| Dimitris Kapantais / SOOC
Επικαιρότητα

Γεραπετρίτης: Το ιστορικό της υπόθεσης των αναδρομικών των συνταξιούχων και η κυβερνητική θέση

«Η κυβέρνηση υπολόγισε ότι εάν έδινε επικουρικές και δώρα σε όλους, δηλαδή και σε εκείνους που δεν είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, τότε θα απαιτείτο ένα επιπλέον ποσό 2,5 δισ.»
Protagon Team

Το «γιατί» η κυβέρνηση εμφανίζεται να μην προτίθεται να δώσει επικουρικές και δώρα σε εκείνους τους συνταξιούχους που δεν είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη στην υπόθεση των αναδρομικών, εξήγησε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, επικαλούμενος τις τότε κυβερνητικές αποφάσεις και ανακοινώσεις, αλλά και το σκεπτικό τής δικαστικής απόφασης που είδε την Τρίτη το φως της δημοσιότητας.

Μιλώντας την Τετάρτη στον ραδιοφωνικό σταθμό Real FM και ξεκινώντας από τη θέση αρχής ότι «η κυβέρνηση συμμορφώθηκε και συμμορφώνεται με κάθε απόφαση διοικητικών δικαστηρίων», εν συνεχεία θύμισε πώς προέκυψε το ζήτημα:

«Το 2020 εκδίδεται απόφαση, η οποία αναγνωρίζει αναδρομικά για τις κύριες συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου. Η κυβέρνηση κρίνοντας ότι θα πρέπει να ενισχυθεί το σώμα των συνταξιούχων που έχει υποφέρει πολύ κατά τη διάρκεια των μνημονιακών περιόδων, έρχεται και εκτείνει την καταβολή των αναδρομικών σε όλους για τις κύριες συντάξεις, ακόμη και σε εκείνους που δεν είχαν προσφύγει». Συνεπώς, «μολονότι δεν υπήρχε απόφαση, αποδίδει τα αναδρομικά και στους συνταξιούχους του ιδιωτικού τομέα». Οι παροχές εκείνες «κόστισαν στο ελληνικό Δημόσιο το 2020 περίπου 1,4 δισ. Ως μη οφείλαμε από δικαστική απόφαση, ήλθαμε και επεκτείναμε σε όλους τους συνταξιούχους για τις κύριες συντάξεις».

Σήμερα, συνέχισε, εγείρεται το ζήτημα των επικουρικών συντάξεων και των δώρων. «Στη ρύθμιση του 2020 είχαμε πει σαφώς -και αυτό είναι καταγεγραμμένο εντός του νόμου- ότι αποδίδονται αυτές οι κύριες συντάξεις σε όλους […] δεν θα αποδοθούν οι επικουρικές και τα δώρα, ει μη μόνον σε εκείνους, οι οποίοι είχαν προσφύγει».

Παράλληλα, ο υπουργός Επικρατείας επικαλέστηκε και τη δικαστική απόφαση που δημοσιοποιήθηκε μόλις, και η οποία «αναφέρει ρητώς ότι η λογική της περικοπής των αναδρομικών για τις επικουρικές και τα δώρα ήταν ένα λογικό αντιστάθμισμα, επειδή σε αυτούς κατεβλήθησαν άμεσα όλα τα ποσά που αφορούσαν στις κύριες συντάξεις. Το δικαστήριο βρίσκει εύλογη και δίκαιη την τότε κρίση να καταβληθούν αυτά τα αναδρομικά ύψους 1,5 δισ. περίπου», ανέφερε επίσης. Η κυβέρνηση υπολόγισε εξάλλου ότι εάν έδινε επικουρικές και δώρα σε όλους, δηλαδή και σε εκείνους που δεν είχαν προσφύγει στη Δικαιοσύνη, τότε θα απαιτείτο ένα επιπλέον ποσό 2,5 δισ., σημείωσε κλείνοντας.

Στο θέμα της ρήτρας αναπροσαρμογής, ξεκινώντας από την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για πλαφόν 5% στην τιμή της ενέργειας, απάντησε πως αυτή είναι «ανεπίδεκτη εκτίμησης, δεν έχει επιβληθεί σε καμία χώρα του κόσμου. Αν ήταν τόσο απλές οι λύσεις αυτές, θα είχε λυθεί το ενεργειακό ζήτημα που ταλανίζει όλη την υφήλιο», αντέτεινε.

Πέρα, εξ άλλου, από τη βοήθεια που έχει δοθεί ως τώρα, η κυβέρνηση πήγε στην πηγή, δηλαδή στη χονδρική και τη λιανική, έτσι ώστε «με ένα μηχανισμό εξισορρόπησης ουσιαστικά να αδρανοποιήσει τουλάχιστον το 60% -και μεσοσταθμικά πολύ περισσότερο- της ρήτρας αναπροσαρμογής. Αυτό έγινε και ενεκρίθη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που το χαρακτήρισε εύλογο και δίκαιο», δήλωσε επίσης με την ταυτόχρονη διαβεβαίωση προς τους πολίτες, ότι, πράγματι, θα δουν τη διαφορά στους λογαριασμούς τους. «Ας μην είναι προπετής η αξιωματική αντιπολίτευση», συνέστησε δε.

Ερωτηθείς για τα μέτρα που πήραν σε προηγούμενο χρόνο οι χώρες της Ιβηρικής, απάντησε ότι εκεί οι αυξήσεις είναι πολύ μεγαλύτερες, τελικώς δεν έχουν λειτουργήσει τα ληφθέντα εκεί, μέτρα. «Δώσαμε τη μεγαλύτερη ενεργειακή ενίσχυση από όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατ’ αναλογίαν του ΑΕΠ», επισήμανε αναγνωρίζοντας όμως, ότι «φυσικά υπάρχουν αυξήσεις και τις βιώνουν οι Έλληνες πολίτες και δεν χρειάζεται να είμαστε στρουθοκάμηλοι. Πιθανώς να είναι ένας δύσκολος χειμώνας, προσπαθούμε στο μέτρο του δυνατού ενισχύοντας όσο μπορούμε τους πιο ευάλωτους. Με στοχευμένες ενέργειες, με επεξεργασμένες δράσεις, όχι με ατοπήματα και αερολογίες που θέτουν πλαφόν που δεν μπορούν να υποστηριχθούν», επέμεινε ο υπουργός που συμπέρανε: «Θέτουμε πραγματικές επεξεργασμένες λύσεις και είμαι βέβαιος ότι οι πολίτες θα δουν τη διαφορά στους λογαριασμούς».

Αναφέρθηκε επίσης σε δύο διαφορετικές οικονομικές προσεγγίσεις, στο θέμα της ενίσχυσης της κοινωνίας: Η πρώτη, υλοποιεί τις οριζόντιες μειώσεις που ευνοούν όμως τη μεγάλη κατανάλωση. Η δεύτερη, διοχετεύει το δημοσιονομικό περιθώριο στους πλέον ευάλωτους, σε αυτούς που πραγματικά έχουν ανάγκη. Τα δημοσιονομικά, όμως, είναι συγκεκριμένα και «αν δοθεί σε όλους το μέρισμα θα είναι πολύ μικρότερο». Η κυβέρνηση υιοθετεί τη δεύτερη προσέγγιση.

Στο ερώτημα δε, αν θα έβλεπε επιταγή ακρίβειας στους πιο ευάλωτους, απάντησε ότι θα αξιολογηθούν όλα τα δεδομένα. Ο τουρισμός πηγαίνει αρκετά καλά, σε κάθε περίπτωση «ένα είναι το σίγουρο: τα επιπλέον έσοδα θα διοχετευθούν στην κοινωνία». Εξ άλλου δεν είναι βέβαιον ότι οι οριζόντιες μειώσεις θα φθάσουν στον καταναλωτή και δεν θα απορροφηθούν από την εφοδιαστική αλυσίδα, συμπλήρωσε εν κατακλείδι.

Για το ανακύψαν θέμα με τη χρήση του όρου “Turkaegean”, ο υπουργός Επικρατείας εν πρώτοις παρατήρησε ότι ο ευρωπαϊκός φορέας αναγνώρισης εμπορικών σημάτων παραλαμβάνει χιλιάδες αιτήσεις και προβαίνει σε χιλιάδες αναρτήσεις δημόσιας διαβούλευσης. Συνεπώς, στο πλαίσιο αυτό, «είναι προφανές ότι μπορεί να υπάρξει η οποιαδήποτε αστοχία. Εν προκειμένω διέλαθε από τις αρμόδιες υπηρεσίες, οι οποίες δεν ενημέρωσαν, όπως θα έπρεπε, την πολιτική ηγεσία έτσι ώστε να υπάρξει η αντίδραση απέναντι σε αυτό το σήμα». Τονίζοντας εμφατικά ότι «θα αναζητηθούν ευθύνες για τυχόν ολιγωρίες και θα αποδοθούν ευθύνες όπως πρέπει», ο Γ. Γεραπετρίτης είπε ότι έχει συγκροτηθεί ομάδα εργασίας για την εξάντληση των ένδικων μέσων για την ανατροπή της απόφασης. Πάντως, εξήγησε, το θέμα αυτό δεν επιδρά σε οποιαδήποτε ζήτημα κυριαρχίας. Ζητήματα στα οποία η κυβέρνηση αντιδρά σε όλα τα fora με πειθώ και αποφασιστικότητα. Γι’ αυτό και «οι πολίτες εμπιστεύονται την κυβέρνηση για την προσπάθεια που κάνει στην ανάδειξη των εθνικών θεμάτων».

Κλείνοντας με τη συζήτηση περί μη εξάντλησης της τετραετίας από την κυβέρνηση, ο μόνος λόγος για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες είναι «η ανανέωση λαϊκής εντολής προκειμένου να αντιμετωπισθεί εθνικό θέμα εξαιρετικής σημασίας. Αυτή είναι η συνταγματική πρόβλεψη. Η στάθμιση αυτή ανήκει αποκλειστικά στην κρίση του πρωθυπουργού», ανέφερε ο υπουργός Επικρατείας διαβεβαιώνοντας ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, «επειδή έχει θεσμική αντίληψη των πραγμάτων δεν θα προσέφευγε σε πρόωρες εκλογές ει μη μόνον, αν, πράγματι, συνέτρεχε τέτοιο θέμα».

Ταυτοχρόνως αναφερθείς στην «αναπαραγωγή τοξικότητας, από την αξιωματική αντιπολίτευση πρωτίστως», ξεκαθάρισε: «Εμείς δεν θα προσφύγουμε προφανώς για εξυπηρέτηση μικροκομματικών συμφερόντων. Συνεχίζουμε κανονικά τη δουλειά μας, έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας με ορίζοντα τετραετίας. Αυτή, εκτιμώ, είναι και η πρόθεση του πρωθυπουργού», κατέληξε.