Ο Φρίντριχ Μερτς εξελέγη το Σάββατο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) της Γερμανίας με ποσοστό 94,62% των ψήφων των συνέδρων, οι οποίοι επιβεβαίωσαν και τυπικά τη νίκη που είχε καταγράψει προηγουμένως στην επιστολική ψηφοφορία των μελών του κόμματος. Ελαβε το 95% των ψήφων.
Ο Μερτς ήταν υποψήφιος για την ηγεσία του κόμματος και το 2018, όταν έχασε από την εκλεκτή της Άνγκελα Μέρκελ Ανεγκρετ Κραμπ-Καρενμπάουερ και το 2021, όταν ηττήθηκε από τον Αρμιν Λάσετ, ο οποίος όμως οδήγησε τον συνασπισμό Χριστιανοδημοκρατών-Χριστιανοκοινωνιστών σε μια ιστορική ήττα στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου.
Το Σάββατο κέρδισε πανηγυρικά, καθώς ο ίδιος είχε δηλώσει ότι θα ήταν ικανοποιημένος με ένα ποσοστό πάνω από 80% στο συνέδριο. Εμφανώς συγκινημένος, ο νέος αρχηγός ευχαρίστησε τον προκάτοχό του, Αρμιν Λάσετ, «για την αφοσίωσή του» στο CDU και τόνισε ότι το συνέδριο «εκπέμπει ένα ισχυρό μήνυμα ανανέωσης και αυτοπεποίθησης», προειδοποιώντας όμως ταυτόχρονα ότι θα χρειαστεί χρόνος προκειμένου το κόμμα να επιστρέψει στα παλαιότερα ποσοστά του. Απευθυνόμενος στο βαυαρικό αδελφό κόμμα των Χριστιανοκοινωνιστών (CSU) και στις προεκλογικές διαφωνίες μαζί του, τόνισε ότι «αυτό που ζήσαμε δεν πρέπει να επαναληφθεί και δεν πρόκειται να επαναληφθεί».
Ο 66χρονος Μερτς, ο οποίος είχε διακόψει την πολιτική του διαδρομή μετά την εσωκομματική επικράτηση της Ανγκελα Μέρκελ το 2002, επέστρεψε έπειτα από επιτυχημένη καριέρα στην αγορά και έχει τη φήμη του σκληρού νεοφιλελεύθερου και πιστού χριστιανοδημοκράτη. Η σταδιοδρομία του στις επιχειρήσεις τού έδωσε το προσωνύμιο «Τραμπ της Γερμανίας», ενώ υπήρξε υποστηρικτικής της γραμμής του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για το Grexit.
Ο Μερτς έχει υποστηρίξει ότι το 2015 ελήφθη «ομόφωνη» απόφαση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης να μην υποστηριχθεί πλέον οικονομικά η Ελλάδα, απόφαση την οποία όμως ανέτρεψαν οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων. «Εγώ τότε θεώρησα σωστή την απόφαση εκείνη».
Στην πανηγυρική ομιλία του στο συνέδριο το Σάββατο ο Φρίντριχ Μερτς υποσχέθηκε: «Θα υπερασπιστώ την αστική κοινωνία και την οικογένεια και δεν θα ακολουθήσω απλώς το πνεύμα της εποχής. Θα είμαστε ανοιχτοί και προστατευτικοί ταυτόχρονα».
Παράλληλα όρισε τρεις βασικές προτεραιότητες: την ισχυρή αντιπολίτευση, τη νίκη στις κρατιδιακές εκλογές και την κατάρτιση νέου προγράμματος για το κόμμα. «Και θέλω να δυσκολέψω τον καγκελάριο», τόνισε, ξεκινώντας από το θέμα του υποχρεωτικού εμβολιασμού, για το οποίο η κυβέρνηση δεν προτίθεται να καταθέσει δική της πρόταση, αλλά θα παραπέμψει το ζήτημα στο κοινοβούλιο, ζητώντας να κατατεθούν τρεις υπερκομματικές προτάσεις και ψήφοι κατά συνείδηση. «Η κυβέρνηση αρνείται να συντάξει δικό της νομοσχέδιο και αντί για αυτό αναθέτει το έργο στην Μπούντεσταγκ», διαμαρτυρήθηκε ο Μερτς ο οποίος αναφέρθηκε ακόμη στον υψηλό πληθωρισμό, υποστηρίζοντας ότι «ο κόσμος φοβάται για τα χρήματά του, αλλά δεν παίρνει καμία απάντηση» από την κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη Ολαφ Σολτς.
Ο νέος αρχηγός των Χριστιανοδημοκρατών επέκρινε ακόμη τον Όλαφ Σολτς για το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη μεταβεί στην Ουάσιγκτον ή στην Μόσχα, «αλλά “φοβάται από τη Γερμανία” έναν πόλεμο στην Ουκρανία».
«Όλοι οι προκάτοχοί σας θα είχαν αναλάβει ηγετικό ρόλο σε αυτή την κατάσταση», είπε χαρακτηριστικά, απευθυνόμενος στον καγκελάριο.
Για τη θέση του γενικού γραμματέα του CDU, ο Μερτς πρότεινε τον 46χρονο Μάριο Τσάγια, ο οποίος ήταν αρμόδιος για θέματα Υγείας και Κοινωνικών Υποθέσεων στο Βερολίνο, επί δημαρχίας του σοσιαλδημοκράτη (SPD) Κλάους Βοβεράιτ. Στις τελευταίες εκλογές κατάφερε να εξασφαλίσει την απευθείας εκλογή του στην Μπούντεσταγκ από το ανατολικό Βερολίνο, αποσπώντας τη νίκη από τον υποψήφιο της Αριστεράς. Ως αναπληρώτρια γενική γραμματέας προτάθηκε η 34χρονη Κριστίνα Στουμπ, βουλευτής από την Βάδη-Βυρτεμβέργη. Η εκλογή του προεδρείου θα γίνει επιστολικά και το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας θα ανακοινωθεί στις 31 Ιανουαρίου.