνον η ΤΣΣΚΑ «πετάει» πιο ψηλά.
Για τον Παναθηναϊκό, αυτή η ήττα ήταν στο πρόγραμμα, όμως το 9-5 έγινε 9-7 μέσα σε οκτώ μέρες – και ο υπόλοιπος Γενάρης θα είναι ζόρικος: Εφές και Μπαρτσελόνα στο ΟΑΚΑ, Φενέρμπαχτσε στην Πόλη και Ερυθρός Αστέρας στο Βελιγράδι. Πλέον, ο ρεαλιστικός στόχος του είναι η είσοδός του στην «εξάδα». Ok, στην εφετινή Ευρωλίγκα σχεδόν όλα τα ματς είναι απρόβλεπτα, ωστόσο, για να ελπίζει σε κάτι καλύτερο, θα πρέπει αυτό το «καλύτερο ρόστερ στη μετα-Ομπράντοβιτς εποχή» να αποκτήσει συνοχή και ομοιογένεια. Θα πάρει χρόνο, ακόμη και στον πολυμήχανο κόουτς Πασκουάλ.