Για τον Αντώνη Σαμαρά ο Ταγίπ Ερντογάν είναι «πειρατής». Είναι και «επεκτατιστής» (sic). Ετσι τον χαρακτήρισε στη μακροσκελή συνέντευξή του στην «Καθημερινή της Κυριακής», η οποία διόλου συμπτωματικά δημοσιεύτηκε μία ημέρα πριν από την έναρξη των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας, υπονομεύοντάς τες ως έναν βαθμό –δεν είναι συνηθισμένο ένας τέως Πρωθυπουργός να εκφράζεται με αυτόν τον τρόπο την ώρα που ξεκινά ένας διάλογος (έστω δειλός) μεταξύ κρατών, διαφωνώντας παράλληλα τόσο εμφατικά με τη στρατηγική της κυβέρνησης, την οποία κατά τα άλλα λέει ότι στηρίζει.
Βέβαια, δεν έχουν περάσει και τόσο πολλά χρόνια από την εποχή που ο κ. Σαμαράς επισκεπτόταν ενθουσιασμένος την Κωνσταντινούπολη, επικεφαλής κυβερνητικής αντιπροσωπείας, και συναντούσε τον Ταγίπ Ερντογάν καλωσορίζοντας τότε μια «καλή ημέρα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις». Oύτε πολλά χρόνια από τότε που γίνονταν πέντε γύροι διερευνητικών μονομιάς και το Hilton γέμιζε από τούρκους υπουργούς για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας. Αλλά τότε ο κ. Σαμαράς ήταν Πρωθυπουργός της χώρας, προφανώς αντιλαμβανόταν τις απαιτήσεις της θέσης και της παγκόσμιας Realpolitik –ενώ τώρα είναι ένας κυβερνητικός βουλευτής Μεσσηνίας που θυμήθηκε ξανά την «επιθετική» ατζέντα στην εξωτερική πολιτική, με την οποία αναδείχτηκε και πορεύτηκε ως πολιτικός.
Από την κυβέρνηση δεν υπήρξε σοβαρή αντίδραση στα όσα είπε ο κ. Σαμαράς, ούτε καν στο μπρίφινγκ της Δευτέρας, αλλά ο αντιπολιτευόμενος Τύπος δεν είχε πρόβλημα να αναδείξει το θέμα. Περιγράφοντας ωστόσο και αυτός τον πρώην Πρωθυπουργό ως μια προβληματική περίπτωση για τη χώρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η «Εφημερίδα των Συντακτών» καυτηρίασε μεν, στο πρωτοσέλιδό της, την «αφωνία Μητσοτάκη», αλλά έκανε λόγο για «παραλήρημα Σαμαρά» –στο δε κύριο άρθρο της επεσήμανε τον «πολιτικό τυχοδιωκτισμό» του πρώην Πρωθυπουργού Η «Kontra» πάλι μίλησε για «δεύτερο αντάρτικο» του κ. Σαμαρά, κατηγορώντας τον ότι «εργαλειοποιεί» τα εθνικά θέματα –«Τορπίλη στις διερευνητικές από τους βαρόνους της ΝΔ που πάνε για αποστρατεία», είναι ο επίσης χαρακτηριστικός τίτλος. Μόνο η «Εστία» φάνηκε να χειροκροτεί: «Το παρελθόν της ΝΔ συγκλονίζει με την δύναμη της επικαιρότητός του».
Από την άλλη «Τα Νέα» απέφυγαν να ασχοληθούν με το θέμα στο πρωτοσέλιδό τους –το παραλαμβάνουν στο εσωτερικό της έκδοσης οι αρθρογράφοι.
Ο Γιώργος Παπαχρήστος, στην στήλη «Στίγμα», παρέπεμψε στο τι συνέβη με τον κ. Σαμαρά και τον αείμνηστο Κωνσταντίνο Μητσοτάκη το 1992 επί «Μακεδονικού» και έκανε λόγο για déjà vu για τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον οποίο πάντως ο αρθρογράφος έψεξε επειδή δεν είχε προνοήσει να εξουδετερώσει το… πρόβλημα. «Αν τον είχες συναντήσει κατ’ ιδίαν λ.χ. πρόεδρε Κυριάκο, πριν μπεις στα βαθιά νερά των ελληνοτουρκικών σχέσεων, θα σου εξέφραζε αυτές τις απόψεις κατ’ ιδίαν, θα τις άκουγες, μπορεί και να κρατούσες και σημειώσεις, και όλα καλά κι όλα ωραία. Δεν το έκανες, ιδού τώρα που το κάνει εκείνος – που θέλει σώνει και καλά να καταγραφεί από την κοινωνία ότι διαφωνεί με τις διερευνητικές επαφές που ξεκινούν σήμερα στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας», έγραψε.
Ο Ηλίας Κανέλλης σε ένα σημείωμα με τίτλο «Απολείπειν ο θεός Αντώνιον» έγραψε μεταξύ άλλων: «Θα υπέθετε κανείς ότι η κυβερνητική εμπειρία του ήταν και ένα μάθημα πολιτικού ρεαλισμού για τον Αντώνη Σαμαρά. Γι’ αυτό και είναι έκπληξη η επιμονή του σε θέσεις ταυτόσημες με εκείνες μιας εθνικιστικής ακροδεξιάς, σε ζητήματα όπως οι σχέσεις της χώρας με τη Βόρεια Μακεδονία και οι διερευνητικές διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την Τουρκία. Η χώρα δεν μπορεί να ξεφύγει από τις διεθνείς εκκρεμότητες τις οποίες οφείλει να διευθετήσει. Θα περίμενε κανείς ο Αντώνης Σαμαράς να το έχει συνειδητοποιήσει, από την κυβερνητική εμπειρία του, πριν επιστρέψει στις εμμονές της Πολιτικής Ανοιξης και στις αυτοχειριαστικές πολιτικές επιλογές που τροφοδότησε. Για εκείνον, για την παράταξή του, για την πορεία της χώρας».
Ακόμα όμως και ως ένας πολιτικός περιθωριοποιημένος, την επέτειο μάλιστα της ήττας του από τον ΣΥΡΙΖΑ (ήταν 25 Ιανουαρίου 2015) και της αποχώρησής του από την εξουσία, ο κ. Σαμαράς δεν είναι αμελητέα ποσότητα στο κομματικό σύμπαν της ΝΔ. Πέρα από το ότι είχε διατελέσει Πρωθυπουργός, θεωρείται, λίγο προτού κλείσει τα 70 του, ότι συνεχίζει να εκφράζει μια πτέρυγα της παράταξης. Μια πτέρυγα η οποία είχε μεν στηρίξει την εκλογή του κ. Μητσοτάκη στην αρχηγία του κόμματος το 2016, αλλά δεν συμμερίζεται την κεντρώα αντίληψή του.
Αυτή η πτέρυγα είχε κάνει αισθητή την παρουσία της τον Νοέμβριο του 2019 όταν απαιτούσε ο κ. Σαμαράς να είναι ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Ως γνωστόν, ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία και ψηφίστηκε με ευρεία πλειοψηφία, από 261 βουλευτές, σε μια ψηφοφορία στη Βουλή από την οποία… συμπτωματικά απουσίαζε ο κ. Σαμαράς. Μια άλλη θέση που αναζητούσε ο κ. Σαμαράς ήταν αυτή του Ευρωπαίου Επιτρόπου, αλλά αυτή δόθηκε στον Μαργαρίτη Σχοινά.
Κατά κάποιους παρατηρητές, η «συμμαχία» του 2016 ανάμεσα στον κ. Σαμαρά και στον κ. Μητσοτάκη έχει σπάσει. Σε πρώτη φάση ο κ. Σαμαράς και οι συν αυτώ εμφανίζονται να διεκδικούν επιτακτικά για τον εαυτό τους τα εθνικοπατριωτικά παράσημα εντός της ΝΔ. Ακόμα και αν ήταν τυχαία, η τοποθέτηση του Δημήτρη Βαρτζόπουλου, βουλευτή Β’ Θεσσαλονίκης και γνωστού «σαμαρικού», ο οποίος τάχθηκε υπέρ της άμεσης επέκτασης των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ναυτικά μίλια και στο Αιγαίο, έδωσε την εντύπωση ενός συντονισμού κινήσεων του στρατοπέδου του πρώην Πρωθυπουργού.
Οι επιθέσεις κατά του κ. Μητσοτάκη από τον περιγραφόμενο ως «φιλοσαμαρικό» ιστότοπο Antinews επίσης δεν δείχνουν τυχαίες –ο Πρωθυπουργός κατηγορείται για «εθνομηδενιστική πολιτική» και η συνέντευξη του κ. Σαμαρά χαιρετίζεται ως «βαρυσήμαντη» που αλλάζει τις «εσωκομματικές όσο και τις ενδοκυβερνητικές ισορροπίες». Και το πρωί της Δευτέρας ο Κώστας Γκιουλέκας, βουλευτής Α’ Θεσσαλονίκης της ΝΔ, βγήκε στο Open και δήλωσε ότι τα όσα είπε ο κ. Σαμαράς εκφράζουν ένα πολύ μεγάλο μέρος της κοινωνίας και ότι ο ίδιος συμφωνεί.
Αλλά τι μπορεί να συμβεί από εδώ και στο εξής; Είναι εμφανές ότι ο κ. Σαμαράς θέλει να επιστρέψει με κάποιον τρόπο ως κεντρικός παίκτης και όχι ως ένας πολιτικά ξεδοντιασμένος μεσσήνιος βουλευτής. Η συνέντευξη μπορεί να θεωρηθεί απλώς ως τροχιοδεικτική βολή, μια υπενθύμιση ότι είναι και αυτός εδώ, αλλά μπορεί και να εκληφθεί ως έναυσμα για κάτι νέο. Το παρελθόν του, ως αποστάτη που έριξε την κυβέρνηση του πατέρα του σημερινού Πρωθυπουργού, δημιουργεί συνειρμούς. Και εδώ έχει ενδιαφέρον αυτό που γράφει η «Εστία»: «Η Ιστορία επαναλαμβάνεται. Με ανοιχτό τέλος και αυτήν τη φορά αλλά ελαφρώς διαφορετικό. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ίσως χρειαστεί να πάει σε εκλογές χωρίς πτώση της κυβέρνησης όπως το 1993. Πριν από την πιθανή συμφωνία με την Τουρκία. Με στόχο να προλάβει να “ρίξει” εκείνος στις κάλπες το οποίο κίνημα αμφισβητήσεώς του για τα Ελληνοτουρκικά».