Σε αποκαλύψεις για το πραγματικό μέγεθος της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας στην Ελλάδα προχώρησε ο διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας την ώρα που η κυβέρνηση ανακοίνωνε το νέο φορολογικό πλαίσιο για τους ελεύθερους επαγγελματίες.
Μιλώντας σε συνέδριο για το φορολογικό σύστημα τόνισε, μεταξύ άλλων, πως το πρόβλημα της φοροδιαφυγής είναι ένα από τα σημαντικότερα που αντιμετωπίζουν οι οικονομίες διεθνώς. Στην Ελλάδα, ωστόσο, το πρόβλημα είναι είναι πολύ οξύτερο σε σχέση με άλλες χώρες, υποστήριξε και παρέπεμψε σε πρόσφατη έρευνα η οποία έδειξε ότι «το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα εκτιμάται στο 20,9% του ΑΕΠ, υψηλότερα από το μέσο όρο της ΕΕ (17,8%) και παρά το γεγονός ότι η χώρα κατέγραψε την τρίτη μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών την τελευταία 20ετία».
«Το εύρος της φορολογικής βάσης συνδέεται άμεσα με το πρόβλημα της φοροδιαφυγής και εγείρει, παράλληλα, θέματα φορολογικής δικαιοσύνης. Η φορολογική βάση στη φορολογία εισοδήματος στην Ελλάδα παραμένει περιορισμένη, επικεντρωμένη εκ του αποτελέσματος στη μισθωτή εργασία, με συνέπεια η επιβάρυνση των υψηλών συντελεστών φορολογίας και εισφορών να είναι ασύμμετρα μεγάλη για μικρό μέρος του πληθυσμού. Η στενότητα της φορολογικής βάσης στην Ελλάδα και η εκτεταμένη φοροδιαφυγή ουσιαστικά παραβιάζουν την αρχή της οριζόντιας ισότητας – δηλαδή, άτομα με την ίδια φοροδοτική ικανότητα δε χαίρουν της ίδιας φορολογικής αντιμετώπισης λόγω εκτεταμένης φοροδιαφυγής», εκτίμησε ο ίδιος.
Οι αριθμοί που σοκάρουν
Τα πρόσφατα στατιστικά στοιχεία της ΑΑΔΕ και της ΕΛΣΤΑΤ είναι ενδεικτικά για το μέγεθος του προβλήματος. Για παράδειγμα:
– Το συνολικό δηλωθέν εισόδημα φυσικών προσώπων στην ΑΑΔΕ το 2021 ήταν περίπου €84 δισεκ. (εκ των οποίων €66 δισεκ. ή 79% από μισθωτές υπηρεσίες και ναυτικό εισόδημα). Την ίδια χρονιά η τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών βάσει των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ ήταν υψηλότερη κατά περίπου €40 δισ..
– Περίπου 70% των φορολογούμενων που δηλώνουν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα κατατάσσονται σε κλιμάκιο εισοδήματος κάτω των €10.000, με το συνολικό φορολογητέο εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα να ανέρχεται σε €4,3 δισεκ.
– Συνολικά, το μέσο δηλωθέν εισόδημα στην ΑΑΔΕ (από μισθούς, κέρδη, διάφορες αποδοχές) είναι χαμηλότερο κατά περίπου 25% από τις δαπάνες που πραγματοποίησαν τα νοικοκυριά το 2021 σύμφωνα με την Ερευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών της ΕΛ.ΣΤΑΤ. του ίδιου έτους, ενώ παράλληλα οι καταθέσεις των νοικοκυριών (αποταμιεύσεις) αυξήθηκαν κατά 7% σε σχέση με το 2020.
– 57% των νοικοκυριών δηλώνουν στην εφορία ετήσια εισοδήματα χαμηλότερα των €10.000.
– 37% των φυσικών προσώπων εμφανίζει εισοδήματα στα όρια της φτώχειας (έως €5.000).
Επομένως, με βάση τα παραπάνω στοιχεία, οι κατηγορίες που είναι σχετικά πιο επιρρεπείς στη φοροδιαφυγή είναι κυρίως οι αυτοαπασχολούμενοι και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, κάτι που λίγο-πολύ ισχύει σε όλες τις χώρες του κόσμου, ανέφερε ο κ. Στουρνάρας.
Σχεδόν παντού, συνέχισε, «αυτές οι κατηγορίες φορολογουμένων κατά κανόνα δηλώνουν στις Αρχές μικρότερο ποσοστό του εισοδήματός τους απ’ ότι οι μισθωτοί ή οι μεγάλες επιχειρήσεις, επειδή η πιθανότητα εντοπισμού τους είναι συγκριτικά χαμηλή. Αυτό το φαινόμενο έχει πολύ σημαντικές συνέπειες στα φορολογικά έσοδα και ιδιαιτέρως στην περίπτωση της Ελλάδας, λόγω του μεγαλύτερου ποσοστού μικρών επιχειρήσεων και αυτοαπασχολουμένων σε σύγκριση με τις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες».
Φοροδιαφυγή παρατηρείται επίσης και στην έμμεση φορολογία. Ειδικότερα, για το 2020, η Ελλάδα εμφανίζει την τέταρτη υψηλότερη υστέρηση εσόδων από ΦΠΑ ή κενό ΦΠΑ (VAT gap) στην ΕΕ, ίση με το 19,7% των δυνητικών εσόδων ΦΠΑ (ή €3 δισεκ.).
Στην Ελλάδα, πέραν των στρεβλώσεων του συστήματος, σημαντικό παράγοντα για τις απώλειες των εσόδων ΦΠΑ αποτελούν οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ που συχνά λειτουργούν ως κίνητρο φοροδιαφυγής και η αδυναμία πληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων.
Τα κόλπα των πλουσίων
Ο κ. Στουρνάρας υπογράμμισε ακόμη ότι εκτός από τους ελεύθερους επαγγελματίες «πολίτες με πολύ υψηλά εισοδήματα έχουν στη διάθεσή τους μια σειρά εργαλείων φοροαποφυγής, όπως την ίδρυση offshore εταιρειών. Στην Ελλάδα, τα συχνότερα εργαλεία που έχουν χρησιμοποιηθεί γι’ αυτό το σκοπό είναι η μεταβίβαση ακινήτων σε εξωχώριες εταιρείες παράλληλα και με την αλλαγή φορολογικής κατοικίας».
Επίσης τα νομικά πρόσωπα –οι επιχειρήσεις– φοροδιαφεύγουν με ποικίλες μεθόδους, η πιο συνήθης από τις οποίες είναι η έκδοση ή λήψη εικονικών τιμολογίων, μια πρακτική διαδεδομένη κυρίως σε μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που στοχεύει ταυτόχρονα στη μείωση του φόρου εισοδήματος και του ΦΠΑ, και την εμφάνιση εικονικών ζημιών.
Οι επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους κατά κανόνα δεν μπορούν να καταφεύγουν σε τέτοιες λύσεις –ως εκ τούτου εμφανίζονται να πληρώνουν και το μεγαλύτερο ποσοστό του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων.