Η άνοδος του παγκόσμιου θερμόμετρου και συνεπακόλουθα η αύξηση της διάρκειας των ιδιαίτερα θερμών ημέρων θέτει σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία, με την απειλή να συγκεντρώνεται σε ορισμένες γεωγραφικές περιοχές που είναι λιγότερο προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Από τον χάρτη, μάλιστα, δεν εξαιρείται ούτε η χώρα μας, καθώς η Θεσσαλονίκη, η Χαλκίδα, η Λάρισα, η Πάτρα, ο Βόλος και η Αθήνα προβλέπεται να είναι σε 30 χρόνια από σήμερα (με αυτή τη σειρά) οι πιο ζεστές πόλεις της ελληνικής επικράτειας.
Αυτό είναι το πόρισμα-προειδοποίηση μετά την ανάλυση των κλιματικών δεδομένων που επεξεργάστηκε η Washington Post σε συνεργασία με την CarbonPlan, έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό που στοχεύει στη διαφάνεια και την επιστημονική ακεραιότητα, επενδύοντας σε προσβάσιμες προς το κοινό αναλύσεις αλλά και προτεινόμενες λύσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
Τα ίδια στοιχεία δείχνουν πως μέχρι το 2050, πάνω από 5 δισεκατομμύρια άνθρωποι —πιθανώς δηλαδή, ο μισός πληθυσμός του πλανήτη— θα εκτίθενται σε υπερβολική ζέστη για τουλάχιστον έναν μήνα ετησίως, όταν βρίσκονται σε εξωτερικούς χώρους. Σε εφτά χρόνια από σήμερα, αντίστοιχες συνθήκες θα βιώνουν 4 δισ. άνθρωποι, όταν κατά την αλλαγή του αιώνα, ο πληθυσμός που… έλιωνε κάτω από τον καυτό ήλιο τις θερμές ημέρες κάθε έτους δεν ξεπερνούσε τα 2 δισεκατομμύρια.
Οι αναλυτές, για να καταλήξουν σε αυτά τα συμπεράσματα, υπολόγισαν τον δείκτη Θερμοκρασίας Υγρού Βολβού και Μαύρου Σφαιριδίου (ΘΥΜΒΑΣ), γνωστός και ως δείκτης Θερμικής Καταπόνησης, μια μέτρηση που συνδυάζει τη θερμοκρασία, την υγρασία, το φως του ήλιου και τον άνεμο. Όπως σημειώνεται στη Washington Post οι επιστήμονες θεωρούν ότι ο δείκτης αυτός αποτελεί το «χρυσό πρότυπο» για την αξιολόγηση του πως η θερμότητα επιδρά στο ανθρώπινο σώμα.
Στο πλαίσιο αυτό, η θερμοκρασία ΘΥΜΒΑΣ 32,2 βαθμών Κελσίου (ή οι 89,6 βαθμοί Φαρενάιτ) ορίστηκαν ως η… κόκκινη γραμμή, οριοθετώντας έτσι τις ζώνες όπου επικρατεί εξαιρετικά επικίνδυνη ζέστη. Υπό τις συνθήκες αυτές ακόμη και υγιείς ενήλικες που δραστηριοποιούνται σε εξωτερικούς χώρους για περισσότερα από 15 λεπτά μπορεί να υποφέρουν από θερμικό στρες.
Οι προβλέψεις για την Ελλάδα
Η έρευνα δεν αποκλείει κανένα σημείο του παγκόσμιου χάρτη, επιχειρώντας να εντοπίσει εκείνες τις πόλεις στις οποίες οι κάτοικοι θα εξαντλούνται λόγω της αφόρητης ζέστης.
Σύμφωνα λοιπόν με τις εκτιμήσεις, η Θεσσαλονίκη θα είναι η ελληνική πόλη με τις περισσότερες εξαιρετικά ζεστές ημέρες κατ’ έτος το 2050 δεδομένου πως η θερμοκρασία ΘΥΜΒΑΣ θα φτάνει το κόκκινο για 17 ημέρες.
Ακολουθεί η Χαλκίδα, όπου ο καύσωνας αναμένεται να έχει διάρκεια 15 ημερών και η Λάρισα στην οποία οι κάτοικοι θα μετρούν τουλάχιστον 14 ημέρες αφόρητης ζέστης κατ’ έτος. Στην ίδια λίστα επίσης συμπεριλαμβάνεται η Πάτρα (13 ημέρες), ο Βόλος (10 ημέρες) και η Αθήνα (6 ημέρες). Είναι αξιοσημείωτο εντούτοις, ότι άλλες πόλεις (όπως τα Ιωάννινα, το Ηράκλειο και τα Χανιά) δεν φαίνεται να επηρεάζονται σημαντικά από το προβλεπόμενο θερμικό κύμα.
Και μπορεί η θερμοκρασία ΘΥΜΒΑΣ 32,2 βαθμών Κελσίου να μην θεωρείται από πολλούς ως υψηλή, αλλά στην πραγματικότητα είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική. Οι ηλικιωμένοι και εκείνοι με προϋπάρχουσες παθήσεις μπορεί να είναι ευάλωτοι ακόμη και σε χαμηλότερες θερμοκρασίες αλλά υπό τις συνθήκες που εξετάζει η συγκεκριμένη έρευνα και όπως τονίζουν οι ερευνητές, σχεδόν όλοι είναι ευάλωτοι.
Σύμφωνα με την Washington Post σε αντίθεση με τις πιο γνωστές μετρήσεις ο δείκτης ΘΥΜΒΑΣ συνδυάζει πολλές παραμέτρους, όπως τον ήλιο και τον άνεμο εκτός από τη θερμοκρασία κα την υγρασία, που επίσης επηρεάζουν την ικανότητα των ανθρώπων να παραμείνουν δροσεροί. Συνυπολογίζει δηλαδή, τον ηλιακή ακτινοβολία που «καίει» το δέρμα ή τη δροσιά που γίνεται αισθητή όταν πνέει ένα ελαφρύ αεράκι – παράγοντες που συμβάλουν θετικά ή αρνητικά στις αντοχές ενός ατόμου υπό θερμές συνθήκες.
«Είναι ο καλύτερος δείκτης πρόβλεψης του θερμικού στρες», επιμένει ο Νταν Βετσέλιο (Dan Vecellio), ερευνητής στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια.
Η νέα πανδημία
Αυτή η νέα… πανδημία ακραίας ζέστης αντιπροσωπεύει μια από τις σοβαρότερες απειλές για την ανθρωπότητα, όπως υπογραμμίζει η Washington Post, με τους επιστήμονες εντούτοις να εξηγούν ότι δεν θα επηρεάσει τον κόσμο με ομοιόμορφο τρόπο. Το κύμα θερμών ημερών θα πλήξει πλούσιες χώρες, όμως ο μεγαλύτερος κίνδυνος θα αφορά σε φτωχές χώρες που παραδοσιακά βρίσκονται σε «κόκκινές ζώνες» (λόγω του κλίματος τους αλλά και του βιοτικού επιπέδου). Ενδεικτικά παραδείγματα η Νότια Ασία και η Υποσαχάρια Αφρική, εκεί όπου απουσιάζουν κατά κανόνα τα κλιματιστικά και τα οργανωμένα και προηγμένα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης.
«Οι διαθέσιμοι πόροι είναι πολλοί διαφορετικοί», σημειώνει η Tamma Carleton, επίκουρη καθηγήτρια στο τμήμα Οικονομικά του Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια. «Η ιστορία της ζέστης είναι η ανισότητα», συμπληρώνει.
Eξ ου και οι ερευνητές «βλέπουν» τεράστιους νέους κινδύνους, ακόμη και για εκείνους που θα καταφέρουν να αποφύγουν την ηλικιακή ακτινοβολία. Μέχρι το 2050, 1,3 δισ. άνθρωποι θα εκτεθούν στην ακραία ζέστη, εφόσον δεν βρουν κάποιο τρόπο να δροσιστούν, από 500 εκατ. το 2030 και 100 εκατ. το 2000.
Τα ίδια δεδομένα, όμως, καταλήγουν ότι το 80% του πληθυσμού που θα πλήττεται από εξαιρετικά ζεστές ημέρες θα ζει σε χώρες με εκτιμώμενο κατά κεφαλήν ακαθάριστο εγχώριο προϊόν το 2030 λιγότερο από 25.000 δολάρια – το ένα τέταρτο, δηλαδή του προβλεπόμενου κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις ΗΠΑ.
Το παρακάτω παράδειγμα που αναφέρεται στο ίδιο δημοσίευμα είναι ενδεικτικό: Στην Ινδία, 270 εκατομμύρια άνθρωποι θα αντιμετωπίσουν υπερβολική ζέστη ακόμη και σε εσωτερικούς χώρους μέχρι το 2030. Παρόλα αυτά έως το 2018, μόνο το 5% περίπου των νοικοκυριών στη χώρα διέθετε κλιματισμό, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας.
Ούτε, όμως, οι άνθρωποι στις αναπτυγμένες χώρες έχουν ανοσία. Πρόσφατα δεδομένα συσχετίζουν το περσινό κύμα καύσωνα στην Ευρώπη –όπου τα κλιματιστικά επίσης δεν είναι τόσο διαδεδομένα όσο στις ΗΠΑ, όπως τονίζεται στην Washington Post– με περισσότερους από 60.000 θανάτους. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι υψηλές θερμοκρασίες ήδη στοιχίζουν περίπου μισό εκατομμύριο ζωές κάθε χρόνο, σύμφωνα με μια ακόμη μελέτη του 2021 που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Lancet Planetary Health». Και πολλοί περισσότεροι άνθρωποι αντιμετωπίζουν χρόνιες παθήσεις υγείας που προκαλούνται ή επιδεινώνονται από την υπερβολική ζέστη.
«Η ζέστη μπορεί να προκαλέσει αυξημένα εμφράγματα, εγκεφαλικά, νεφρικές παθήσεις, ψυχικές ασθένειες», συμπληρώνει ο Kai Chen, επίκουρος καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Yale. «Η θερμοπληξία είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου».
Ο… ήσυχος κίνδυνος
H κλιματική αλλαγή είναι συνδεδεμένη με τεράστιες καταστροφές: πλημμύρες, πυρκαγιές, τυφώνες. Η ζέστη, από την άλλη πλευρά, αποτελεί έναν πιο ήσυχο κίνδυνο, που όμως μεταμορφώνει τη ζωή πληθυσμών ανά τον κόσμο.
Άνθρωποι, όπως σημειώνει η Washington Post, πεθαίνουν εξαιτίας της αφόρητης ζέστης σε χωράφια, σε εργοτάξια και σε διαμερίσματα χωρίς κλιματισμό. Ορισμένοι, οι οποίοι αναγκάζονται να εργάζονται έξω στον καυτό ήλιο, είναι αντιμέτωποι με το ρίσκο ανάπτυξης νεφρικής νόσου.
Ποιοι, όμως, αναμένεται να πληγούν περισσότερο; Στην Ινδία και το Πακιστάν –που σύμφωνα με τις προβλέψεις τις επόμενες δεκαετίες οι ημέρες με αφόρητη ζέστη θα εκτοξευθούν— οι εργαζόμενοι σε εξωτερικούς χώρους (γεωργοί, οικοδόμοι κ.α.) αποτελούν το 56% και το 47% του εργατικού δυναμικού αντίστοιχα, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Αντιθέτως, οι εργαζόμενοι σε εξωτερικούς χώρους αντιπροσωπεύουν μόνο το 10% του εργατικού δυναμικού των ΗΠΑ.
Επιπρόσθετα, ο Λεωνίδας Ιωάννου, ερευνητής στο Ινστιτούτο Jozef Stefan στη Σλοβενία, έχει επισημάνει πως οι μετανάστες είναι εκείνοι που αναλαμβάνουν το μεγαλύτερο φόρτο εργασίας που ισοδυναμεί με μεγαλύτερη σωματική κόπωση –εν συγκρίσει με άλλους υπαλλήλους στον ίδιο χώρο εργασίας.