Φαίνεται πως δεν είναι μόνον οι Άλπεις που χωρίζουν τους Ιταλούς από την Κεντρική Ευρώπη αλλά και η συζήτηση για το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος και ειδικά της Ευρωζώνης.
Στην Ιταλία έχει ήδη αρχίσει η προεκλογική εκστρατεία ενόψει των επικείμενων εκλογών της 4ης Μαρτίου και τα κόμματα αναλώνονται μοιράζοντας «σουρεαλιστικές» -επισημαίνει η Corriere della Sera– υποσχέσεις για έναν ενιαίο φορολογικό συντελεστή, για κατάργηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια, για ελάχιστη σύνταξη ύψους 1.000 ευρώ το μήνα και για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, δίχως καν να επιδιώκουν να γίνουν πιστευτά από τους ψηφοφόρους. Αυτό που απασχολεί τους ιταλούς πολιτικούς είναι να βρουν έναν τρόπο, οποιονδήποτε, για να αποσπάσουν (αντί να κερδίσουν) την προσοχή ενός ολοένα και περισσότερο κυνικού εκλογικού σώματος.
Την ίδια ώρα, η Γαλλία και η Γερμανία συνεχίζουν να εργάζονται εντατικά για τον επανασχεδιασμό των δημοσιονομικών κανόνων στην Ευρωζώνη. Το ζήτημα δείχνει να μην απασχολεί ιδιαίτερα τους Ιταλούς. Αλλά η Ιταλία μάλλον απασχολεί ιδιαίτερα τους Γάλλους και τους Γερμανούς. Επειδή κανένας δεν γνωρίζει ποια θα είναι η πορεία του τεράστιου (132% επί του ΑΕΠ, το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ευρωζώνη) δημόσιου χρέους της.
Γι’ αυτό είναι πολύ πιθανό πολλές από τις προτάσεις που παρουσίασαν από κοινού την Τετάρτη δεκατέσσερις διακεκριμένοι Γάλλοι και Γερμανοί οικονομολόγοι, να σχεδιάστηκαν λαμβάνοντας υπόψη κυρίως (αλλά όχι μόνο) το ιταλικό χρέος. Και σίγουρα απέχουν παρασάγγας από τις προεκλογικές υποσχέσεις των κομμάτων της τρίτης μεγαλύτερης οικονομίας της ΕΕ.
Στο ευρύτερο πλαίσιο της Ευρωζώνης οι προτάσεις τους αποσκοπούν στο να γεφυρώσουν τις γερμανικές απαιτήσεις για περισσότερη δημοσιονομική πειθαρχία και τη γαλλική επιμονή για καταμερισμό των κινδύνων. Με στόχο την αντικατάσταση των ορίων για το έλλειμμα (που καθορίστηκαν στο Μάαστριχτ και ενισχύθηκαν στη συνέχεια μέσω του αποκαλούμενου Fiscal Compact) εξετάζεται η θέσπιση ενός απλού και δεσμευτικού κανόνα: τα ανώτατα όρια επί των κρατικών δαπανών θα καθορίζονται ξεχωριστά για κάθε χώρα με στόχο την ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους. Προβλέπεται, οπότε, η κατάργηση του ορίου του 3% όσον αφορά τη σχέση ανάμεσα στο έλλειμμα και το ακαθάριστο εθνικό προϊόν ενώ απαλείφεται και ο στόχος των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
Αλλά το πρόστιμο, υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι, σε περίπτωση παραβίασης των όποιων κανόνων θα πρέπει να επιβάλλεται άμεσα και αυτόματα: κάθε δημόσια δαπάνη πέραν των προκαθορισμένων ορίων θα χρηματοδοτείται μέσω της έκδοσης κρατικών ομολόγων μειωμένης εξασφάλισης. Οι συντάκτες της έκθεσης ζητούν επίσης τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού συστήματος εγγύησης των καταθέσεων, τη μεταρρύθμιση και τον αρτιότερο έλεγχο του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) και την καλύτερη εποπτεία της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής των χωρών-μελών της ζώνης του ευρώ μέσω ενός ανεξάρτητου θεσμού.
Στην θεωρία κανένας από τους οικονομολόγους δεν μιλά εκ μέρους της κυβέρνησης του, αλλά πολλοί από αυτούς έχουν υπάρξει ή είναι σύμβουλοι του Εμανουέλ Μακρόν στο Παρίσι ή της κυβέρνησης του Βερολίνου. Ένας από τους υπογράφοντες, για παράδειγμα, ο Φιλίπ Μαρτέν, διορίστηκε προχθές Τετάρτη πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικής Ανάλυσης της γαλλικής κυβέρνησης.
Η σύγκλιση απόψεων των Γάλλων και των Γερμανών ειδικών δεν αποτελεί μία επίσημη συμφωνία μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρωζώνης. Αλλά είναι σίγουρα ένα προσεκτικά σχεδιασμένο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση καθώς «αυτές οι μεταρρυθμιστικές προσπάθειες μπορούν να ευοδωθούν μόνον εάν συνεργαστούν Γαλλία και Γερμανία», όπως επισήμανε ο Μαρσέλ Φράτσερ από το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW), προσθέτοντας πως «το 2018 είναι η χρονιά κατά την οποία αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να διευθετηθούν».
Πιθανώς γιατί το 2019 είναι χρονιά ευρωεκλογών.