Δεν μου άρεσε που διάβασα ότι η Apivita παύει πια ουσιαστικά να είναι ελληνική. Το ότι αγοράστηκε, βέβαια, από έναν ισχυρό διεθνή όμιλο όπως η Puig είναι σημαντικό επιχειρηματικά. Η Puig με έδρα τη Βαρκελώνη είναι μια τρίτης γενιάς οικογενειακή επιχείρηση, η οποία κινείται στον τομέα της μόδας και της ομορφιάς με πρωτοκλασάτα ονόματα όπως Carolina Herrera, Nina Ricci, Paco Rabanne, Jean Paul Gaultier, Penhaligon’s, L’Artisan Parfumeur, Prada, Valentino, Comme des Garçons κ.α. Είναι και μία εταιρεία που την ενδιαφέρει η ιστορία πίσω από τα προϊόντα, ή, καλύτερα, που την ενδιαφέρουν τα προϊόντα που έχουν μια ιστορία να πουν.
Τέτοια είναι και τα προϊόντα Apivita. Η Apivita μαζί με τον Κορρέ είναι τα δύο καμάρια της ελληνικής βιομηχανίας ομορφιάς και της ελληνίδας καταναλώτριας. Σήμερα. Οχι από πάντα. Διότι η Apivita και ο Κορρές καλλιέργησαν την ελληνίδα καταναλώτρια – την έπεισαν να μην είναι ξενομανής. Της έμαθαν ή της θύμισαν ότι η Ελλάδα μπορεί να στηρίξει τον δύσκολο και απαιτητικό τομέα της ομορφιάς με μοναδικά προϊόντα, με στιλάτο μάρκετινγκ, με αέρα διεθνούς καταξίωσης. Με άλλα λόγια ως ελληνίδα καταναλώτρια νιώθω υπερήφανη γι’ αυτές τις εταιρείες και νιώθω ότι αυτές, χρησιμοποιώντας με τον πιο δημιουργικό τρόπο την ελληνικότητα, έχουν κατορθώσει πλέον να συνομιλούν μια διεθνή γλώσσα σε έναν κατεξοχήν διεθνή τομέα της βιομηχανίας, όμως είναι η Ομορφιά.
Η Apivita έχει τη δική της, ωραία και συγκινητική ιστορία. Ένα ζευγάρι, η Νίκη και ο Νίκος, γνωρίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν εκείνη, φοιτήτρια Φαρμακευτικής, πήγε ως μαθητευόμενη να εργαστεί στο φαρμακείο του. Το φαρμακείο Κουτσιανά υπάρχει ακόμη – βρίσκεται στην πλατεία Αγίας Σοφίας, στο Νέο Ψυχικό. Ερωτεύτηκαν μέσα στο φαρμακείο. Παντρεύτηκαν στην εκκλησία που βρίσκεται απέναντι, στην ίδια πλατεία.
Ο Νίκος Κουτσιανάς ήταν/είναι και μελισσοκόμος. Αυτός ο άνθρωπος, λοιπόν, νέος τότε φαρμακοποιός, είχε ένα όνειρο: να ασχοληθεί με τα φυσικά καλλυντικά. Να κατασκευάσει ελληνικά φυσικά καλλυντικά. Αυτό το πάθος μπορούσε να το μοιραστεί με τη Νίκη Κουτσιανά. Ετσι οι δυό τους δημιούργησαν μια μικρή, αλλά ισχυρή, ομάδα. Με έδρα το φαρμακείο στο Νέο Ψυχικό.
Το 1979 η Νίκη Κουτσιανά έκλεισε μέσα σε μία βαλίτσα 48 μαύρα σαπούνια, με πρόπολη και θυμάρι. Η πρόπολη είναι μία κολλώδης ουσία, που παράγουν οι μέλισσες από τη συλλογή ρητινωδών εκκρίσεων από τους φλοιούς φυτών και την εμπλουτίζουν με κερί, γύρη, ένζυμα και άλλες ουσίες. Η πρόπολη χρησιμοποιείται από τις μέλισσες για να στεγανοποιήσουν και να απολυμαίνουν το εσωτερικό της κυψέλης.
Τα σαπούνια στη βαλίτσα της Νίκης Κουτσιανά δεν μοσχομύριζαν. Και το χρώμα τους ήταν εκκεντρικό. Αυτά τα δύο στοιχεία ξένιζαν – δεν είχαν καμία σχέση με ό,τι άλλο κυκλοφορούσε στην αγορά. Όμως όταν τα χρησιμοποιούσες ένιωθες το δέρμα σου καθαρό, δροσερό και υγιές. Ενυδατωμένο και φρέσκο. Το μυστικό ήταν να τα δοκιμάσεις. Και μετά να δώσεις βάση στην ιστορία που είχαν να σου διηγηθούν.
Η Νίκη Κουτσιανά πήγαινε με τη βαλίτσα της σε άλλα φαρμακεία για να δειγματίσει και να πουλήσει τα σαπούνια που κατασκεύαζε με τον σύζυγό της. Στην αρχή ήταν δύσκολο. Μετά πιο εύκολο. Κάπως έτσι όμως δημιουργήθηκε η Apivita. Από τις λέξεις Apis και Vita. Δηλαδή από τις λέξεις Μέλισσα και Ζωή.
Η Apivita διέδωσε τα προϊόντα της μαζί με την ιδεολογία της. Η ιδεολογία αυτή υπαγορεύει πως η Ελλάδα έχει πράγματα να δώσει, πως η ελληνική φύση και η αρχαία ιατρική (δηλαδή ο Ιππποκράτης) μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για το χτίσιμο ενός θαύματος.
Τελικά το θαύμα χτίστηκε. Και η βάση στάθηκε ακλόνητη. Η Apivita σήμερα βρίσκεται σχεδόν σε όλα τα φαρμακεία της Ελλάδας. Και σε πολύ απαιτητικές αγορές του εξωτερικού όπως η Ιαπωνία, το Χονγκ Κονγκ, η Ισπανία, η Ιταλία και η Βρετανία. Επίσης βρίσκεται στη Ρουμανία και στην Κύπρο, συνολικά σε 15 χώρες.
Το σχετικά καινούργιο κεντρικό αθηναϊκό κατάστημα-οίκος φυσικής ευεξίας στο Κολωνάκι, στο νούμερο 6 της οδού Σόλωνος, αποτελεί μια αντιπροσωπευτική εικόνα της ιδεολογίας που εμπεριέχει το όνομα Apivita. Ενας χώρος διεθνών προδιαγραφών, από τον οποίο απουσιάζει το στοιχείο της αρπαχτής, και μέσα στον οποίο νιώθεις καλά, κατ’ αρχάς, που είσαι Ελληνίδα. Μεγάλο πράγμα αυτό στις ημέρες μας!
Η κρίση λοιπόν στην ελληνική οικονομία φαινόταν να μην πτοεί το καλά χτισμένο αυτό θαύμα που έχτισαν ο Νίκος και η Νίκη Κουτσιανά. Οι εξαγωγές ανέρχονταν το 2015 στο 38%-39% του τζίρου της εταιρείας.
Όμως από φέτος η Apivita δεν θα είναι πια 100% ελληνική. Στις 9 Μαρτίου, με επίσημη ανακοίνωσή της, η εταιρεία επιβεβαίωσε την είσοδο του ισπανικού ομίλου Puig στο μετοχικό κεφάλαιο, ως πλειοψηφούντος μετόχου. Η είσοδος αυτή θα πραγματοποιηθεί μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου. Η οικογένεια Κουτσιανά θα κατέχει πλέον την καταστατική μειοψηφία (ποσοστό 33,33%). Ο Νίκος Κουτσιανάς, μέχρι τώρα διευθύνων σύμβουλος, στο νέο σχήμα θα κατέχει και το αξίωμα του προέδρουου ΔΣ.
Το τίμημα της αύξησης φημολογήθηκε ότι ανέρχεται σε 40 εκατ. ευρώ, ωστόσο αυτή η φήμη διαψεύσθηκε, σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής. Το 2015, οι πωλήσεις της Apivita ανήλθαν σε 28,76 εκατ. ευρώ. Σημείωσαν δηλαδή κάμψη 7,03% σε σχέση με το 2014 – σύμφωνα με τον δημοσιευμένο ισολογισμό της. Το έτος έκλεισε με κέρδη προ φόρων 295.519 ευρώ.
Από την άλλη βέβαια, το σύνολο των υποχρεώσεων της εταιρείας στις 31 Δεκεμβρίου 2015 ήταν 36 εκατ. ευρώ εκ των οποίων τα 14,8 εκατ. αποτελούν βραχυπρόθεσμες δανειακές υποχρεώσεις.
Γενικά, νομίζω καταλαβαίνουμε όλοι, τι σημαίνει να είσαι επιχείρηση στην Ελλάδα σήμερα. Να μην έχεις ρευστότητα, να μην μπορείς να δανειστείς με ανταγωνιστικούς όρους, να έχεις τα capital controls, να εξάγεις και να μην παίρνεις ποτέ επιστροφή ΦΠΑ… Είναι ένα βασανιστήριο που δεν έχει τέλος. Γι’ αυτό λυπάμαι που η Ελλάδα τελικά «ανάγκασε» την Apivita να πουληθεί.