Η αύξηση του κατώτατου μισθού μπορεί να ανακοινώθηκε εν μέσω πανηγυρικού κλίματος από την υπουργό Εργασίας Εφη Αχτσιόγλου, ο απόηχος όμως των κυβερνητικών ανακοινώσεων στην αγορά δεν ήταν αντίστοιχα πανηγυρικός, καθώς το ερώτημα παραμένει: ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό.
Με δεδομένη την εξαντλητική φορολόγηση της εργασίας και τις εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές, το βέβαιο είναι ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού θα δομιμάσει τις αντοχές της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας και συνολικά της ελληνικής οικονομίας.
Ενδεικτική είναι η αντίδραση του πρόεδρου της ΕΣΕΕ, Γιώργου Καρανίκα, που σημείωσε ότι «το αυξημένο κόστος καλείται και πάλι να καταβληθεί από το ίδιο πορτοφόλι, το οποίο παραμένει κενό τραπεζικής χρηματοδότησης και παράλληλα καλύπτει παράλογη φορολόγηση, αυξημένα εργοδοτικά κόστη, ασφαλιστικές εισφορές, μισθούς, ενοίκια, δημοτικά τέλη, ρυθμίσεις ή καταβολές δανείων, ενώ ο κάτοχός του προσπαθεί στο τέλος κάθε μήνα να ισορροπήσει ψυχολογικά μεταξύ του διλήμματος, αν αξίζει να κρατά την επιχείρησή του ανοιχτή ή όχι».
Ανάλογη ήταν και η εκτίμηση του ΣΕΒ. Όπως υπογραμμίζεται, η αύξηση του κατώτατου μισθού θα επηρεάσει σημαντικό μέρος της αγοράς εργασίας και μάλιστα σε επιχειρήσεις που λόγω της εντατικής προσφυγής σε θέσεις εργασίας μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης βρίσκονται σε θέση να προχωρήσουν σε εύκολη υποκατάσταση πλήρους απασχόλησης με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση ή και ημιδηλωμένη απασχόληση.
«Όπως επανειλημμένα έχουμε τονίσει, σε αυτό το εργασιακό και μισθολογικό περιβάλλον αποτελεί μείζονα προτεραιότητα η αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος των εργαζομένων. Θα περιμέναμε συνεπώς την ταυτόχρονη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Τα εισοδήματα των εργαζομένων πρέπει να βελτιωθούν. Για να συμβεί αυτό είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη να μειωθεί η φορολογία της εργασίας και να συγκρατηθεί το μη μισθολογικό κόστος με την επαναφορά των εισφορών προς ΕΦΚΑ και ΕΤΕΑΠ στα προ των αυξήσεων του 2016 επίπεδα και με τον περιορισμό των λοιπών ασφαλιστικών επιβαρύνσεων (εκτός συνταξιοδοτικού συστήματος)», σημείωσε σε δηλώσεις του στη «Ναυτεμπορική» ο σύμβουλος διοίκηση του ΣΕΒ, Χρήστος Ιωάννου.
Το ύψος των μισθών που μπορεί και πρέπει να πληρώνει μία οικονομία και μια κοινωνία στα εργαζόμενα μέλη της δεν είναι κάτι που εξαρτάται από τις επιθυμίες ή τις προθέσεις ενός υπουργού ή μιας κυβέρνησης. Η πραγματικότητα είναι ότι το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να έχει μια οικονομία συνδέεται με την παραγωγή και την παραγωγικότητά της. Και αυτή η παραγωγή και η παραγωγικότητά της πραγματοποιείται στις επιχειρήσεις της, όπου υφίστανται και δημιουργούνται οι θέσεις εργασίας», παρατήρησε χαρακτηριστικά ο κ. Ιωάννου.
Σε κοινή ανακοίνωσή τους ΣΕΒ και ΣΕΤΕ, τονίζουν πως «το ύψος των μισθών, και μεταξύ αυτών το ύψος των κατώτατων μισθών, που μπορεί να αντέξει η οικονομία, συνδέεται με την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητά της, το μέγεθος της ανεργίας και της αδήλωτης εργασίας».
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κατώτατος μισθός των εργαζομένων πρέπει να βελτιωθεί. Για να συμβεί αυτό όμως χωρίς επιπτώσεις στην ανάκαμψη της οικονομίας και της απασχόλησης, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, είναι πλέον επιτακτική η ανάγκη:
- Να μειωθεί η φορολογία της εργασίας.
- Να συγκρατηθεί το μη μισθολογικό κόστος με τη μείωση των εισφορών.
- Να αποσυνδεθεί η αύξηση του κατώτατου μισθού από τον μέσο μισθό, με τον εξορθολογισμό της υποχρεωτικής διαιτησίας», τονίζεται μεταξύ άλλων στην ανακοίνωση.
Τι σημαίνει η αύξηση του κατώτατου
Με την αύξηση του κατώτατου μισθού και την κατάργηση του υποκατώτατου μισθού από 01/02/2019:
– Ο κατώτατος μισθός αυξάνεται από την 1 η Φεβρουαρίου στα 650€/μήνα μεικτά, από τα 586,08€ (αύξηση 11%).
– Το κατώτατο ημερομίσθιο αυξάνεται από την 1 η Φεβρουαρίου στα 29,04€/ημέρα μεικτά, από τα 26,18€ (αύξηση 11%).
– Ο υποκατώτατος μισθός καταργείται. Ο κατώτατος μισθός και για τους νέους έως 25 ετών αυξάνεται στα 650€/μήνα μεικτά, από τα 510,95€ (αύξηση 27%).
– Το υποκατώτατο ημερομίσθιο καταργείται. Το κατώτατο ημερομίσθιο και για τους νέους έως 25 ετών αυξάνεται στα 29,04€/ημέρα μεικτά, από τα 22,83€ (αύξηση 27%).
– Με βάση την αύξηση του κατώτατου μισθού αναπροσαρμόζονται αναλογικά και οι διαμορφωμένες τριετίες.
– Το επίδομα ανεργίας αυξάνεται από τα 360€ στα 400€.
– Η ειδική παροχή προστασίας της μητρότητας αυξάνεται από τα 586,08€ στα 650€.
– Αυξάνονται συνολικά 24 επιδόματα που συνδέονται με τον κατώτατο μισθό.
Μία αύξηση του κατώτατου μισθού χωρίς την λήψη άλλων ελαφρυντικών μέτρων για μισθωτούς και επιχειρήσεις, δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, εκτιμά από την πλευρά της η ΓΣΕΒΕΕ.
Στο πλαίσιο αυτό, συμπληρώνει, η εξαγγελία του πρωθυπουργού για αύξηση του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ θα πρέπει να συνοδευτεί με πρωτοβουλίες προς δυο κύριες κατευθύνσεις: τη διεύρυνση του αφορολογήτου ποσού για τους μισθωτούς έτσι ώστε το διαθέσιμο εισόδημα τους να ανταποκρίνεται σε αυτή την αύξηση και τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους, όπως για παράδειγμα η άμεση κατάργηση της επιπλέον εισφοράς 1% επί των ασφαλιστικών εισφορών του άρθρου 97 του Ν. 4387/2016.
Παράλληλα, υπογραμμίζει, η όποια αύξηση στους μισθούς των εργαζομένων δεν θα πρέπει να εξουδετερώνεται από μια επιπλέον διεύρυνση της «φορολογικής σφήνας» η οποία στην χώρα μας είναι ήδη πολύ υψηλή.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΠ και πρόεδρος του Περιφερειακού Επιμελητηριακού Συμβουλίου Αττικής, Βασίλης Κορκίδης, δήλωσε σχετικά:
«Αναμφίβολα, πρόκειται για μία θετική απόφαση, που θα συμβάλει στην τόνωση της ενεργούς ζήτησης, ενώ οι αυξήσεις αυτές θα ενσωματωθούν αυτόματα σε 24 επιδόματα. Επομένως, από την αύξηση του κατώτατου μισθού θα ωφεληθούν σημαντικά, όχι μόνο όσοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, αλλά και άνεργοι, σπουδαστές, εργαζόμενες μητέρες, οι οποίες λαμβάνουν αυτά τα επιδόματα», σημείωσε ο κ. Κορκίδης προσθέτοντας πως «αναφορικά με τη σχέση μισθολογικού και μη μισθολογικού κόστους επιμένουμε σε μια μεταβολή υπέρ του καθαρού μισθού, ως ένα σημάδι επιστροφής στην κανονικότητα για την πραγματική οικονομία και σταθεροποίησης της κοινωνικής συνοχής».
Για «φύλλο συκής» ώστε να καλυφθεί η απόρριψη του αιτήματος της για άμεση επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, μιλά τέλος η ΓΣΕΕ.