Το Νέο Λαϊκό Μέτωπο (NFP), η αριστερή-πράσινη συμμαχία που κυριαρχείται από τη ριζοσπαστική Αριστερά (LFI) του Ζαν-Λικ Μελανσόν, έκανε την έκπληξη και αναδείχθηκε ως ο νικητής του δεύτερου γύρου των πρόωρων εκλογών στη Γαλλία, με 182 βουλευτές στην Εθνοσυνέλευση των 577 εδρών.
Ο κεντρώος συνασπισμός Μαζί του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν θα έχει 163 βουλευτές, ενώ η ακροδεξιά Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λεπέν και οι σύμμαχοί της, που την περασμένη εβδομάδα εποφθαλμιούσαν την πλειοψηφία, κέρδισαν μόλις 143 έδρες. Μέχρις εδώ, όλα καλά. Η πορεία της ακροδεξιάς προς την εξουσία, δηλαδή αυτό που φοβούνταν οι περισσότεροι στην Ευρώπη, ανακόπηκε, όμως το γενικό αποτέλεσμα ήταν το δεύτερο μη-επιθυμητό: ένα κοινοβούλιο στο οποίο κανείς δεν θα έχει την πλειοψηφία και ο σχηματισμός κυβέρνησης θα είναι «σταυρόλεξο» για πολύ δυνατούς λύτες.
Η Γαλλία, όπως επισημαίνει ο Guardian, είναι άπειρη στον σχηματισμό κυβερνητικών συνασπισμών, ενώ, σύμφωνα με τους όρους του Συντάγματος της χώρας, δεν μπορούν να γίνουν νέες εκλογές για έναν χρόνο. Ο Εμανουέλ Μακρόν από την πλευρά του, έχει πει ρητώς ότι δεν σκοπεύει να παραιτηθεί μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2027.
Τι επιλογές έχει η Γαλλία, υπ’ αυτές τις συνθήκες;
Μπορεί η Αριστερά να σχηματίσει κυβέρνηση;
Θεωρητικά ναι, πρακτικά μάλλον όχι.
Ενάντια σε κάθε προσδοκία, η συμμαχία NFP του LFI, του Σοσιαλιστικού Κόμματος (PS), των Πρασίνων και των Κομμουνιστών, θα είναι η μεγαλύτερη δύναμη στο κοινοβούλιο, αλλά απέχει πολύ από τις 289 έδρες που απαιτούνται για την απόλυτη πλειοψηφία.
Εντός του NFP, το LFI είναι η μεγαλύτερη δύναμη με 72 έδρες, σύμφωνα με τους FT, αλλά τα άλλα κόμματα μαζί έχουν περισσότερους. Η διατήρηση της ενότητας θα είναι το κλειδί επειδή οι κεντρώοι του Μακρόν θα επιδιώξουν να ξεκολλήσουν τα κεντροαριστερά στοιχεία του NFP και να τα φέρουν στο πλευρό τους.
Ο Μελανσόν, όπως ήταν αναμενόμενο, ζήτησε, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, από τον Μακρόν να διορίσει πρωθυπουργό από τη συμμαχία, ο οποίος θα εφαρμόσει ολόκληρο το πρόγραμμα του NFP. Αλλοι, όμως, στο συνασπισμό, είναι πιο ρεαλιστές και είπαν ότι χωρίς πλειοψηφία το αριστερό μπλοκ θα αναγκαστεί να διαπραγματευτεί. Το θέμα είναι με ποιον και πώς.
Το Σύνταγμα της Γαλλίας επιτρέπει στον πρόεδρο να επιλέξει όποιον θέλει για πρωθυπουργό. Στην πράξη, επειδή το κοινοβούλιο μπορεί να εξαναγκάσει ανά πάσα στιγμή σε παραίτηση την κυβέρνηση, ο αρχηγός του κράτους επιλέγει πάντα κάποιον που θα είναι γενικά αποδεκτός από την Εθνοσυνέλευση, άρα από την πλειοψηφία.
Λογικά, λοιπόν, θα έπρεπε να είναι κάποιος από το μεγαλύτερο μπλοκ στο κοινοβούλιο . Ο Μακρόν, όμως, γνωρίζει καλά ότι, δεδομένων των ισορροπιών, ο διορισμός ενός ριζοσπαστικού αριστερού πρωθυπουργού θα διέτρεχε τον κίνδυνο επαναλαμβανόμενων ψηφοφοριών δυσπιστίας που θα υποστηριχθούν όχι μόνο από την κεντροδεξιά και την ακροδεξιά, αλλά πιθανώς και από το δικό του στρατόπεδο.
Το RN της Λεπέν θα παραμείνει απομονωμένο στην Εθνοσυνέλευση, όπως γράφουν οι Financial Times, αλλά θα αποτελεί απειλή για οποιαδήποτε κυβέρνηση, εάν επιλέξει να συμμετάσχει σε ψήφους δυσπιστίας. Eνας αξιωματούχος του Μεγάρου των Ηλυσίων είπε στους FT ότι ο Μακρόν θα «περιμένει να δει τη δομή της νέας Εθνοσυνέλευσης για να λάβει τις απαραίτητες αποφάσεις».
Μπορεί να σχηματιστεί κυβερνητικός συνασπισμός;
Η Γαλλία είναι λίγο σαν την Ελλάδα. Σε αντίθεση με πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες, δεν είναι συνηθισμένη στους κυβερνητικούς συνασπισμούς, τους οποίους έχει να δει από την εποχή της Τέταρτης Δημοκρατίας. Η Αριστερά και το Κέντρο έχουν προτείνει στο παρελθόν ότι η χώρα θα μπορούσε να πάει σε τέτοιου είδους λύσεις, αλλά είναι η πρώτη φορά που έρχεται αντιμέτωπη με το ενδεχόμενο.
Ο πρώην πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ, ο μακροχρόνιος σύμμαχος του Μακρόν Φρανσουά Μπαϊρού, και η επικεφαλής των Πρασίνων Μαρίν Τοντελιέ ήταν μεταξύ εκείνων που είπαν την περασμένη εβδομάδα ότι ένας συνασπισμός κατά του RN, από τη μετριοπαθή Αριστερά έως την Κεντροδεξιά, θα μπορούσε να συσπειρωθεί γύρω από ένα βασικό νομοθετικό πρόγραμμα. Αυτό δεν θα είναι εύκολο, όμως, καθώς οι θέσεις των παραπάνω σε βασικά ζητήματα – όπως η «σημαία» του Μακρόν, το Ασφαλιστικό- διαφέρουν όσο η ημέρα με τη νύχτα.
«Πρέπει να συμπεριφερθούμε σαν ενήλικες», δήλωσε ο Ραφαέλ Γκλικσμάν, ο οποίος ηγήθηκε του ψηφοδελτίου των Σοσιαλιστών στις ευρωεκλογές. «Το κοινοβούλιο πρέπει να είναι η καρδιά της εξουσίας στη Γαλλία».
Κανείς δεν έχει κερδίσει, σημείωσε ο Μπαϊρού, προσθέτοντας ότι «οι ημέρες της απόλυτης πλειοψηφίας έχουν τελειώσει» και ότι «όλοι πρέπει να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να αναλάβουν τις ευθύνες τους». Θα έχει ενδιαφέρον να δούμε τον Μακρόν και τον Μελανσόν στο ίδιο τραπέζι.
Πολλά θα εξαρτηθούν από την προθυμία του LFI να συμβιβαστεί. Ακόμη περισσότερα από την αντίδραση της μετριοπαθούς Αριστεράς, εάν το κόμμα του Μελανσόν αρνηθεί να κάνει υποχωρήσεις. Ο ίδιος ο Μελανσόν έχει ξεκαθαρίει εδώ και καιρό ότι θα μπει στην κυβέρνηση μόνο για να «εφαρμόσουμε τις πολιτικές μας και κανενός άλλου».
Πολλοί από τους κεντρώους του Μακρόν, εν τω μεταξύ, έχουν δηλώσει ότι δεν θα συνάψουν συμμαχία με το LFI. Οι πρώτες εκτιμήσεις λένε ότι είναι πιθανή μια συμμαχία μεταξύ των δυνάμεων του Μακρόν, του PS, των Πρασίνων και μερικών άλλων. Το θέμα είναι τι θα γίνει με τους υπόλοιπους της αριστερής συμμαχίας, που θα θυμώσουν.
«Είναι μια ωραία ιδέα στα χαρτιά, αλλά υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα μεταξύ αυτού που είναι δυνατό και αυτού που είναι πραγματικά επιτεύξιμο», είπε στον Guardian ο Μπερτράν Ματιέ, ειδικός στο συνταγματικό δίκαιο στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης στο Παρίσι.
Ad hoc συμμαχίες, ή μια τεχνοκρατική κυβέρνηση
Αντί να επιχειρήσει να συγκροτήσει μια κυβέρνηση συνασπισμού, ο απερχόμενος πρωθυπουργός, Γκάμπριελ Ατάλ, πρότεινε την περασμένη εβδομάδα ότι τα κυρίαρχα κόμματα θα μπορούσαν να σχηματίσουν διαφορετικές ad hoc συμμαχίες για να ψηφίσουν μεμονωμένα νομοσχέδια.
Ο Μακρόν δοκίμασε αυτή τη στρατηγική από τότε που έχασε την πλειοψηφία του το 2022, αλλά με περιορισμένη επιτυχία και αναγκάστηκε να καταφύγει σε πολλές περιπτώσεις σε ειδικές συνταγματικές εξουσίες, όπως το αντιδημοφιλές άρθρο 49.3, για να περάσει ένα νόμο χωρίς κοινοβουλευτική ψηφοφορία.
Ο πρόεδρος θα μπορούσε επίσης να εξετάσει το ενδεχόμενο να διορίσει μια τεχνοκρατική κυβέρνηση, αποτελούμενη από ειδικούς όπως οικονομολόγους, ανώτερους δημόσιους υπαλλήλους, ακαδημαϊκούς, διπλωμάτες και ηγέτες επιχειρήσεων ή συνδικάτων.
Η Γαλλία δεν έχει εμπειρία από τέτοιες κυβερνήσεις. Ο Ζαν-Φιλίπ Ντεροσιέ, συνταγματολόγος στο Πανεπιστήμιο της Λιλ, είπε στον Guardian ότι δεν υπάρχει ούτε «θεσμικός ορισμός» για τέτοιες κυβερνήσεις, επομένως θα ήταν «μια κανονική κυβέρνηση, ελεύθερη να ενεργεί όπως θέλει, εφόσον έχει την υποστήριξη του κοινοβουλίου».
Ο Μακρόν θα μπορούσε να ζητήσει από τον Ατάλ, ο οποίος την Κυριακή είπε ότι θα υποβάλει την παραίτησή του, να παραμείνει επικεφαλής κάποιας μορφής προσωρινής κυβέρνησης.
Αρα, τι «φαίνεται» στο μέλλον;
Ο,τι και αν συμφωνηθεί (ή όχι), φαίνεται πιθανό ότι η Γαλλία οδεύει προς μια μακρά περίοδο πολιτικής αβεβαιότητας και αστάθειας, που θα χαρακτηρίζεται κυρίως από ελάχιστη νομοθετική πρόοδο έως κάποιου είδους κοινοβουλευτικό αδιέξοδο.
Ο πολιτικός επιστήμονας Ντομινίκ Ρενιέ, είπε στον Guardian ότι μια κυβέρνηση «χωρίς ραχοκοκαλιά» μπορεί να μην είναι κακή, ίσως λειτουργήσει ως μια «κυβέρνηση επανόρθωσης» που θα μπορούσε να σταθεροποιήσει το πλοίο και να προσπαθήσει να «διορθώσει αυτά που έχουν πάει στραβά» για έναν πληθυσμό που έχει κουραστεί από πολιτικές ανατροπές.
Αλλοι έχουν προειδοποιήσει ότι το ακροδεξιό RN και ίσως το LFI του Μελανσόν θα παρουσιάσουν οποιεσδήποτε λύσεις ανάγκης ως συνωμοσία των πολιτικών ελίτ για να τους στερήσουν την εξουσία, οδηγώντας σε μια ακόμη πιο καταστροφική προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές το 2027.