Το παγκόσμιας σημασίας μίτινγκ των G20, που θα γίνει στο Μπουένος Αϊρες την Παρασκευή 30 Νοεμβρίου και το Σάββατο 1 Δεκεμβρίου, έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Κίνα και τις μεταξύ τους εμπορικές σχέσεις (ορθότερα: τον μεταξύ τους εμπορικό πόλεμο).
Οι αναλυτές στα Δυτικά μέσα ενημέρωσης υποστηρίζουν ότι αυτός είναι δυνατόν να λήξει στην πρωτεύουσα της Αργεντινής. Τουλάχιστον ο κατευνασμός των εμπορικών παθών μέσω διαπραγματεύσεων κρίνεται αναγκαίος, καθώς συμφέρει και τις δύο χώρες -και όχι μόνο αυτές- να απομακρυνθούν από την ένταση. Το θέμα είναι πώς θα επιτευχθεί.
Η Κίνα, υπακούοντας στη δυναμική του δικού της, ιδιαίτερου αναπτυξιακού μοντέλου, στοχεύει να υπερκεράσει τους Δυτικούς ανταγωνιστές της (ΗΠΑ, ΕΕ, κ.ά.) στην ανάπτυξη των βασικών τεχνολογιών. Αυτή η στόχευση την έχει οδηγήσει ήδη στην παραβίαση πολλών κανόνων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Για αυτόν τον λόγο οι ΗΠΑ απάντησαν με κυρώσεις και απειλούν την Κίνα με πρόσθετες και πιο «τσουχτερές» (ο αμερικανός πρόεδρος έχει δηλώσει απερίφραστα ότι χωρίς συμφωνία θα διπλασιαστούν οι εμπορικές κυρώσεις όσον αφορά τις κινεζικές εξαγωγές στις ΗΠΑ – πρόκειται για επιπρόσθετους δασμούς, περίπου 267 δισ. δολαρίων).
Η Κίνα συνιστά απειλή για όλους τους συμμάχους των ΗΠΑ με τις επιδοτούμενες από το κράτος βιομηχανίες της σε βασικούς τομείς όπως είναι τα αυτοκίνητα, η ρομποτική, η επικοινωνία. Αυτή η κοινή απειλή παρέχει κίνητρο συνεργασίας σε όλους τους Δυτικούς (Αμερικανούς, Ευρωπαίους και Ασιάτες).
Και απάντηση των Δυτικών πρέπει να είναι διττή, λένε οι αναλυτές: οικονομική πίεση μεν, αλλά και πολιτική «γενναιοδωρία» – με την έννοια ότι δεν πρέπει να εκτεθεί υπερβολικά το καθεστώς του Πεκίνου ως ηττημένο στην τράπεζα των διαπραγματεύσεων.
Υπάρχουν και άλλοι παράγοντες που συνηγορούν στη συγκατάβαση και στη διαλλακτικότητα όλων.
Πρόσφατα στοιχεία σχετικά με τις επενδύσεις και την παραγωγή φανερώνουν ότι η οικονομική ανάκαμψη των ΗΠΑ είναι μεν ενισχυμένη από τις μεταρρυθμίσεις Τραμπ, ωστόσο μπορεί να επιβραδυνθεί. Περισσότεροι δασμοί σίγουρα δεν θα βοηθούσαν, και η οικονομία των ΗΠΑ θα αισθανόταν τον αντίκτυπο των κινεζικών ανταποδοτικών μέτρων.
Η Κίνα, από την πλευρά της, αντιμετωπίζει ήδη επιβράδυνση της ανάπτυξης και θα υποφέρει πολύ από έναν τρίτο γύρο αμερικανικών κυρώσεων. Η Ευρώπη -με τις εύθραυστες οικονομίες, ακόμη και εντός του πλαισίου της Ευρωζώνης- δεν μπορεί να αντέξει μια παγκόσμια ύφεση. Το κίνητρο για μια συμφωνία υπάρχει. Ολες οι πλευρές πρέπει να επιδείξουν κάποια πολιτική βούληση και ευελιξία.
Ο Ντόναλντ Τραμπ πιστεύει για τον εαυτό του ότι είναι ένα είδος καλλιτέχνη των συμφωνιών – το έχει γράψει στην αυτοβιογραφία του «H τέχνη της εμπορικής συμφωνίας» (The Art of the Deal), ένα βιβλίο του 1987. Tώρα, στο πεδίο του εμπορικού «πολέμου των δασμών» με την Κίνα, που κινδυνεύει να μετατραπεί σε καινούργιο Ψυχρό Πόλεμο, θα φανεί η επιχειρηματική μαστοριά του.
Στη G20 αναμένεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο και να διαφανεί αν η κάθε πλευρά είναι διατεθειμένη να κάνει παραχωρήσεις. Προς το συμφέρον όλων.