Ο Γιάννης Σγουρός, επικεφαλής της παράταξης Ανεξάρτητη Αυτοδιοίκηση Αττικής στην Περιφέρεια Αττικής και μέλος της Εθνικής Ολυμπιακής Επιτροπής | Intime
Επικαιρότητα

Γιάννης Σγουρός: «Ωρα μηδέν για τον ερασιτεχνικό αθλητισμό»

Η απαγόρευση διεξαγωγής όλων των πρωταθλημάτων των ερασιτεχνικών κατηγοριών «έχει επιφέρει συντριπτικό κάταγμα στον σκελετό που στηρίζει το αθλητικό οικοδόμημα», επισημαίνει το μέλος της ΕΟΕ και πρώην Περιφερειάρχης Αττικής σε ανοικτή επιστολή του προς τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη
Protagon Team

Ανοικτή επιστολή προς τον Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη απηύθυνε ο Γιάννης Σγουρός, μέλος της Εθνικής Ολυμπιακής Επιτροπής και πρώην Περιφερειάρχης Αττικής με μακρά πορεία στον χώρο του αθλητισμού, για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει ο χώρος εξαιτίας της διακοπής των πρωταθλημάτων λόγω και της πανδημίας.

Επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι αποκόπτονται οι νέοι από την αθλητική δραστηριότητα ενώ και τα σωματεία αδυνατούν να καλύψουν το κόστος που έχουν τα τεστ για τον κορονοϊό. Πολλοί προπονητές, προσθέτει ακόμη ο κ. Σγουρός, έχουν μείνει χωρίς εισοδήματα, πέρα από το επίδομα που δόθηκε τον περασμένο Μάιο.

Οπως επισημαίνει στην επιστολή του, παρακολουθεί με ανησυχία «την αλλοπρόσαλλη πολιτική που εφαρμόζεται στην διαχείριση του αθλητικού χώρου». Η απαγόρευση διεξαγωγής όλων των πρωταθλημάτων των ερασιτεχνικών κατηγοριών, με πρόσχημα την προστασία της δημόσιας υγείας, «έχει επιφέρει συντριπτικό κάταγμα στον σκελετό που στηρίζει το αθλητικό οικοδόμημα και μαρτυρά άγνοια της δομής του και των προτεραιοτήτων του».

Επιπλέον, επισημαίνει ότι δυσκολεύεται να κατανοήσει «την διαφοροποίηση των υγειονομικών δεδομένων και μέτρων προστασίας που λαμβάνονται, που αφενός μεν επιτρέπουν την διεξαγωγή των πρωταθλημάτων βιτρίνας και αφετέρου οδηγούν σε βέβαιο μαρασμό  τον τροφοδότη της ανώτερης κατηγορίας που είναι τα ερασιτεχνικά σωματεία».

Οπως εξηγεί ο κ. Σγουρός, το σύνολο των αθλητών που στελεχώνουν τις εθνικές ομάδες ανδρών και γυναικών αλλά και τις προβεβλημένες ομάδες, «προέρχονται από τους αφανείς εργάτες, προπονητές και παράγοντες, που δεν συγκεντρώνουν  τα φώτα της δημοσιότητας με συνέπεια αποτελούν τα εύκολα θύματα της οποιαδήποτε βλαπτικής απόφασης, γιατί δεν βάζουν σε κίνδυνο το περίφημο πολιτικό κόστος».

Επισημαίνει ότι τα σωματεία αδυνατούν να καλύψουν το κόστος των τεστ που απαιτούνται (καθώς οι χορηγοί τους είναι μικρές επιχειρήσεις που πλήττονται από το lockdown), ενώ προσθέτει ότι θα έπρεπε να καλύπτονται από την πολιτεία, τις περιφέρειες και τους δήμους.

«Δεν υπάρχει καμία τοπική συλλογικότητα που να προσφέρει τόσες δυνατότητες και διεξόδους στους δημότες της και στην νεολαία. Τα σωματεία, πέρα από τα κλασικά προφανή ευεργετήματα (άθληση, υγεία, κοινωνικοποίηση κλπ) είναι οι πύλες εισόδου στο  αθλητικό σύστημα που επιτρέπει την αξιοποίηση των δεξιοτήτων αθλητών ώστε να καταστούν παγκόσμιες προσωπικότητες στον χώρο τους. Πρόσφατο παράδειγμα αλλά όχι μοναδικό, η περίπτωση Αντετοκούμπο», τονίζει.

Να στηριχθούν οι προπονητές

Πέρα από αυτό, ο κ. Σγουρός επισημαίνει ότι «ακατανόητη είναι και η αντιμετώπιση των προπονητών, που αποτελούν επαγγελματίες οι οποίοι επλήγησαν από την απόφαση για lockdown. Ενώ κατά το πρώτο lockdown έλαβαν το βοήθημα των 800 ευρώ τον Μάιο του 2020 στην συνέχεια από τις αρχές Μαρτίου του 2020 ζουν χωρίς απολαβές αφού με την αναστολή των πρωταθλημάτων έμειναν ουσιαστικά άνεργοι. Δύσκολα μπορούν να ανιχνευθούν ίχνη λογικής σε τέτοιου είδους αποφάσεις που έχουν δημιουργήσει δυσεπίλυτα προβλήματα επιβίωσης σε χιλιάδες προπονητές και τους έχουν οδηγήσει στην πλήρη ένδεια, χωρίς καμία δυνατότητα αντίδρασης. Δηλαδή τον Μάϊο αναγνωρίζονται ως επαγγελματίες αλλά στην συνέχεια ως χομπίστες; Ο ρόλος του προπονητή σίγουρα περιέχει συναίσθημα, δημιουργικότητα και αγάπη αλλά δεν παύει να είναι ένα επάγγελμα, που απαιτεί πολλές ώρες απασχόλησης, άγχος, διαρκή ενημέρωση και συνήθως ελάχιστες απολαβές».

Τονίζεται ακόμη ότι «είναι επιτακτική η ανάγκη, της καταβολής, αναδρομικά και για όσο διάστημα ισχύουν οι απαγορεύσεις, του βοηθήματος που προβλέπεται για την αναστολή των συμβάσεων εργασίας».

Το σύνολο των προπονητών είναι ουσιαστικά ανασφάλιστοι, γεγονός που μεγεθύνει το πρόβλημα, σημειώνει ο κ. Σγουρός, «καθώς για δικούς τους λόγους τα σωματεία και, ενδεχομένως, μερίδα προπονητών, δεν επιθυμούν παρανόμως την υπογραφή συμβολαίου, χωρίς να υπάρχει ελεγκτικός μηχανισμός που να επιτηρεί την βασική αυτή προϋπόθεση για σύναψη συμβάσεων. Να επιβληθεί στα σωματεία, ως προϋπόθεση συμμετοχής στα οικεία πρωταθλήματα, να καταθέτουν τη σύμβαση εργασίας με τον προπονητή τους».

«Η ανάγκη της κρατικής ενίσχυσης μιας δραστηριότητας, προκύπτει από την αναγνώριση της σημαντικότητας της σε συνδυασμό την διαπίστωση ότι δεν μπορεί να συντηρηθεί με ίδιους πόρους λόγω αντικειμενικών δυσκολιών», καταλήγει στην επιστολή του ο πρώην Περιφερειάρχης.