Στη Γερμανία αυξάνονται οι φωνές που ζητούν την πλήρη απαγόρευση της πορνείας, εν μέσω προειδοποιήσεων ότι η χώρα έχει γίνει «ο οίκος ανοχής της Ευρώπης», προσελκύοντας σεξουαλικούς τουρίστες από όλον τον κόσμο.
Το συντηρητικό αντιπολιτευόμενο κόμμα CDU υποστήριξε ότι η νομιμοποίηση της βιομηχανίας του σεξ το 2002 από την τότε κεντροαριστερή κυβέρνηση απέτυχε. Από τη μία έδωσε στις ιερόδουλες δικαιώματα απασχόλησης, πρόσβαση σε επιδόματα πρόνοιας και το δικαίωμα να μηνύσουν πελάτες που δεν πληρώνουν.
Ωστόσο, η χώρα αριθμεί τώρα περίπου 250.000 εργάτριες του σεξ, η συντριπτική πλειονότητα των οποίων είναι από το εξωτερικό και χωρίς χαρτιά και βρίσκονται στο έλεος των μαστροπών, σύμφωνα με την Ντοροθέ Μπερ, αντιπρόεδρο της κοινοβουλευτικής ομάδας των δύο βασικών συντηρητικών κομμάτων της Γερμανίας, του CDU και του CSU.
«Δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική ισότητα εφόσον δεχόμαστε ότι εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες αντιμετωπίζονται σαν σκλάβες. Είναι μια προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας που πρέπει επειγόντως να τερματίσουμε», είπε στην εφημερίδα Bild.
Οι γυναίκες παγιδεύτηκαν στην καταναγκαστική πορνεία, με το σώμα τους να αγοράζεται και να πωλείται σαν φθηνό αγαθό, είπε η Μπερ, στο σχετικό ρεπορτάζ των Times. Και πρόσθεσε: «Η Γερμανία έχει γίνει ο οίκος ανοχής της Ευρώπης. Οι πελάτες και οι μαστροποί μεταχειρίζονται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο όλες αυτές τις γυναίκες».
Το CDU θέλει η Γερμανία να υιοθετήσει το λεγόμενο σκανδιναβικό μοντέλο, που εισήχθη πρώτη φορά από τη Σουηδία το 1999. Σύμφωνα με αυτό το μοντέλο, οι πελάτες υπόκεινται σε δίωξη, αλλά οι ιερόδουλες δεν τιμωρούνται. Το μιμήθηκε η Νορβηγία μία δεκαετία αργότερα και άλλες χώρες, όπως η Γαλλία και το Ισραήλ, έχουν εισαγάγει παρόμοιους νόμους. Σύμφωνα με την προτεινόμενη νομοθεσία, οι οίκοι ανοχής θα πρέπει να κλείσουν και η ενοικίαση διαμερισμάτων σε ιερόδουλες θα τεθεί εκτός νόμου.
Τα μέτρα δεν θα εξαλείψουν την πορνεία, αλλά θα τη μειώσουν, είπε η Μπερ, προσθέτοντας ότι οι μαστροποί και οι οργανωμένοι εγκληματίες είναι οι βασικοί ωφελούμενοι από τη νομιμοποίηση του 2002. Ενας τέτοιος νόμος, ο οποίος θα έσβηνε τα φώτα σε μια από τις πιο διάσημες συνοικίες του σεξ στον κόσμο, το Ρέεπενμπαν του Αμβούργου, κερδίζει επίσης υποστήριξη από μέλη των κυβερνώντων Σοσιαλδημοκρατών.
Την περασμένη εβδομάδα, ο καγκελάριος Ολαφ Σολτς, είπε ότι ήταν πάντα «ηθικά αγανακτισμένος» με τους άνδρες που αγόραζαν σεξ. Ωστόσο, η Λίζα Πάους, η υπουργός Οικογένειας, είπε ότι η κυβέρνηση δεν σχεδιάζει να αλλάξει τον νόμο.
Οι οργανώσεις εργαζομένων του σεξ είναι επίσης αντίθετες στις αλλαγές, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχουν στοιχεία ότι το σκανδιναβικό μοντέλο είχε μειώσει την πορνεία ή βοήθησε τις γυναίκες. Η Επαγγελματική Ενωση για Ερωτικές και Σεξουαλικές Υπηρεσίες, η οποία εκπροσωπεί οίκους ανοχής και ανεξάρτητες ιερόδουλες, είπε ότι η τιμωρία των πελατών θα κάνει τη δουλειά των ατόμων που εργάζονται στον συγκεκριμένο τομέα πιο επικίνδυνη.