Με νέα του δήλωση –η πρώτη του μετά την προφυλάκισή του– ο πρώην υπουργός Γιάννος Παπαντωνίου επιτίθεται κατά των των ανακριτών Διαφθοράς, χαρακτηρίζοντας «ψευδές και ανέντιμο» να προβάλλεται «η δήθεν κωλυσιεργία» του ιδίου και της επίσης προσωρινά κρατούμενης συζύγου του στο άνοιγμα λογαριασμών, ως λόγος που δικαιολογεί τη προσωρινή τους κράτηση.
Η δήλωση του κ. Παπαντωνίου, εννέα ημέρες μετά την προφυλάκισή του στον Κορυδαλλό, έχει αναλυτικά ως εξής:
«Με αφορμή πρόσφατα δημοσιεύματα του Τύπου σχετικά με τους λογαριασμούς μου στο εξωτερικό, διευκρινίζω τα ακόλουθα:
Από τη στιγμή που εμφανίστηκα μαζί με τη σύζυγό μου για πρώτη φορά ενώπιον των Ανακριτών Διαφθοράς, ήδη πριν από ένα και πλέον έτος, δήλωσα την ανεπιφύλακτη προθυμία μου να συμβάλλω ώστε να επιταχυνθεί η ικανοποίηση του αιτήματος συνδρομής των ελληνικών Ανακριτικών Αρχών προς την ελβετική δικαιοσύνη για αποστολή των λογαριασμών μου που διατηρώ στις ελβετικές τράπεζες. Για το λόγο αυτό, υπέγραψα τόσο εγώ όσο και η σύζυγός μου ανέκκλητη και ανεπιφύλακτη δήλωση ενώπιον των Ανακριτικών Αρχών, με την οποία συναινούμε στο άμεσο άνοιγμα όλων των λογαριασμών που διατηρούμε οπουδήποτε της οικουμένης. Η δήλωση αυτή εστάλη στις ελβετικές αρχές.
Λίγο μετά και επειδή οι ανακριτές διετύπωναν προς το συνήγορό μας κ. Αρ. Χαραλαμπάκη παράπονα για το ότι καθυστερεί η αποστολή των αντιγράφων των λογαριασμών από την Ελβετία, ο κ. Χαραλαμπάκης σε συνεργασία με τον Ελβετό δικηγόρο μας κ. Saal, παρέδωσε ιδιόχειρα στις ελληνικές ανακριτικές αρχές πλήρη αντίγραφα των τραπεζικών μας λογαριασμών στην Ελβετία, ώστε να επιταχυνθεί η ανάγνωση και ανάλυσή τους μέχρι να έρθουν τα επίσημα αντίγραφα. Κάποια στιγμή αργότερα οι ανακριτικές αρχές μας επιβεβαίωσαν τη λήψη και των επίσημων αντιγράφων, χωρίς κανένα περαιτέρω σχόλιο.
Μόλις πρόσφατα, κατά τη διάρκεια της απολογίας μας ενώπιον των Ανακριτών Διαφθοράς, και ενώ είχε ολοκληρωθεί η δική μου πολύωρη απολογία και ευρίσκετο περί το τέλος της η απολογία της συζύγου μου Ρούλας, οι Ανακριτές μας επέδειξαν έγγραφο της Εισαγγελίας της Βέρνης, χρονολογούμενο από τον Μάιο ή Ιούνιο 2018, στο οποίο διευκρινιζόταν ότι για να θεωρηθεί έγκυρη η συναίνεση θα έπρεπε να έχει προσυπογράψει και ο πληρεξούσιος δικηγόρος μας, κάτι το οποίο δεν μας ζητήθηκε από την Ανακριτική Αρχή παρότι ο δικηγόρος μας ήταν παρών κατά τη διάρκεια υπογραφής του εντύπου συναίνεσης.
Παρόλα αυτά, τα στοιχεία εστάλησαν και επίσημα από τις Ελβετικές Αρχές. Εντύπωση όμως προξενεί, το γεγονός ότι, παρότι οι ελληνικές Ανακριτικές Αρχές είχαν στα χέρια τους εδώ και πάρα πολλούς μήνες το έγγραφο αυτό της Εισαγγελίας της Βέρνης, δεν ενημέρωσαν το συνήγορό μας για το γραφειοκρατικό αυτό ζήτημα, ώστε να σπεύσει να το επιλύσει άμεσα, παρότι οι επαφές του συνηγόρου μας με τις ανακριτικές αρχές ήταν συχνές και σε αυτές δηλωνόταν πάντα απερίφραστα η εκ μέρους μας διάθεση απόλυτης συνεργασίας.
Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει ότι όχι μόνο δεν προβάλαμε σε καμία φάση της διαδικασίας αντίρρηση ούτε προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε κώλυμα προόδου της ανάκρισης, αλλά τουναντίον με περισσή προθυμία και απόλυτο πνεύμα συνεργασίας πράξαμε από την πλευρά μας παν το δυνατό για να συνδράμουμε στην απρόσκοπτη ολοκλήρωσή της. Είναι συνεπώς τουλάχιστον ψευδές και ανέντιμο να προβάλλεται δήθεν κωλυσιεργία μας ως λόγος που δικαιολογεί την προσωπική μας κράτηση».