Η Γαλλία βρίσκεται αντιμέτωπη με την έξαρση της οπαδικής ποδοσφαιρικής βίας, σχεδόν σε πλήρη χρονική και επεισοδιακή αντιστοιχία με τη χώρα μας, μετά τον θάνατο γάλλου φιλάθλου – συμβάν που συνέπεσε χρονικά με τη δολοφονική επίθεση χούλιγκαν εναντίον αστυνομικού στου Ρέντη. Η αντιμετώπισή της, όμως, είναι πολύ διαφορετική από τις δύο κυβερνήσεις, αν όχι και από τις δύο κοινωνίες.
Οταν το ματωμένο πρόσωπο του προπονητή Φάμπιο Γκρόσο κόσμησε το πρωτοσέλιδο της αθλητικής εφημερίδας L’Équipe στις 30 Οκτωβρίου –«Αηδία και ντροπή» ήταν ο τίτλος– επικρατούσε ήδη η αίσθηση ότι το κύμα βίαιων επεισοδίων στο γαλλικό ποδόσφαιρο άγγιζε νέα ύψη.
Ο ιταλός προπονητής της Λυών τραυματίστηκε όταν το λεωφορείο της ομάδας χτυπήθηκε κατά την άφιξή του στο Στάδιο Βελοντρόμ της Μασσαλίας, για μια μεγάλη αναμέτρηση με τη Μαρσέιγ. Για να γίνουν τα πράγματα χειρότερα, ακολούθησαν ναζιστικοί χαιρετισμοί και ρατσιστικά συνθήματα μιας μικρής μειοψηφίας οπαδών της Λυών, οι οποίοι ήταν ήδη μέσα στο γήπεδο. Ο αγώνας αναβλήθηκε και διεξήχθη χωρίς φιλάθλους της φιλοξενούμενης ομάδας έναν μήνα αργότερα.
Οι τελευταίοι μήνες σηματοδότησαν μια αναζωπύρωση της βίας στο γαλλικό ποδόσφαιρο, σημειώνει ο Guardian. Νωρίτερα τον περασμένο Οκτώβριο, ένας αγώνας μεταξύ της Κλερμόν και της Μονπελιέ οδηγήθηκε και αυτός σε επανάληψη, όταν μια φωτοβολίδα εκτοξεύθηκε στον αγωνιστικό χώρο και εξερράγη κοντά στον τερματοφύλακα των γηπεδούχων Μορί Ντιαού.
Λίγες εβδομάδες αργότερα, ένας οπαδός της Λανς τραυματίστηκε σοβαρά μετά από καυγά με αρκετούς οπαδούς της Χάβρης. Στο τέλος της περασμένης σεζόν ξέσπασε μαζικός καυγάς μεταξύ οπαδών της Μαρσέιγ και της Λυών μετά τον αγώνα τους στη Λυών, ενώ οι ελπίδες της Μπορντό για άνοδο από τη δεύτερη κατηγορία χάθηκαν την τελευταία μέρα, όταν ένας οπαδός έτρεξε στον αγωνιστικό χώρο και επιτέθηκε στον σκόρερ της αντίπαλης ομάδας.
Μετά την επίθεση, που τον άφησε με 13 ράμματα, ο Γκρόσο επεσήμανε ότι τα περιστατικά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε τραγωδία. Τα σχόλιά του αποδείχτηκαν, δυστυχώς, προφητικά. Το σημείο καμπής ήρθε στις 2 Δεκεμβρίου, όταν ένας οπαδός της Ναντ τραυματίστηκε θανάσιμα λίγο πριν τον εντός έδρας αγώνα της ομάδας του με τη Νίκαια.
Μετά το περιστατικό, η υπουργός Αθλητισμού Αμελί Ουντεά-Καστερά ζήτησε δραστικά μέτρα. «Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι» ανέφερε στον ραδιοφωνικό σταθμό France Inter. «Απλώς δεν μπορούμε να συνεχίσουμε, με τις αστυνομικές δυνάμεις να εκτείνονται ήδη υπερβολικά, να καταστρέφονται περιουσίες, να λιθοβολούνται λεωφορεία, να τραυματίζονται φίλαθλοι και τώρα να βρισκόμαστε αντιμέτωποι με έναν θάνατο».
Το Σαββατοκύριακο που ακολούθησε, οκτώ παιχνίδια σε όλη τη χώρα –πέντε εκ των οποίων στην πρώτη κατηγορία– επηρεάστηκαν από απαγορεύσεις μετακίνησης όλων των φιλοξενούμενων φιλάθλων. Αυτές οι απαγορεύσεις ορίστηκαν με διάταγμα του υπουργού Εσωτερικών Ζεράλντ Νταρμανέν, ο οποίος υποδείκνυε ότι υπήρχε «κίνδυνος συγκρούσεων μεταξύ οπαδών», σε ένα πλαίσιο «ολοένα και πιο σοβαρής βίας, που παρατηρείται από την έναρξη της ποδοσφαιρικής σεζόν».
Στην πράξη, οποιοσδήποτε αγώνας θεωρείται πιθανώς επικίνδυνος για την ασφάλεια –το τμήμα της γαλλικής αστυνομίας που είναι επιφορτισμένο με την καταπολέμηση του χουλιγκανισμού κατατάσσει τους αγώνες με κλίμακα επικινδυνότητας από το 1 έως το 5– έχει στοχοποιηθεί από αυτή την πρωτοβουλία της κυβέρνησης.
Η αύξηση των γενικών απαγορεύσεων στα εκτός έδρας ταξίδια είναι μέρος ενός μορατόριουμ, το οποίο θα ισχύει μέχρι μια σειρά συναντήσεων την προσεχή Δευτέρα: θα συγκεντρωθούν για συνομιλίες οι ομάδες των οργανωμένων οπαδών της χώρας, τα αρμόδια υπουργεία και οι αρχές του πρωταθλήματος.
Ο πρόεδρος της Ligue 1 (του πρωταθλήματος της πρώτης κατηγορίας) Βενσάν Λαμπρίν εξέφρασε την υποστήριξή του σε πιο «ριζοσπαστικά μέτρα». Μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό RMC στον απόηχο των επεισοδίων στη Ναντ, ο πρώην πρόεδρος της Μαρσέιγ εξήγησε ότι βλέπει τα περιστατικά ως μέρος ενός «θεμελιώδους προβλήματος στην κοινωνία μας», το οποίο ξεπερνά το πλαίσιο του ποδοσφαίρου.
Ο Λαμπρίν επέμεινε, ωστόσο, ότι εναπόκειται στις γαλλικές ποδοσφαιρικές αρχές να παίξουν τον ρόλο τους στην καταπολέμηση της βίας – ακόμα και αν, από τεχνικής απόψεως, οι σύλλογοι και το πρωτάθλημα δεν ευθύνονται για επεισόδια που λαμβάνουν χώρα έξω από τα γήπεδα.
Με άλλα λόγια, η Γαλλία αντιμετωπίζει ακριβώς το ίδιο πρόβλημα με τη χώρα μας, καθώς επιχειρεί να θεσπίσει θεσμικό και νομικό πλαίσιο για να αντιμετωπίσει μια μορφή βίας που έχει από καιρό ξεφύγει από τα στενά γηπεδικά όρια. Οι όποιες απαγορεύσεις οπαδών αποτελούν πανάκεια με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα, σε αντιδιαστολή με το ποδοσφαιρικό προϊόν, που γίνεται ποιοτικότερο και ολοένα πιο ελκυστικό, αλλά και ακριβό σε επίπεδο τηλεοπτικών δικαιωμάτων.
Σε αντίθεση με την καθολική απαγόρευση φιλάθλων που έχει επιβάλει η ελληνική κυβέρνηση μετά τα επεισόδια στου Ρέντη, στη Γαλλία οι απαγορεύεις αφορούν μόνο τους οπαδούς της φιλοξενούμενης ομάδας, δημοσιεύονται λίγες ημέρες πριν τις αναμετρήσεις και εκδίδονται είτε από το υπουργείο Εσωτερικών είτε από τις τοπικές αστυνομικές αρχές.
Διάφοροι λόγοι προσφέρονται ώστε να δικαιολογηθούν αυτές οι απαγορεύσεις: από αντιπαλότητες μεταξύ συγκεκριμένων ομάδων οπαδών μέχρι την ανάγκη κατανομής αστυνομικών δυνάμεων σε άλλες κοντινές περιοχές γεγονότων. Σε αντιδιαστολή και πάλι, τα οριζόντια μέτρα της ελληνικής κυβέρνησης αντιμετωπίζουν συλλήβδην τους οπαδούς όλων των ομάδων ως ταραχοποιούς.
Η ευρεία χρήση των απαγορεύσεων στους φιλοξενούμενους οπαδούς, που είναι συχνό φαινόμενο στις τελευταίες σεζόν, αντιμετωπίζουν επικρίσεις για προσβολή της ατομικής ελευθερίας κινήσεων. Η Εθνική Ενωση Οπαδών (ANS) της Γαλλίας άσκησε προσφυγές κατά του υπουργικού διατάγματος στο Συμβούλιο της Επικρατείας –το ανώτατο διοικητικό δικαστήριο της χώρας– και πέτυχε την ακύρωση τεσσάρων από τις απαγορεύσεις. Στην απόφασή του το δικαστήριο χαρακτήρισε τα μέτρα «δυσανάλογα».
Το θέμα έλαβε διεθνείς διαστάσεις την περασμένη Κυριακή, όταν ο υπουργός Εσωτερικών Νταρμανέν ανακοίνωσε σε συνέντευξή του ότι οι οπαδοί της ισπανικής Σεβίλης θα αποκλείονταν από τον αγώνα αυτής της εβδομάδας για τη φάση των ομίλων του Champions League στη Λανς.
Η ισπανική πλευρά ενημερώθηκε για την απόφαση λιγότερο από 48 ώρες πριν από την έναρξη της αναμέτρησης. Το διάταγμα, που απαγόρευε στους οπαδούς της την πρόσβαση στο γήπεδο και σε τμήματα της Λανς και της κοντινής Αρρας, ανεστάλη από το Συμβούλιο της Επικρατείας μετά από άλλη μια επιτυχημένη έφεση.
Εν τω μεταξύ, στη γαλλική Εθνοσυνέλευση υπάρχουν και φωνές υποστήριξης των οργανωμένων φιλάθλων ποδοσφαίρου. Ο 35χρονος Σάσα Ουγέ, βουλευτής του κόμματος του προέδρου Μακρόν, ζητά συστηματικά το άνοιγμα του διαλόγου ανάμεσα στους οργανωμένους οπαδούς και τις Αρχές, ενώ προτείνει παύση όλων των οριζόντιων απαγορεύσεων για τους φιλάθλους των φιλοξενούμενων ομάδων.
Μάλιστα, ο Ουγέ δηλώνει και τη θλίψη του για το γεγονός ότι τα δικαιώματα των οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη από πολλούς στη Γαλλία: «Οι οπαδοί θεωρούνται εδώ και πολύ καιρό πολίτες δεύτερης κατηγορίας και αυτό εξακολουθεί να ισχύει σήμερα» εξηγεί. «Οι Γάλλοι δεν ανησυχούν τόσο για τους οπαδούς του ποδοσφαίρου που στερούνται τις ελευθερίες τους, όσο για τους διαδηλωτές ή για οποιονδήποτε άλλο πολίτη».
Αλλοι πέντε από τους αγώνες της Ligue 1 του περασμένου Σαββατοκύριακου βρέθηκαν στο στόχαστρο κυβερνητικών εντολών που απαγορεύουν τη μετακίνηση οπαδών των φιλοξενούμενων ομάδων. Το ANS ανέτρεψε τρεις από αυτές –συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης για τους οπαδούς της Παρί Σεν Ζερμέν στη Λιλ– μετά από έναν ακόμη γύρο προσφυγών.
Η εύρεση μιας ισορροπίας μεταξύ της καταστολής μεμονωμένων περιστατικών βίας και της διασφάλισης ότι η συντριπτική πλειονότητα των μη ενόχων οπαδών θα είναι ελεύθεροι να υποστηρίξουν την ομάδα τους εκτός έδρας, είναι προφανώς μια δύσκολη εξίσωση. Αλλά και πάλι, σε αντίθεση με την απόφαση των οριζόντιων απαγορεύσεων όλων των φιλάθλων στο ελληνικό ποδόσφαιρο, μια τέτοια εξίσωση παραμένει πολιτικό και κοινωνικό ζητούμενο για τους Γάλλους.